Κείμενο 5: Σακελλαρόπουλος, Π. 1998. Σχέσεις μητέρας-παιδιού τον πρώτο χρόνο της ζωής. Αθήνα: Παπαζήσης, σελ. 185-188.
© Παπαζήσης

 

ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ

 

Οι μητέρες είναι πάντοτε περήφανες όταν λένε πως το παιδί τους χαμογέλασε πολύ νωρίς. Αυτό δείχνει ότι έχουν κατανοήσει την κεφαλαιώδη σημασία του χαμόγελου για την ψυχική εξέλιξη του παιδιού. Είναι όμως πράγματι το χαμόγελο από την αρχή ψυχική εκδήλωση; Η απάντηση είναι αρνητική. Το πρώτο χαμόγελο είναι υποφλοιώδες αντανακλαστικό, που προκαλείται από τη σύσπαση των μυών και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μιμική έκφραση, αλλά ως κίνηση των μυών του προσώπου που ανήκει και αυτή στην αρχαϊκή νευρομυϊκή δραστηριότητα μιας ομάδας από αυτούς. Συχνά, το υποφλοιώδες αυτό χαμόγελο δεν είναι καν αυθόρμητο, αλλά εμφανίζεται ως απάντηση στον ερεθισμό του δέρματος του προσώπου ή σε αισθήματα που οφείλονται στη σπλαχνική αισθητικότητα.

Οι διάφοροι συγγραφείς, ανάλογα με τα κριτήρια στα οποία βασίζονται ή τους ερεθισμούς τους οποίους ασκούν για να το προκαλέσουν, εντοπίζουν την εμφάνιση του χαμόγελου ανάμεσα στην πρώτη μέρα της ζωής και τον τρίτο μήνα ή και αργότερα.

 

Ο H. Wallon [...] υποστηρίζει ότι οι παράγοντες που το προκαλούν στην αρχή είναι οι ερεθισμοί του δέρματος του προσώπου (γαργαλίσματα, επαφή της θηλής με το μάγουλο, κλπ.) που ασκούνται κοντά στους μυς, οι οποίοι παράγουν το χαμόγελο. 'Επειτα έρχονται οι γενικότεροι ερεθισμοί, οι οποίοι έχουν και σαφή συναισθηματικό τόνο (λουτρό, θηλασμός, ανάπαυση μετά τον θηλασμό, ύπνος). Λίγο αργότερα αρχίζει η δράση των αισθητηριακών εντυπώσεων (φως, ήχοι). Τέλος, εμφανίζεται με βεβαιότητα ο ανθρώπινος παράγοντας (πρόσωπο, βλέμμα, φωνή). Η τελευταία αυτή φάση αντιστοιχεί κατά τον Wallon στο διάστημα ανάμεσα στην 28η μέρα και την 7η εβδομάδα."

 

Για τον M. Bergeron (1961) "το χαμόγελο είναι κατ' αρχάς αντανακλαστικό· στην ηλικία του 1,5 μήνα πηγάζει ακόμα αναμφίβολα από μεσεγκεφαλικούς μηχανισμούς. Γύρω στο 2ο και 3ο μήνα εξελίσσεται σε εκδήλωση μετά από μίμηση, και λίγο αργότερα γίνεται αυθόρμητη εκδήλωση".

 

Ο André-Thomas (1959) λέει ότι κατά την 5η ή 6η εβδομάδα "το παιδί απευθύνει το πρώτο χαμόγελο στη μητέρα του... Η θέα της μητέρας, που εγγράφεται καθημερινά και επικυρώνεται, πρέπει να θεωρείται ως το θεμελιώδες στοιχείο που προκαλεί την αντίδραση".

 

Ο R. Spitz [...] θεωρεί το χαμόγελο, στην αρχή, ως μηχανική κίνηση των μυών και αργότερα, γύρω στον 3ο μήνα, ως αντίδραση στο ανθρώπινο πρόσωπο, διευκρινίζοντας ότι το παιδί δεν χαμογελά, ακόμη στην ανθρώπινη υπόσταση, στο πρόσωπο αυτό καθαυτό, αλλά σε ένα σύνολο στοιχείων τα οποία απαρτίζουν τη μορφή ως μια οργανωμένη αντιληπτική ολότητα.

 

Η μελέτη του R. Spitz πάνω στο χαμόγελο είναι άξια εκτενέστερης ανάλυσης, γιατί αποτελεί σημαντικότατη συμβολή στην κατανόηση του μηχανισμού εμφάνισης του χαμόγελου και της σημασίας του για την ανάπτυξη των σχέσεων του παιδιού με το περιβάλλον του. Κατά τον R. Sptitz, το χαμόγελο εμφανίζεται μετά την έναρξη του 3ου μήνα. Υπάρχουν βέβαια, λέει, σημαντικές ατομικές διαφορές όσον αφορά την ημερομηνία εμφάνισης του χαμόγελου· ο R. Spitz παρατήρησε προοδευμένα βρέφη, τα οποία χαμογέλασαν την 26η μέρα και άλλα τα οποία χαμογέλασαν κατά τον 6ο μήνα.

 Για την εμφάνιση του χαμόγελου ο Spitz λέει: "Το κατ' αποκλειστικότητα ενδιαφέρον, το οποίο εκδηλώνει το βρέφος κατά τον δεύτερο μήνα για το ανθρώπινο πρόσωπο κατά προτίμηση από όλα τα άλλα πράγματα του περιβάλλοντός του, θα αποκρυσταλλωθεί κατά τον 3ο μήνα με τη μορφή μιας ιδιαίτερης και ειδικής αντίδρασης. Η σωματική ωρίμανση και η ψυχική ανάπτυξη έχουν προοδεύσει αρκετά, ώστε να επιτρέψουν στο βρέφος να κινητοποιήσει τα φυσικά του (σωματικά) μέσα, βάζοντας τα στην υπηρεσία της εμπειρίας του και να τα ενεργοποιήσει με τη μορφή ψυχικών απαντήσεων. Τώρα απαντά στο πρόσωπο του ενήλικα με χαμόγελο...".

Ο Spitz θεωρεί την εμφάνιση του κοινωνικού χαμόγελου ως γεγονός εξαιρετικής σημασίας για την εξέλιξη του παιδιού: "Είναι, λέει, η πρώτη ενεργός, αμυδρή λάμψη της μετάβασης του βρέφους από την πλήρη παθητικότητα στην ενεργή συμπεριφορά". Δηλαδή, είναι μια μορφή συναισθηματικής επαφής με το περιβάλλον, η οποία θα του επιτρέψει την ανάπτυξη της επικοινωνίας με αυτό. Ο R. Spitz συμπεραίνει αφενός ότι το παιδί δεν χαμογελά μόνο στο πρόσωπο της μητέρας αλλά στο πρόσωπο του ενήλικα γενικά. Αφετέρου ότι το χαμόγελο δεν απευθύνεται στο ανθρώπινο ον ως πλήρη υπόσταση, ως "αντικείμενο", αλλά σε μια αντιληπτική ολότητα-σήμα [gestalt-signal], η οποία ανήκει μάλλον στα "πράγματα". Το παιδί αναγνωρίζει τα επιμέρους εξωτερικά χαρακτηριστικά του ανθρώπινου προσώπου και μόλις τα χαρακτηριστικά αυτά μεταβληθούν, λόγω της αλλαγής θέσης (μετάβαση από την κατά μέτωπο παρουσίαση στην παρουσίαση από τα πλάγια), το παιδί σταματά να αναγνωρίζει την ταυτότητα τους και η απάντηση στο σήμα εξαφανίζεται.

 

Το γεγονός όμως ότι το σήμα αυτό το παιδί το επεξεργάστηκε και το εγκατέστησε χάρη στη γένεση των πρώτων σχέσεων με το ανθρώπινο ον, στη προκειμένη περίπτωση με τη μητέρα, προσδίδει στο πρόσωπο της μητέρας ποιοτική αξία ανώτερη από αυτή των άψυχων πραγμάτων και της εξασφαλίζει ένα ρόλο προδρόμου στην πιο εξελιγμένη σχέση η οποία θα εγκαθιδρυθεί αργότερα ανάμεσα σε αυτήν και το παιδί. Σ' αυτή τη μελλοντική σχέση, το παιδί θα αντιλαμβάνεται και θα αισθάνεται τη μητέρα ως ανθρώπινο σύντροφο, ως αντικείμενο. 'Ετσι θα εγκαθιδρυθεί η ουσιαστική σχέση με το αντικείμενο. Κατά τη στιγμή της εμφάνισης του χαμόγελου, η σχέση είναι ακόμη προ-αντικειμενοτρόπος και, κατά τον R. Spitz, αυτή η ολότητα-σήμα, αυτό το σύνολο μέτωπο-μάτια-μύτη, παίζει τoν ρόλο ενός πρόδρομου αντικειμένου [objet précurseur].