Κείμενο 20: Hudson, R. A. 1980. Sociolinguistics.Κεφ. 2, Varieties of language. Kέμπριτζ: Cambridge University Press, σελ. 48-51.
© Cambridge University Press

2.4. Επίπεδα ύφους

2.4.1 Επίπεδα ύφους και διάλεκτοι 

Ο όρος επίπεδο ύφους χρησιμοποιείται ευρέως στην κοινωνιογλωσσολογία εννοώντας 'ποικιλίες όσον αφορά τη χρήση', σε αντίθεση με τις διαλέκτους που ορίζονται ως 'ποικιλίες όσον αφορά τον χρήστη' [...]. Η διάκριση είναι απαραίτητη γιατί, ενώ το ίδιο άτομο είναι δυνατόν να χρησιμοποιήσει διαφορετικά γλωσσικά στοιχεία για να εκφράσει λίγο ή πολύ την ίδια σημασία σε διαφορετικές περιστάσεις, η έννοια της "διαλέκτου" δεν μπορεί λογικά να επεκταθεί ώστε να περιλαμβάνει τόσες παραλλαγές. Για παράδειγμα, στη συγγραφή μιας επιστολής κάποιος μπορεί να ξεκινήσει με τα λόγια: "Γράφω για να σας ενημερώσω ότι...", ενώ κατά τη σύνθεση μιας άλλης μπορεί να  γράψει: "Απλώς ήθελα να σου πω ότι...". Οι παραλλαγές σε τέτοια παραδείγματα θα μπορούσαν να πολλαπλασιάζονται επ' άπειρον και υποδηλώνουν ότι ο αριθμός των παραλλαγών που οφείλονται σε διαφορές επιπέδου ύφους (αν θα μπορούσε κάπως να ποσοτικοποιηθεί) μπορεί άνετα να είναι συγκρίσιμος με αυτόν που οφείλεται σε διαφορές στη διάλεκτο.

Μπορούμε να ερμηνεύσουμε διαφορές επιπέδου ύφους σύμφωνα με το μοντέλο των πράξεων ταυτότητας, όπως θα κάναμε για διαφορές διαλέκτου. Κάθε φορά που ένας άνθρωπος μιλάει ή γράφει, δεν εντοπίζει μονάχα τον εαυτό του ως προς την υπόλοιπη κοινωνία, αλλά παράλληλα εντάσσει την πράξη επικοινωνίας του σε ένα πολύπλοκο ταξινομικό σχήμα επικοινωνιακής συμπεριφοράς. Αυτό το σχήμα παίρνει την μορφή μιας πολυδιάστατης μήτρας, όμοιας με την εικόνα της κοινωνίας που κάθε άτομο φτιάχνει στο μυαλό του. Με κίνδυνο υπερ-απλούστευσης μπορούμε να πούμε ότι η διάλεκτος φανερώνει το ποιος είσαι, ενώ το επίπεδο ύφους φανερώνει το τι κάνεις (αν και αυτές οι έννοιες έχουν πολύ μικρότερες διαφορές από ό,τι υπαινίσσεται το σλόγκαν).

Οι διαστάσεις μέσα στις οποίες μπορεί να τοποθετηθεί μια επικοινωνιακή πράξη δεν είναι λιγότερο περίπλοκες από αυτές που έχουν να κάνουν με την κοινωνική τοποθέτηση του ομιλητή. Ο Michael Halliday [...] διακρίνει τρεις γενικούς τύπους διάστασης: το πεδίο, τον τρόπο και τον συνομιλιακό ρόλο (κάποιες φορές αντί του όρου συνομιλιακός ρόλος χρησιμοποιείται ο όρος ύφος, αλλά αυτός είναι καλύτερα να αποφεύγεται μια που το ύφος χρησιμοποιείται και απλοϊκά, ώστε να ερμηνεύεται περίπου όπως το επίπεδο ύφους). Το πεδίο αφορά τον σκοπό και το περιεχόμενο της επικοινωνίας. Ο τρόπος αναφέρεται στα μέσα που χρησιμοποιούνται για την επικοινωνία -ιδιαίτερα προφορικός ή γραπτός λόγος· και ο συνομιλιακός ρόλος εξαρτάται από τις σχέσεις ανάμεσα στους συμμετέχοντες. Για ακόμα μια φορά, ίσως βοηθήσει στην κατανόηση ένα σλόγκαν: το πεδίο αναφέρεται στο "γιατί" και στο "για ποιο πράγμα" λαμβάνει χώρα μια επικοινωνία· ο τρόπος αφορά το "πώς"·  και ο συνομιλιακός ρόλος αφορά το "σε ποιον" (δηλ. το πώς ο ομιλητής ορίζει την εικόνα που έχει για το άτομο με το οποίο επικοινωνεί). Με βάση αυτό το μοντέλο, τα δυο παραδείγματα έναρξης μιας επιστολής που παρατέθηκαν πιο πάνω διαφέρουν ως προς τους συνομιλιακούς ρόλους, γιατί η μία έχει απρόσωπο ύφος (παραλήπτης είναι κάποιος με τον οποίο ο συγγραφέας έχει μόνο τυπικές σχέσεις) και η άλλη προσωπικό, αλλά το πεδίο και ο τρόπος τους είναι ίδια.

Σύμφωνα με αυτό το μοντέλο οι διαφορές επιπέδου ύφους είναι τουλάχιστον τρισδιάστατες. 'Ενα άλλο μοντέλο που είναι ευρέως διαδεδομένο έχει προταθεί από τον Dell Hymes, στο οποίο δεκατρείς ξεχωριστές μεταβλητές καθορίζουν τα γλωσσικά στοιχεία που επιλέγει ένας ομιλητής, πέρα από τη μεταβλητή της "διαλέκτου". Ακόμα και αυτός ο αριθμός μεταβλητών είναι πολύ αμφίβολο αν αντανακλά όλη την πολυπλοκότητα των διαφορών σε επίπεδο ύφους. Ωστόσο, καθένα από αυτά τα μοντέλα παρέχει ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούν να βρουν θέση οποιεσδήποτε συναφείς διαστάσεις ομοιότητας και διαφοράς. Για παράδειγμα, οι σχέσεις ανάμεσα σε ομιλητή και ακροατή ενέχουν πάνω από μία τέτοια διάσταση, συμπεριλαμβανομένης της διάστασης της ισχύος, βάσει της οποίας ο ακροατής είναι κατώτερος, ίσος ή ανώτερος από τον ομιλητή, και της αλληλεγγύης, η οποία διαφοροποιεί τις σχετικά οικείες σχέσεις από τις πιο μακρινές. Στην αγγλική ο ομιλητής καθορίζει τη θέση του σε σχέση με τον ακροατή πάνω σε αυτές τις δυο διαστάσεις κατά κύριο λόγο μέσα από την επιλογή των όρων της προσφώνησης -Mr Smith, sir, John, mate, και ούτω καθεξής.

Μέχρι στιγμής έχουμε παρουσιάσει την έννοια "επίπεδο ύφους" όπως χρησιμοποιείται συνήθως, αναφερόμενη σε ένα είδος ποικιλίας που είναι παράλληλη με τη "διάλεκτο". 'Ομως έχουμε ήδη καταδείξει ότι οι διάλεκτοι δεν υπάρχουν ως διακριτές ποικιλίες, οπότε πρέπει να αναρωτηθούμε αν συμβαίνει κάτι αντίστοιχο και τα επίπεδα ύφους. Η απάντηση είναι, προφανώς, ότι δε φαίνεται να ανταποκρίνονται σε ποικιλίες πιο πραγματικές από τις διαλέκτους. Για παράδειγμα, είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς ότι η επιλογή στοιχείων στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης πρότασης αντανακλά διαφορετικούς παράγοντες, ανάλογα με τα στοιχεία που εμπλέκονται. 'Ενα στοιχείο μπορεί, για παράδειγμα, να αντανακλά την επισημότητα της περίστασης, ενώ κάποιο άλλο μπορεί να αντανακλά την εμπειρογνωμοσύνη του ομιλητή και του ακροατή. Aυτό συμβαίνει, π.χ. σε μια πρόταση όπως "Λάβαμε λίγο χλωριούχο νάτριο" όπου το λάβαμε είναι μια επίσημη λέξη (σε αντίθεση με το πήραμε), ενώ το χλωριούχο νάτριο είναι ένας τεχνικός όρος (σε αντίθεση με το αλάτι). Η διάσταση της επισημότητας είναι τελείως ανεξάρτητη από τη διάσταση της τεχνικότητας, πράγμα που αντανακλάται από το γεγονός ότι η επιλογή ανάμεσα στο λάβαμε και πήραμε δεν συνδέεται καθόλου με την επιλογή ανάμεσα στο χλωριούχο νάτριο και το αλάτι. 'Ετσι μπορούν να αναπαρασταθούν τέσσερις συνδυασμοί επισημότητας και τεχνικότητας από τις απόλυτα κανονικές ακόλουθες προτάσεις:

επίσημη, τεχνική

Λάβαμε λίγο χλωριούχο νάτριο

επίσημη, μη τεχνική

Λάβαμε λίγο αλάτι

ανεπίσημη, τεχνική

Πήραμε λίγο χλωριούχο νάτριο

ανεπίσημη, μη τεχνική

Πήραμε λίγο αλάτι

Τέτοια απλά παραδείγματα υποδηλώνουν ότι διαφορετικά γλωσσικά στοιχεία είναι ευαίσθητα σε διαφορετικές πλευρές της επικοινωνιακής πράξης, με τον ίδιο τρόπο που διαφορετικά στοιχεία αντιδρούν σε διαφορετικές ιδιότητες του ομιλητή. Μπορούμε να εννοούμε τα επίπεδα ύφους ως ποικιλίες μόνο με την κάπως αδύναμη έννοια συνόλων γλωσσικών στοιχείων που έχουν όλα την ίδια κοινωνική κατανομή, δηλ. όλα εμφανίζονται στις ίδιες περιστάσεις. Αυτό απέχει πολύ από την έννοια της ποικιλίας σύμφωνα με την οποία ένας ομιλητής παραμένει "πιστός" σε μια ποικιλία σε όλη τη διάρκεια κάποιων λεγομένων του, μιλώντας "μία διάλεκτο" (ίσως τη μοναδική που γνωρίζει να μιλάει) και "ένα επίπεδο ύφους". Ωστόσο, είναι ίσως σωστό να αναφέρουμε ότι αυτοί που χρησιμοποιούν τον όρο επίπεδο ύφους (που χρησιμοποιείται μόνο από τους κοινωνιογλωσσολόγους ως τεχνικός όρος) δεν είχαν ποτέ την πρόθεση να εννοηθεί κατ' αυτόν τον τρόπο, όπως μαρτυρεί το γεγονός ότι όλα τα μοντέλα που παρουσιάζονται δίνουν μεγάλη βαρύτητα στην ανάγκη για πολυδιάστατη ανάλυση των επιπέδων ύφους.

'Αλλο ένα σημείο ομοιότητας ανάμεσα σε διαλέκτους και επίπεδα ύφους είναι ότι επικαλύπτονται σε σημαντικό βαθμό μεταξύ τους -η διάλεκτος ενός ατόμου είναι επίπεδο ύφους ενός άλλου. Για παράδειγμα, στοιχεία που κάποιος χρησιμοποιεί κάτω απ' όλες τις συνθήκες, οσοδήποτε ανεπίσημες, μπορεί να χρησιμοποιούνται από κάποιον άλλο μόνο στις πιο επίσημες περιστάσεις, εκεί όπου έχει ανάγκη να ακουστεί όσο το δυνατόν περισσότερο ότι μιλάει όπως ο πρώτος. Αυτή είναι η σχέση ανάμεσα σε "φυσικούς" ομιλητές πρότυπων και μη πρότυπων διαλέκτων. Tύποι που για τον ομιλητή της πρότυπης είναι μέρος της διαλέκτου του, για τον ομιλητή της μη πρότυπης είναι μέρος ενός ειδικού "επιπέδου ύφους". Και πάλι, θα παρουσιάσουμε τεράστιο όγκο αποδείξεων για την υποστήριξη αυτού του ισχυρισμού, αν και οι αποδείξεις είναι μάλλον περιττές εκεί όπου τα γεγονότα είναι τόσο κοινότοπα.

Μετάφραση Νίκος Γεωργίου