Κείμενο 5: Χριστίδης, Α.-Φ. 1999. 'Οψεις της μεταφοράς. Στο Γλώσσα και νόηση, επιμ. Δ. Κατή, Μ. Κονδύλη & Β. Νικηφορίδου, 197-206. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

© Αλεξάνδρεια

 

 

[...] Το φαινόμενο της μεταφοράς αποτελεί δοκιμασία για μια συγκεκριμένη -και επίσης αρχαία- αντίληψη για τη λογικότητα. Και αποτελεί δοκιμασία γιατί η μεταφορά απειλεί μια βασική δομή του λόγου και της λογικότητας: την πρόταση, σαν ένα αρθρωμένο σύνολο διακεκριμένων κατηγοριών, και τη λογική της λειτουργία: την κατηγόρηση. Στη μεταφορά οι κατηγοριακές αρθρώσεις μοιάζουν να καταργούνται μέσα από τη συμπύκνωση σημασιών και η προτασιακή αποφαντική λογικότητα μοιάζει να υπονομεύεται από το παράδοξο ή και "παράλογο" "είναι" της μεταφοράς: Ο Γιάννης είναι γουρούνι.

 

Ο κλασικός χειρισμός για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα που δημιουργεί η μεταφορά για την προτασιακή λογικότητα, ήταν να αναχθεί η μεταφορά στην παρομοίωση -να αναχθεί το παράδοξο και το "παράλογο" "είναι" της μεταφοράς στο "είναι σαν" της παρομοίωσης, που σέβεται τις κατηγοριακές και σημασιακές οροθετήσεις και δεν παραβιάζει τους κανόνες της λογικότητας. Η κλασική αυτή λύση έχει βέβαια περισσότερες από μία παραλλαγές. Αρκεί να αναφέρω απόψεις όπως του Davidson, όπου δεν εμφανίζεται η αναγωγή της μεταφοράς στην παρομοίωση -που άλλωστε παρουσιάζει ποικίλες δυσκολίες- αλλά μετατίθεται το πρόβλημα της μεταφοράς από τη γλωσσική δομή στη γλωσσική χρήση: κατά τον Davidson, η μεταφορά δεν αφορά το "συμβατικό" προτασιακό νόημα -αυτό δεν είναι ποτέ μεταφορικό- αλλά την παραγωγή και την κατανόηση της πρότασης. Ο Davidson υποστηρίζει ότι αυτό που θα πρέπει να εντοπιστεί είναι οι στρατηγικές με τις οποίες ο ομιλητής εννοεί και ο ακροατής κατανοεί κάτι διαφορετικό απ' αυτό που σημαίνει η πρόταση.

 

Αν η αναγωγή της μεταφοράς στην παρομοίωση εξαφανίζει τη μεταφορά, σώζοντας έτσι την προτασιακή λογικότητα, η θεωρία του Davidson εξορίζειτη μεταφορά στον χώρο της γλωσσικής χρήσης διατηρώντας τη γλωσσική δομή -την πρόταση- αμόλυντη από τη μεταφορά. Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο παρά τη διαφορετική πορεία: διασώζονται οι "καθορισμένες" σημασίες των λέξεων - "sensestheyareordainedfor", κατά τη διατύπωση του Hobbes, που απειλούνται από την ανατρεπτική λειτουργία της μεταφοράς.

 

Η καλύτερη ίσως συνόψιση της αρχαίας αντιπαράθεσης του προτασιακού λόγου και της προτασιακής λογικότητας με τη μεταφορά βρίσκεται στη διατύπωση του Locke: η μεταφορά και άλλα σχετικά ρητορικά σχήματα πρέπει να στιγματίζονται, γιατί "υποβάλλουν ψευδείς ιδέες, κινούν τα πάθη, κι έτσι παραπλανούν την ορθή κρίση κι αποτελούν εργαλεία εξαπάτησης" (…insinuatewrongideas, movethepassions, andtherebymisleadthejudgment, andsoindeedareperfectcheats).

 

Στον φορτισμένο αυτό χαρακτηρισμό με τον οποίο ο Locke επιχειρεί να "εξορκίσει" τη μεταφορά, κρύβεται, βέβαια, η ουσία της. Θα ξαναγυρίσουμε σύντομα στη σχέση "πάθους" και μεταφοράς αλλά για την ώρα θα πρέπει να επισημάνουμε ότι, αν μια ολόκληρη παράδοση επιχειρεί να εξορκίσει" τη μεταφορά, μια άλλη εξίσου αρχαία παράδοση, -αντι-ιντελεκτουαλιστική, ιρασιοναλιστική, μυστική" κάποτε- την εγκαθιστά στο κέντρο του λόγου και της λογικότητας. Αυτή την παράδοση, όπως είναι γνωστό, απηχεί στα νεότερα χρόνια η φωνή του Nietzsche. Για τον Nietzsche δεν υπάρχει μη ρητορική, "φυσική" γλώσσα. Οι ρητορικοί τρόποι δεν είναι κάτι που μπορεί να προστεθεί ή να αφαιρεθεί από τη γλώσσα κατά βούληση και αποτελούν τη γνησιότερη όψη της φύσης της. Δεν υπάρχει, κατά τον Nietzsche, πραγματική έκφραση και πραγματική γνώση πέρα από τη μεταφορά.

 

"Θέρμη" και "φως" (LichtundWärme, Humboldt [1836] 1988), "πάθος" και "λόγος". Αυτά τα δύο αξεδιάλυτα συστατικά της ανθρώπινης νόησης και του ανθρώπινου ψυχισμού πολώνονται στην αρχαία αυτή αντιπαράθεση και διεκδικούν -το καθένα για τον εαυτό του- την πρώτη θέση. Και η μεταφορά είναι ένα από τα στρατηγικά μέτωπα στα οποία διαδραματίζεται αυτή η σύγκρουση.