α. Κείμενο 6: Holmes, J.1992. An Introduction to Sociolinguistics. Λονδίνο & N. Yόρκη: Longman, σελ. 146-149.
© Pearson Education

Κοινωνικό κύρος
Κάστες


Οι άνθρωποι μπορούν να ομαδοποιηθούν ανάλογα με τις κοινωνικές και οικονομικές τους ομοιότητες. Η γλώσσα τους γενικά αντανακλά αυτές τις ομαδοποιήσεις -χρησιμοποιούν διαφορετικές κοινωνικές διαλέκτους. Αποδείξεις για την ύπαρξη κοινωνικών διαλέκτων βρίσκονται ευκολότερα σε μέρη όπως η Ινδονησία και η Ινδία, όπου οι κοινωνικοί διαχωρισμοί είναι πολύ ξεκάθαροι. Σε αυτές τις χώρες υπάρχουν συστήματα κάστας που καθορίζονται από την καταγωγή και ο τύπος της συμπεριφοράς που αρμόζει σε κάθε ομάδα διέπεται από αυστηρούς κοινωνικούς κανόνες. Οι κανόνες αυτοί καλύπτουν θέματα όπως τι είδους δουλειά μπορεί να έχει ένας άνθρωπος, ποιον μπορεί να παντρευτεί, πώς πρέπει να ντύνεται, τι πρέπει να τρώει και πώς πρέπει να συμπεριφέρεται σε διάφορες κοινωνικές περιστάσεις. Δεν προξενεί καμία έκπληξη το ότι αυτές οι κοινωνικές διακρίσεις αντανακλώνται και σε διαφορές στην ομιλία. Η διάλεκτος ενός ατόμου αντανακλά την κοινωνική του προέλευση.

Υπάρχουν αρκετά ξεκάθαρες διαφορές στις ινδικές γλώσσες όπως, για παράδειγμα, στην ομιλία ανάμεσα σε κάστες Βραχμάνων και μη Βραχμάνων. Για παράδειγμα, η λέξη που στη γλώσσα kannada σημαίνει 'γάλα' προφέρεται haalu από τους Βραχμάνους, ενώ στις μη βραχμανικές διαλέκτους προφέρεται aalu. Στην tamil των Βραχμάνων το 'πρόβατο' λέγεται tuungu, ενώ στις μη βραχμανικές διαλέκτους χρησιμοποιείται η λέξη orangu. Τέλος, στη βραχμανική διάλεκτο της tulu γίνονται διακρίσεις φύλου, αριθμού και προσώπου σε αρνητικούς χρόνους του ρήματος, κάτι που δεν συμβαίνει σε μη βραχμανικές διαλέκτους. Και στη γιαβανέζικη επίσης, οι γλωσσικές διαφορές αντανακλούν τους πολύ σαφώς ορισμένους κοινωνικούς διαχωρισμούς ή διαχωρισμούς σε κάστες [...].

Κοινωνική τάξη
Λεξιλόγιο

Ο όρος κοινωνική τάξη χρησιμοποιείται εδώ ως ένας πρόχειρος όρος που αναφέρεται σε διαφορές ανάμεσα σε ανθρώπους οι οποίες έχουν σχέση με διαφορές σε κοινωνικό κύρος, πλούτο και μόρφωση. Οι διευθυντές τραπεζών δεν μιλάνε σαν αυτούς που καθαρίζουν τα γραφεία, οι δικηγόροι δεν μιλάνε όπως οι ληστές τους οποίους υπερασπίζονται. Οι ταξικές διαιρέσεις στηρίζονται σε τέτοιες διαφορές κοινωνικής θέσης. Η κοινωνική θέση αναφέρεται στην υποταγή ή τον σεβασμό που εκφράζουν - ή που δεν εκφράζουν, ανάλογα με την περίπτωση - οι άνθρωποι απέναντι σε κάποιον, και στη δυτική κοινωνία η θέση κάποιου προκύπτει γενικά από τους υλικούς πόρους που έχει υπό τον έλεγχό του, αν και υπάρχουν και άλλοι παράγοντες. Η οικογένεια μπορεί να είναι ένας τέτοιος παράγοντας, ανεξάρτητα από τον πλούτο (το νεότερο παιδί ενός κόμη μπορεί να είναι φτωχό αλλά σεβαστό!). 'Ετσι η τάξη χρησιμοποιείται εδώ ως μια βολική ταμπέλα για ομάδες ανθρώπων που έχουν ομοιότητες όσον αφορά την οικονομική και κοινωνική τους θέση.

Η έρευνα στο πεδίο των κοινωνικών διαλέκτων σε πολλές χώρες έχει αποκαλύψει ότι υπάρχει μια σταθερή σχέση ανάμεσα στην κοινωνική τάξη και τη γλώσσα. 'Ανθρωποι από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις μιλάνε διαφορετικά. Οι πιο εμφανείς διαφορές - στο λεξιλόγιο - είναι από αρκετές πλευρές οι λιγότερο διαφωτιστικές από κοινωνιογλωσσική άποψη, αν και προφανώς εξάπτουν τη φαντασία του κοινού. Στη δεκαετία του '50 στην Αγγλία, εντοπίστηκαν πολλά ζευγάρια λέξεων που, όπως είχε υποστηριχθεί, διέκριναν τον λόγο της ανώτερης αγγλικής τάξης ('U speakers' - 'ομιλητές της Α') από αυτή των υπόλοιπων ('non-U speakers' - 'μη-ομιλητές της Α'). Οι ομιλητές της Α χρησιμοποιούσαν τη λέξη sitting room 'καθιστικό' αντί της λέξης lounge 'σαλόνι' (μη-Α) και αναφέρονταν στο lavatory 'αποχωρητήριο' αντί στη (μη-Α) toilet 'τουαλέτα'.

Μετάφραση Νίκος Γεωργίου

β. Κείμενο 7: Petyt, K. M. 1980. The Study of Dialect: An Introduction to Dialectology. Kεφ.1, Language, dialect and accent. Λονδίνο: André Deutsch, σελ. 27-29.
©

Αν και ο όρος διάλεκτος έχει χρησιμοποιηθεί περισσότερο με αναφορά σε γεωγραφικές διαφορές στο πλαίσιο μιας γλώσσας (π.χ. βόρειες και νότιες διάλεκτοι· διάλεκτοι του Γιόρκσαϊρ, του Λάνκαστερ και του Νορθάμπερλαντ· ή, αναφερόμενος σε λεπτότερες διακρίσεις, π.χ. οι διάλεκτοι του δυτικού και του ανατολικού Γιόρκσαϊρ· ή ακόμη οι διάλεκτοι του Μπράντφορντ, του Χάλιφαξ και του Χάντερσφιλντ, και ούτω καθ' εξής), τα τελευταία χρόνια έχει επίσης χρησιμοποιηθεί με αναφορά στην κοινωνική διάσταση της γλωσσικής διαφοράς.

Για παράδειγμα, τρεις άνθρωποι από την ίδια γεωγραφική περιοχή του δυτικού Γιόρκσαϊρ μπορεί να προφέρουν την πρόταση I'mgoinghometoHuddersfield με αρκετά διαφορετικό τρόπο ο καθένας, π.χ.:

I. [aIm g"UIN heUm tU hΓd"sfi:ld]
II. [am go:In ho:m t" hUd"sfi:ld]
III. [am gUIN U"m/ wm t" Ud"sfIld]

 

Ο άνθρωπος που θα χρησιμοποιήσει την πρώτη παραλλαγή θα είναι σχεδόν αναμφισβήτητα αρκετά υψηλής κοινωνικής θέσης και αυτός που θα χρησιμοποιήσει την τρίτη αρκετά χαμηλής· η δεύτερη παραλλαγή είναι μάλλον η πιο συνηθισμένη στην περιοχή και θα χρησιμοποιηθεί από τους περισσότερους ανθρώπους της μεσαίας τάξης. Οι τρεις παραλλαγές μπορεί να θεωρηθεί ότι αναπαριστούν διαφορετικές κοινωνικές διαλέκτους.

Είναι ορθώς όμως τέτοια ζητήματα μέλημα της διαλεκτολογίας; Οι μη ειδικοί μερικές φορές ισχυρίζονται ότι κάποιες ποικιλίες "δεν είναι πραγματικά διάλεκτοι". Πολλοί από αυτούς θρηνούν το γεγονός ότι σε περιοχές όπου η ''αληθινή διάλεκτος'' κάποτε άνθιζε τώρα το μόνο που ακούγεται είναι μια ''λοξή/ σαχλή λαλιά''. Για παράδειγμα, ο τελευταίος χαρακτηρισμός θα αποδιδόταν από μερικούς ανθρώπους του δυτικού Γιόρκσαϊρ στη φράση [wIge?InUzbUksbakf«v?ti:tS«?«de:] 'we'regettingourbooksbackfromtheteachertoday'·ως απόδοση της ''αυθεντικής'' διαλέκτου θα θεωρούσανε, ας πούμε, την [wIgetIn w«bu:ksbakTr«t:EItS« t«de:].

Αυτή την αντίρρηση στην αντιμετώπιση της κοινωνικής ποικιλότητας ως διαλεκτολογίας δεν θα τη δεχόμουνα. Κάθε γλωσσική ποικιλία αλλάζει αδιάκοπα· στην περίπτωση μιας γεωγραφικής διαλέκτου, κάποιες αλλαγές (π.χ. [bu:k] σε [bUk], [tEIt] σε [ti:tS]) είναι προς την κατεύθυνση της πρότυπης γλώσσας· άλλες μπορεί να έχουν μια κατεύθυνση προς μη πρότυπες εκδοχές (π.χ. η χρήση του γλωσσιδικού κλειστού [?] αντί του [t] - το οποίο μάλιστα είναι συνηθέστερα το χαρακτηριστικό που ευθύνεται για τον χαρακτηρισμό "λοξή"). 'Ομως η ποικιλία παραμένει ακόμη γεωγραφικά προσδιορίσιμη- μια διάλεκτος.

Από την άλλη πλευρά, ο γλωσσολόγος μπορεί να πει ότι η κοινωνική ποικιλότητα είναι το πεδίο της κοινωνιογλωσσολογίας και όχι της διαλεκτολογίας. 'Ομως και αυτό θα το απέρριπτα. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η διαλεκτολογία είναι κλάδος της κοινωνιογλωσσολογίας - όχι όμως ότι η πρώτη πρέπει να περιορίζεται στις γεωγραφικές διαφορές, καθώς η γεωγραφική και η κοινωνική ποικιλότητα προφανώς διαπλέκονται. Τα τρία παραπάνω παραδείγματα εικονογραφούν το γεγονός ότι η ομιλία είναι περισσότερο γεωγραφικά σημαδεμένη προς το κάτω άκρο της κοινωνικής κλίμακας. Ο ομιλητής της πρώτης παραλλαγής ενεργοποιεί τη γεωγραφικά ουδέτερη παραδεδομένη προφορά (RP)· αυτός της δεύτερης θα κρινόταν πως έχει την ιδιαίτερη προφορά του δυτικού Γιόρκσαϊρ· αυτός της τρίτης θα είναι μάλλον διαλεκτόφωνος, η προέλευση του οποίου θα μπορούσε να εντοπιστεί στην περιοχή του Χάντερσφιλντ.

Στη Βρετανία, η ομιλία των ανώτερων κοινωνικών τάξεων τείνει να μην παρουσιάζει μεγάλες διαφορές από τη μια περιοχή στην άλλη. Αυτό οφείλεται μεταξύ άλλων στη μεγαλύτερη γεωγραφική τους κινητικότητα και ιδιαίτερα στο γεγονός ότι αυτές οι ομάδες συνηθίζουν να στέλνουν τα παιδιά τους σε οικοτροφεία, συχνά μακριά από την ιδιαίτερη πατρίδα τους, όπου είναι πιθανόν να εξαφανιστούν γνωρίσματα της τοπικής ομιλίας και να αποκτηθεί η ΠΠ (RP). Αυτοί που βρίσκονται πιο κάτω στην κοινωνική κλίμακα, είναι πιο πιθανό να παραμείνουν κοντά στα σπίτια τους και να λάβουν τη μόρφωσή τους σε σχολεία της περιοχής, συχνά από δασκάλους που έχουν και οι ίδιοι κάποια τοπικά γνωρίσματα στην ομιλία τους· αυτοί επομένως έχουν τοπική ιδιαίτερη προφορά. Οι κατώτερες τάξεις, ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές, τείνουν να είναι οι λιγότερο κινητικές και έχουν τις λιγότερες πιθανότητες να μάθουν ακόμη και την πρότυπη αγγλική· συχνά μιλούν με σημαδεμένες γεωγραφικά προφορές και αποτελούν το κατεξοχήν τμήμα του πληθυσμού που είναι πιθανότερο να χρησιμοποιήσει μια γεωγραφική διάλεκτο.

'Εχει προταθεί ότι η κατάσταση σχετικά με τις γεωγραφικές και κοινωνικές διαλέκτους στη Βρετανία μπορεί να αναπαρασταθεί διαγραμματικά από ένα τρίγωνο (βλέπε την εικόνα), όπου η κάθετη διάσταση αναπαριστά την κοινωνική τάξη και η οριζόντια τη γεωγραφική περιοχή. Στη βάση υπάρχει ένας σημαντικός βαθμός γεωγραφικής διαφοροποίησης, που είναι ευρύτερης στην αγροτική και ανειδίκευτη βιομηχανική εργατική τάξη· αλλά ανεβαίνοντας την κοινωνική κλίμακα η γεωγραφική διαφοροποίηση ελαττώνεται, ώσπου στην κορυφή, στην υψηλότερη τάξη, στην ουσία εξαφανίζεται. Η εκδοχή του διαγράμματος αυτού που παρατίθεται εδώ επιχειρεί επίσης να εκφράσει το γεγονός ότι σε σχέση με τη διάλεκτο (όπως ορίστηκε παραπάνω, δηλ. βάσει του λεξιλογίου, της γραμματικής και ως ένα βαθμό της φωνολογίας) υπάρχει ένα μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνικής ιεραρχίας που χρησιμοποιεί τη μη τοπική πρότυπη αγγλική από ό,τι σε σχέση με την προφορά (δηλ. τη φωνητική και άλλες περιοχές της φωνολογίας), όπου μόνο η υψηλότερη τάξη τείνει να χρησιμοποιεί την "ουδέτερη" ΠΠ (RP).

Μετάφραση Νίκος Γεωργίου

 

γ. Κείμενο 8: Nτάλτας, Π. 1997. Kοινωνιογλωσσική μεταβλητότητα: Θεωρητικά υποδείγματα και μεθοδολογία της έρευνας. Aθήνα: Eπικαιρότητα, σελ. 27-30.
©

Γλωσσικές ποικιλίες και τύποι κοινωνικών ομάδων

Το να γνωρίζει κανείς τους ρόλους του συνεπάγεται κατ' ανάγκη ότι γνωρίζει τα συγκεκριμένα "λόγια", τις συγκεκριμένες συσπειρώσεις γλωσσικών στοιχείων (δηλαδή τη γλωσσική ποικιλία), που απαιτεί κάθε ρόλος. Θα εννοήσουμε εδώ τη γλωσσική ποικιλία, όχι ως ένα κλειστό, πάγιο σύστημα αλλά ως μια πρωτοτυπικά οργανωμένη συσπείρωση γλωσσικών στοιχείων τα οποία, εντός των ασαφών, ρευστών, ορίων της συσπείρωσης, παρουσιάζουν παρόμοια σε διάφορους βαθμούς κοινωνική κατανομή και μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό αντιπροσωπευτικότητας του πρωτοτύπου το καθένα (Hudson 1980, 24). Τα μέλη μιας κοινωνίας μεταβαίνουν από τον ένα ρόλο στον άλλο, και κατά συνέπεια από τη μια γλωσσική ποικιλία στην άλλη, βάσει διαφόρων καθοριστικών παραγόντων όπως είναι οι αποστάσεις και τα εμπόδια στον χρόνο καθώς και στον γεωγραφικό και κοινωνικό χώρο, το φύλο, τη φυλή, κ.ά.

Είπαμε ανωτέρω ότι τα μέλη μιας κοινωνίας συμμετέχουν αναγκαστικά σε διάφορες υποομάδες και είναι υποχρεωμένα να καταρτίζουν βαθμηδόν το αντίστοιχο σύνολο ρόλων και να βελτιώνουν σταδιακά την επίδοσή τους ως ερμηνευτών των ρόλων αυτών. Πράγματι, ένα άτομο μπορεί να οριστεί κοινωνικά από τη συμμετοχή του ή μη σε διάφορες ομάδες, είτε βιολογικές (φύλο, φυλή, συγγένεια, ηλικία, κ.ά.) είτε κοινωνικο-ψυχολογικές (εκκλησία, έθνος, κοινωνική τάξη, επάγγελμα κ.ά.). Η συμμετοχή αυτή όμως ούτε απλή είναι ούτε απαλλαγμένη προβλημάτων, και αυτό ισχύει όχι μόνο για τις κοινωνικο-ψυχολογικές ομάδες, πράγμα εύλογο, αλλά και για τις βιολογικές.

Πρώτα-πρώτα, ο βαθμός ελευθερίας κατά την επιλογή διαφόρων ομάδων μπορεί να ποικίλλει σημαντικά: δεν μπορούμε να επιλέξουμε ούτε να μεταβάλουμε την ηλικία μας, ή υπό ομαλάς συνθήκας, το φύλο μας (αν και η στάση μας απέναντι στα βιολογικά δεδομένα μπορεί να διαφοροποιείται: ας σκεφτούμε τους ηλικιωμένους που νεάζουν, τα παιδιά που μικρομεγαλίζουν ή τους άνδρες ή τις γυναίκες που δεν έχουν συμφιλιωθεί με το φύλο τους), ενώ αντίθετα είναι εύκολο σχετικά να επιλέξουμε την εκκλησία μας ή το επάγγελμά μας. Βεβαίως, η δυνατότητα αλλαγής επαγγέλματος που έχει ένας Μεξικάνος ο οποίος "ασχολείται" με τη διαλογή σκουπιδιών στις χωματερές της Πόλης του Μεξικού διαφέρει κάπως από την ανάλογη δυνατότητα ενός αποφοίτου του Χάρβαρντ. Το ίδιο ισχύει και για ένα μέλος της κάστας των μιασμάτων των Ινδιών ή της Ιαπωνίας που θα ήθελε να αλλάξει κάστα, σε σύγκριση προς ένα μέλος κατώτερης κοινωνικής τάξης σε χώρα με υψηλό βαθμό κοινωνικής κινητικότητας. Παρόμοιες δυσκολίες θα συναντούσε και ένας καθολικός Ισπανός που θα ήθελε να ασπαστεί τον προτεσταντισμό την εποχή που κυριαρχούσε η Ιερά Εξέταση στη χώρα του, ή ένας Αλβανός με περιηγητικές φιλοδοξίες την εποχή του Εμβέρ Χότζα. Η ανάλυσή μας, όμως, λόγω του επιπέδου γενικότητας στο οποίο κινείται σε αυτό το σημείο, δεν επηρεάζεται από τις αναμφισβήτητες και αβυσσαλέες αυτές διαφορές ως προς τη δυνατότητα επιλογής κοινωνικοψυχολογικής ομάδας.

Πριν αποφασίσουμε ότι θα θέλαμε να ανήκουμε σε μια κοινωνική ομάδα, θα πρέπει να μπορούμε να την εντοπίσουμε μέσα στο κοινωνικό σύμπαν και να διακρίνουμε μικρό έστω υποσύνολο των διαφοροποιητικών της χαρακτηριστικών, δηλαδή ακριβώς όπως συμβαίνει με όλα τα πρωτότυπα που μας περιβάλλουν -διότι και τις κοινωνικές ομάδες ως πρωτότυπα τις προσεγγίζουμε. Είτε η δυνατότητά μας να επιλέξουμε μια κοινωνική ομάδα είναι μεγάλη, είτε είναι μικρή ή ανύπαρκτη, μπορούμε πάντως να ανήκουμε σε αυτή ολόψυχα, χλιαρά ή κατά συνθήκη, δηλαδή μπορούμε να αποφασίσουμε σε ποιον βαθμό θέλουμε να ταυτιστούμε με αυτή ή να γίνουμε δεκτοί από αυτή. Από την οπτική αυτή, μπορούμε να αναγνώσουμε διαφορετικά το Διάγραμμα 1.1., ανωτέρω, δηλαδή ότι η θέση του σημείου Α μέσα σε ένα κύκλο - κοινωνική ομάδα μπορεί να δηλώνει όχι μόνο την ιεραρχική του βαθμίδα αλλά και την προθυμία του να ανήκει στην ομάδα ή το πόσο αποδεκτή είναι η παρουσία του από τα άλλα μέλη της ομάδας. Τις λεπτομερέστερες αυτές σχέσεις παριστά το Διάγραμμα 1.2., στο οποίο οι τρεις συμβολισμοί του αυτού ατόμου Α δηλώνουν, το μεν Α΄ τον βαθμό ψυχολογικής ταύτισης του ανθρώπου μας Α με την ομάδα. Το σημείο Α΄΄ δηλώνει τον βαθμό κατάκτησης εκ μέρους του Α του γλωσσικού και λοιπού συμπεριφορικού κώδικα της ομάδας· και τέλος, το Α΄΄΄ σημειώνει την ιεραρχική θέση που τα άλλα μέλη της ομάδας έχουν παραχωρήσει στον νεήλυδα, δηλαδή αν τον θεωρούν αρχηγό τους, μέλος της ηγετικής ομάδας, κοινό μέλος, περιθωριακό μέλος ή αν είναι ανεπιθύμητος. Στο διάγραμμα, ο Α εμφανίζεται να ταυτίζεται ολόψυχα με την ομάδα (κεντρική θέση του Α΄), να κατέχει τον συμπεριφορικό κώδικα, συμπεριλαμβανομένου και του γλωσσικού, σε μέτριο βαθμό (θέση Α΄΄ ανάμεσα στο κέντρο και την περιφέρεια), και να έχει επιτύχει περιθωριακή μόνο ιδιότητα μέλους (θέση Α΄΄΄ επάνω στην περιφέρεια).

.

Διάγραμμα 1.2.: Συμμετοχή ενός ανθρώπου Α σε μια κοινωνική ομάδα

 

Α΄: Βαθμός ψυχολογικής ταύτισης
Α΄΄: Βαθμός κατάκτησης του κώδικα της ομάδας
Α΄΄΄: Βαθμός αποδοχής του Α από την ομάδα

Φαίνεται λοιπόν, ότι η πολιτιστική κληρονομιά για την οποία μας μίλησε ο Firth, το κοινωνικό σύμπαν μέσα στο οποίο γεννιόμαστε, είναι πολυδιάστατη/ο, όπως επισημαίνει ο Hudson (1980, 83 κ.ε.), ή, μπορούμε να πούμε εμείς, περιλαμβάνει έναν δυνητικά άπειρο αριθμό κόσμων (αν και ο αριθμός τους μπορεί να ποικίλλει από κοινωνία σε κοινωνία). Κατά το μέτρο που επιτυγχάνουμε να εντοπίσουμε κάποιους από αυτούς τους κόσμους, τοποθετούμαστε ως προς καθέναν από αυτούς επάνω σε διάφορους άξονες, και το ίδιο κάνουμε και για τους άλλους ανθρώπους, καθώς και για τα στοιχεία της γλωσσικής και εξωγλωσσικής συμπεριφοράς τους, από τα οποία καλούμεθα να επιλέξουμε και εμείς, προκειμένου να καταρτίσουμε το δικό μας ρεπερτόριο κοινωνικών κωδίκων. Διότι η θέση μας επάνω στους διάφορους άξονες, βάσει των οποίων ορίζεται η συμμετοχή μας σε καθεμιά από τις σφαίρες που έχουμε κατορθώσει να επισημάνουμε μέσα στο πολιτιστικό μας σύμπαν, έχει καθοριστική επίδραση στον τρόπο με τον οποίο ενσαρκώνουμε τους αντίστοιχους ρόλους καθώς και στον βαθμό γλωσσικής εξειδίκευσης τον οποίο επιτυγχάνουμε.

δ. Κείμενο 9: Πετρούνιας, E. 1984. Nεοελληνική γραμματική και συγκριτική («αντιπαραθετική») ανάλυση. Θεσσαλονίκη: University Studio Press, σελ. 118-119.
© University Studio Press

Κοινωνικές διάλεχτοι και επίπεδα λόγου

Διακρίνουμε επίσης διαφορετικά επίπεδα λόγου (styles, registers), που συχνά πλησιάζουν προς τη διάκριση των κοινωνικών διαλέχτων: ύφος επίσημο/ ύφος ανεπίσημο, ύφος γραφτό/ προφορικό, ύφος επιστημονικό-λόγιο-δοκιμιογραφικό-λογοτεχνικό-ουδέτερο-οικείο-λαϊκό-μάγκικο-χυδαίο. Η επιλογή του καθενός καθορίζεται απο το άτομο που απευθυνόμαστε, απο το είδος του μηνύματος και την εντύπωση που θέλουμε να κάνουμε. Λέξεις, εκφράσεις, καμιά φορά προφορά και επιτονισμός κατάλληλα για ένα επίπεδο μπορεί να είναι ακατάλληλα για ένα άλλο.

Συχνά είναι ο συνδυασμός λέξεων, και προπαντός λέξεων που φανερώνουν τυπικές κοινωνικές συνθήκες, που θεωρείται σαν ταιριαστός ή αταίριαστος. 'Αν κάποιος πει: "τί χαμπάρια, κύριε πρύτανη;" ή θα υποθέσουμε οτι είναι "άξεστος χωριάτης" ή οτι θέλει να κάνει καλαμπούρι ή ίσως οτι θέλει να μειώσει τον συνομιλητή-του. Η αλλαγή σε πιό οικείο ή ακόμη και σε μάγκικο ύφος, προπαντός απο έναν ανώτερο, μπορεί να γίνει όχι οπωσδήποτε για προσβολή, αλλά σάν προσπάθεια πιό άνετης επικοινωνίας. Διαλέγοντας το κατάλληλο επίπεδο λόγου μπορούμε να πετύχουμε μεγαλύτερη οικειότητα ή αντίστροφα να δημιουργήσουμε απόσταση απο τον συνομιλητή ή τον αναγνώστη. Ακριβώς η ταιριαστή χρήση των επίπεδων λόγου είναι κάτι που θα άξιζε να διδάσκεται στα σχολεία.

'Ατομα χωρίς γνώση διαφορετικών επίπεδων λόγου, και ακόμη χειρότερα χωρίς κατανόηση της διαφοράς των κοινωνικών διαλέχτων, καταρχή στερούνται διάφορες απολαύσεις που παρέχει η γλώσσα, όπως το χιούμορ ή ο ποιητικός λόγος. Επιπλέον εμποδίζονται στη δουλειά-τους και στην κοινωνική-τους άνοδο. Συχνά άτομα απο τις φτωχότερες τάξεις βρίσκονται γι' αυτό τον λόγο σε μειονεχτική θέση. Αλλά και μορφωμένοι δέν είναι αποτελεσματικοί στη δουλειά-τους, επειδή ούτε οι ίδιοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν, ούτε και καταλαβαίνουν ένα άλλο επίπεδο λόγου ή μιά διαφορετική κοινωνική διάλεχτο. Συχνά το παρατηρούμε αυτό σε θλιβερές συνεντεύξεις που παρουσιάζουν στην τηλεόραση αυτοσχέδιοι ρεπόρτερ και ανειδίκευτοι δημοσιογράφοι.

Η διάκριση ανάμεσα στα επίπεδα λόγου ή στις κοινωνικές διαλέχτους είναι απο τα πιό δύσκολα προβλήματα στη διδασκαλία των ξένων γλωσσών. Είναι ενδιαφέρον οτι ακόμα κι άν δεχόμαστε την όχι σωστή χρήση που κάνει ένας ξένος σε διάφορα επίπεδα, δύσκολα δεχόμαστε απο μέρος-του τη χρήση της γλώσσας της πιάτσας, άν δεν χειρίζεται τη γλώσσα πραγματικά πολύ καλά.

Το επιστημονικό και το λόγιο ύφος, συχνά η γλώσσα των κρατικών εγγράφων, καμιά φορά και η λογοτεχνία, προσπαθούν να μένουν μέσα σε κάποια παράδοση, επομένως είναι πιό συντηρητικά, και στη συντηρητικότητα βοηθάει η γραφή, που δίνει πληροφορίες για παλιότερες χρήσεις. 'Ετσι δημιουργείται ένα επίσημο ύφος που άν αφεθεί αχαλίνωτο, μπορεί κάποτε να οδηγήσει σε διγλωσσία.

Στην Ελλάδα για πολλές δεκαετίες τον ρόλο του επίσημου ύφους τον έπαιξε η καθαρεύουσα και η καθαρευουσιάνικη παράδοση σ αυτήν την περιοχή δέν έχει ακόμη ξεπεραστεί. Καθώς μάλιστα το επίσημο ύφος το χρησιμοποιούν βασικά οι μορφωμένοι, και καθώς όπως αναφέρθηκε τα επίπεδα λόγου και οι κοινωνικές διάλεχτοι συχνά πλησιάζουν μεταξύ -τους, αυτός είναι ένας βασικός λόγος που το ιδίωμα των μορφωμένων παρουσιάζει έντονες καθαρευουσιάνικες επιδράσεις.