α. Κείμενο 4: Haugen, E. 1972. Dialect, language, nation. Στο Sociolinguistics: Selected Readings, επιμ. J. B. Pride & J. Holmes, 97-111. Λονδίνο: Penguin Books, σελ. 107.

Στη διάρκεια μιας έρευνας των πρότυπων γλωσσών, ο Ferguson πρότεινε) την κατάταξή τους με βάση δυο διαστάσεις: τον βαθμό τυποποίησής τους (Τ 0, 1, 2) και την αξιοποίησή τους στη γραφή (Γ 0, 1, 2, 3). Το μηδέν σήμαινε, σε κάθε περίπτωση, απουσία αξιοσημείωτης τυποποίησης ή γραφής. Ο βαθμός Τ1 σήμαινε ότι μια γλώσσα είχε τυποποιηθεί σε περισσότερες από μία μορφές της, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση της αρμενικής, της ελληνικής, της σερβο-κροατικής, και της hindi-urdu. Συμπεριέλαβε επίσης και τη νορβηγική, αλλά είναι τουλάχιστον αμφισβητήσιμο ότι πρόκειται για δύο γλώσσες. Ο βαθμός Τ2 αφορά γλώσσες με "μια μοναδική, ευρέως αποδεκτή νόρμα, η οποία θεωρείται κατάλληλη -με ασήμαντες μόνο τροποποιήσεις ή παραλλαγές- για όλους τους σκοπούς για τους οποίους χρησιμοποιείται η γλώσσα". Τον βαθμό Γ1 τον εφάρμοσε σε γλώσσες που χρησιμοποιούνται για "συνηθισμένους γραπτούς σκοπούς", τον Γ2 σε γλώσσες που χρησιμοποιούνται για "πρωτότυπη έρευνα στις φυσικές επιστήμες", και τον Γ3 σε αυτές που χρησιμοποιούνται για "μεταφράσεις και περιλήψεις επιστημονικών έργων σε άλλες γλώσσες".

Αυτές οι κατηγορίες υποδηλώνουν την πορεία που θα πρέπει να ακολουθήσουν οι "υπανάπτυκτες" γλώσσες, ώστε να γίνουν επαρκή εργαλεία στην υπηρεσία ενός σύγχρονου κράτους. Η τυποποίηση στην οποία αναφέρεται ο Ferguson αφορά καταρχήν την ανάπτυξη της μορφής μιας γλώσσας, δηλ. της γλωσσικής της δομής, συμπεριλαμβανομένης της φωνολογίας, της γραμματικής και του λεξιλογίου. Το στάδιο αυτό θα το ονομάσουμε κωδικοποίηση. Η κλίμακα του Ferguson που αναφέρεται στη "γραπτή χρήση", αφορά μάλλον τις λειτουργίες μιας γλώσσας. Αυτό το στάδιο θα το ονομάσουμε καλλιέργεια/επεξεργασία, όρος που στηρίζεται σε έναν παρόμοιο του Bernstein [...] και αντιστοιχεί στον όρο Ausbau του Kloss. Ως ιδανικοί στόχοι μιας πρότυπης γλώσσας, η κωδικοποίηση μπορεί να οριστεί ως ελάχιστη διαφοροποίηση ως προς τη μορφή, και η καλλιέργεια ως μέγιστη διαφοροποίηση ως προς τη λειτουργία.

Μετάφραση Νίκος Γεωργίου

β. Κείμενο 5: Haugen, E. 1972. Dialect, language, nation. Στο Sociolinguistics: Selected Readings, επιμ. J. B. Pride & J. Holmes, 97-111. Λονδίνο: Penguin Books, σελ. 109-110.

Ούτε η κωδικοποίηση ούτε η καλλιέργεια είναι πιθανό να σημειώσουν τρομερή πρόοδο, αν η κοινότητα δεν μπορεί να συναινέσει στην επιλογή κάποιου είδους μοντέλου, από το οποίο να μπορεί να προκύψει η νόρμα. 'Οπου είναι να καθιερωθεί μια νέα νόρμα, το πρόβλημα θα είναι τόσο πολύπλοκο όσο και η κοινωνιογλωσσική δομή των ανθρώπων που εμπλέκονται. Η δυσκολία θα είναι μικρή εκεί όπου όλοι μιλάνε ουσιαστικά το ίδιο, κατάσταση που συναντάται σπάνια.

Αλλού, θα είναι απαραίτητο να παρθούν κάποιες δυσάρεστες αποφάσεις. Η επιλογή μιας καθομιλουμένης για νόρμα ευνοεί την ομάδα που μιλάει αυτή την ποικιλία. Τους προσδίδει κύρος ως φορείς της νόρμας και προβάδισμα στον αγώνα για ισχύ και κοινωνική θέση. Αν υπάρχει ήδη μια αναγνωρισμένη ελίτ με μια χαρακτηριστική καθομιλούμενη, είναι σχεδόν αναπόφευκτο ότι η νόρμα της θα κυριαρχήσει. Αλλά, όπου υπάρχουν κοινωνικά ισότιμες ομάδες ανθρώπων μέσα στην κοινωνία, συνήθως γεωγραφικά ή φυλετικά κατανεμημένες, η επιλογή της ποικιλίας της μιας θα συναντήσει την αντίσταση των υπολοίπων.

Η αντίσταση θα είναι πιθανόν τόσο ισχυρότερη, όσο μεγαλύτερη είναι η γλωσσική απόσταση εντός της ομάδας. Συχνά πρόκειται για ζήτημα αλληλεγγύης έναντι αλλοτρίωσης: μια ομάδα που συνδέεται με ισχυρούς δεσμούς αλληλεγγύης είναι πρόθυμη να ξεπεράσει μεγάλες γλωσσικές διαφορές, ενώ μια άλλη, στην οποία δεν συμβαίνει το ίδιο, μπορεί να αποξενωθεί από σχετικά μικρές διαφορές. Εκεί όπου οι μεταβάσεις είναι σταδιακές, είναι πιθανό να συναντήσουμε μια κεντρική διάλεκτο, που βρίσκεται ανάμεσα στα άκρα, μια διάλεκτο που να είναι ευκολότερο να τη μάθει κανείς και η οποία θα συνεισφέρει περισσότερο από όλες στη συνοχή της ομάδας.

Εκεί όπου αυτό είναι αδύνατο, ίσως χρειαστεί να καταφύγουμε στην κατασκευή μιας νέας πρότυπης. Σε κάποιο βαθμό αυτό συνέβη με φυσικό τρόπο κατά την ανάδυση των παραδοσιακών νορμών· η αντιγραφή του φαινομένου αυτού και η εφαρμογή του σε νέες υπήρξε ο στόχος πολλών γλωσσικών αναμορφωτών. Για συγγενείς διαλέκτους μπορεί κάποιος να εφαρμόσει αρχές της γλωσσικής αποκατάστασης, ώστε να κατασκευάσει μια υποθετική μητέρα γλώσσα, κοινή για όλες. 'Η μπορεί να καθοδηγηθεί από μια πραγματική ή υποτιθέμενη μητέρα-γλώσσα, που υπάρχει σε παλαιότερα, παραδοσιακά γραπτά κείμενα. 'Η μπορεί να συνδυάσει τις μορφές που έχουν την ευρύτερη χρήση, με την ελπίδα ότι θα κερδίσουν ευκολότερα τη γενική αποδοχή. Αυτές οι τρεις διαδικασίες -η συγκριτική, η εξαρχαϊστική και η στατιστική- μπορούν εύκολα να συγκρουστούν, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνουν τις αποφάσεις. Σε χώρες όπου υπάρχουν πραγματικά διαφορετικές γλώσσες, οι οποίες σε μερικά αφρικανικά έθνη ανέρχονται σε περισσότερες από εκατό, θα είναι απαραίτητο είτε να αναγνωριστούν πολλές νόρμες είτε να εισαχθεί μια ξένη νόρμα, η οποία θα είναι συνήθως μια διεθνής γλώσσα, όπως η αγγλική ή η γαλλική.

Τέλος, μια πρότυπη γλώσσα, εάν δεν είναι να παραμεριστεί ως νεκρή, θα πρέπει να έχει ένα σώμα χρηστών. Η αποδοχή της πρότυπης, έστω και από μια μικρή αλλά με επιρροή ομάδα, είναι μέρος της ζωής της γλώσσας. Οποιαδήποτε εκμάθηση χρειάζεται τη δαπάνη χρόνου και ενέργειας και πρέπει κάπως να συνεισφέρει στην ευδαιμονία των διδασκομένων, αν είναι να μην φυγοπονούν στα μαθήματά τους. Μια πρότυπη γλώσσα, που είναι το όργανο μιας αρχής, όπως μια κυβέρνηση, μπορεί να προσφέρει στους χρήστες της υλικές ανταμοιβές με τη μορφή ισχύος και θέσης. Αν πάλι είναι όργανο μιας θρησκευτικής αδελφότητας, όπως μια εκκλησία, μπορεί επίσης να προσφέρει ανταμοιβές στους χρήστες της στο μέλλον. Οι εθνικές γλώσσες έχουν προσφέρει την ένταξη σε ένα έθνος, μια ταυτότητα που παρέχει είσοδο σε ένα νέο τύπο ομάδας, που δεν είναι απλώς συγγένεια, ούτε κυβέρνηση, ούτε θρησκεία, αλλά ένα πρωτότυπο και περιέργως σύγχρονο μείγμα και των τριών. Το είδος της σημασίας που αποδίδεται στη γλώσσα μέσα σε αυτό το πλαίσιο έχει πολύ λίγο να κάνει με την αξία της ως όργανο σκέψης ή πειθούς. Είναι κυρίως συμβολικό, ζήτημα του κύρους (ή έλλειψής του) που προσάπτεται σε συγκεκριμένες μορφές ή ποικιλίες της γλώσσας μέσω της αναγνώρισης της κοινωνικής θέσης των χρηστών τους[...]. Ο απόλυτος έλεγχος της πρότυπης γλώσσας αποκτά φυσικά μεγαλύτερη αξία, εφόσον επιτρέπει σε κάποιον την ένταξη στις συνόδους των ισχυρών. Σε αντίθετη περίπτωση, το έρεισμα για να τη μάθει, εκτός ίσως αν το κάνει παθητικά, μπορεί να είναι πολύ μικρό· εάν η κοινωνική θέση κατοχυρώνεται με άλλα κριτήρια, μπορούμε να φανταστούμε πως θα μπορούσαν να περάσουν αιώνες χωρίς ο πληθυσμός να την υιοθετήσει [...]. 'Ομως στη βιομηχανοποιημένη και δημοκρατική εποχή μας υπάρχουν προφανείς λόγοι για τη ραγδαία εξάπλωση των πρότυπων γλωσσών και για τη σπουδαιότητά τους στα σχολικά συστήματα του κάθε έθνους.

Οι τέσσερις όψεις της γλωσσικής ανάπτυξης που έχουμε τώρα απομονώσει ως βασικά χαρακτηριστικά της μετάβασης από τη διάλεκτο στη γλώσσα, από την καθομιλουμένη στην πρότυπη, έχουν ως εξής: (α) επιλογή της νόρμας, (β) κωδικοποίηση της μορφής, (γ) καλλιέργεια/επεξεργασία της λειτουργίας και (δ) αποδοχή από την κοινότητα. Οι δύο πρώτες αναφέρονται κατά κύριο λόγο στη μορφή και οι δύο τελευταίες στη λειτουργία της γλώσσας. Η πρώτη και η τελευταία σχετίζονται με την κοινωνία, η δεύτερη και η τρίτη με τη γλώσσα. Σχηματίζουν ένα πλέγμα, εντός του οποίου είναι δυνατή η συζήτηση όλων των μεγάλων προβλημάτων που αφορούν τη γλώσσα και τη διάλεκτο στη ζωή ενός έθνους.

Μορφή

Λειτουργία

Κοινωνία

Επιλογή

Αποδοχή

Γλώσσα

Κωδικοποίηση

Περιπλοκή

Μετάφραση Νίκος Γεωργίου

γ. Κείμενο 6: Hudson, R. A. 1980. Sociolinguistics. Cambridge: Cambridge University Press, σελ. 32-33.
© Cambridge University Press

Πρότυπες γλώσσες

Η έννοια "πρότυπη γλώσσα" είναι κάπως ανακριβής, αλλά μια τυπική πρότυπη γλώσσα θα έχει περάσει από τις ακόλουθες διαδικασίες [...].

1. Επιλογή: Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα πρέπει να έχει επιλεγεί μια συγκεκριμένη ποικιλία για να αναπτυχθεί σε πρότυπη γλώσσα. Μπορεί να είναι μια υπάρχουσα ποικιλία, όπως αυτή που χρησιμοποιείται σε ένα σημαντικό πολιτικό ή εμπορικό κέντρο, αλλά θα μπορούσε να είναι ένα αμάλγαμα από διάφορες ποικιλίες. Η επιλογή είναι ζήτημα μεγάλης κοινωνικής και πολιτικής σημασίας, καθώς η επιλεγμένη ποικιλία αποκτά κύρος και έτσι οι άνθρωποι που ήδη τη μιλούν μοιράζονται αυτό το κύρος. Από την άλλη, σε κάποιες περιπτώσεις η επιλεγμένη ποικιλία δεν διαθέτει καθόλου φυσικούς ομιλητές -για παράδειγμα, η κλασική εβραϊκή στο Ισραήλ και η bahasa indonesia (μια νεο-δημιουργημένη γλώσσα) στην Ινδονησία [...].

2. Κωδικοποίηση: Κάποιος οργανισμός, όπως μια ακαδημία, πρέπει να έχει γράψει λεξικά και γραμματικές για να "σταθεροποιήσει" την ποικιλία, ώστε όλοι να συμφωνούν τι είναι ορθό. Εφόσον έχει ολοκληρωθεί η κωδικοποίηση, είναι απαραίτητο για κάθε φιλόδοξο πολίτη να μάθει τους ορθούς τύπους και να μη χρησιμοποιεί στον γραπτό λόγο οποιουσδήποτε "λανθασμένους" τύπους, που μπορεί να υπάρχουν στην ποικιλία που ο ίδιος χρησιμοποιεί ως φυσικός ομιλητής. Η διαδικασία αυτή μπορεί πραγματικά να πάρει πολλά χρόνια από τησχολική σταδιοδρομία ενός παιδιού.

3. Καλλιέργεια των λειτουργιών: Πρέπει να είναι δυνατή η χρήση της επιλεγμένης ποικιλίας σε όλες τις λειτουργίες που σχετίζονται με την κεντρική διοίκηση και με τη γραφή, όπως για παράδειγμα στο κοινοβούλιο και στα δικαστήρια, σε γραφειοκρατικά, εκπαιδευτικά και επιστημονικά έγγραφα κάθε τύπου και, βεβαίως, σε διάφορα λογοτεχνικά είδη. Αυτό μπορεί να απαιτεί την προσθήκη στην επιλεγμένη ποικιλία επιπλέον γλωσσικών στοιχείων, ιδίως τεχνικών λέξεων· απαραίτητη είναι, επίσης. η ανάπτυξη νέων συμβάσεων για τη χρήση υπαρχόντων τύπων· π.χ. διατύπωση ερωτήσεων για εξετάσεις, σύνταξη επίσημων επιστολών και ούτω καθεξής.

4. Αποδοχή: Η ποικιλία πρέπει να γίνει αποδεκτή από τον εν λόγω πληθυσμό ως η βασική ποικιλία της κοινότητας -συνήθως, μάλιστα, ως εθνική γλώσσα. Εφόσον αυτό έχει γίνει, η πρότυπη γλώσσα χρησιμεύει ως ισχυρή ενοποιητική δύναμη για το κράτος, ως σύμβολο της ανεξαρτησίας του από άλλα κράτη (με την προϋπόθεση πως η πρότυπή του είναι μοναδική και δεν τη μοιράζεται με άλλους) και ως δείκτης της διαφοράς του από άλλα κράτη. Αυτή ακριβώς η συμβολική λειτουργία είναι που οδηγεί τα κράτη να καταβάλλουν υπέρμετρες προσπάθειες για την ανάπτυξη μιας πρότυπης γλώσσας [...].

Μετάφραση Νίκος Γεωργίου