α. Κείμενο 13: Chambers, J. K. & P. Trudgill. 1984-5. Διάλεκτος και γλώσσα. Μτφρ. A. Σακελλαρίου. Γλώσσα 7:52-61, σελ. 54-56.
© Γλώσσα

Τα γεωγραφικά διαλεκτικά συνεχή [continua]

Υπάρχουν πολλά μέρη του κόσμου στα οποία, αν εξετάσουμε τις διαλέκτους που μιλούν οι πληθυσμοί των αγροτικών περιοχών, θα βρούμε την παρακάτω κατάσταση. Αν ταξιδέψουμε από χωριό σε χωριό, προς ορισμένη κατεύθυνση, θα παρατηρήσουμε γλωσσικές διαφορές που διαφοροποιούν το ένα χωριό από το άλλο. 'Αλλοτε αυτές οι διαφορές είναι μεγαλύτερες, άλλοτε μικρότερες, αλλά θα είναι πάντοτε ΣΥΣΣΩΡΕΥΤΙΚΕΣ. 'Οσο μακρύτερα από την αφετηρία μας προχωρούμε, τόσο μεγαλύτερες γίνονται οι διαφορές. Αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού μπορεί επομένως να είναι (αν η ενδιάμεση απόσταση είναι αρκετά μεγάλη, και αν πάρουμε τα χωριά κατά μήκος της πορείας μας με τη γεωγραφική τους σειρά) τούτο: ο κάτοικος του χωριού Α να καταλαβαίνει το γείτονα του χωριού Β πολύ καλά και τον κάτοικο του χωριού Κ αρκετά καλά, αλλά να καταλαβαίνει τον κάτοικο του χωριού Μ μόνο με πολλή δυσκολία, και καθόλου να μην καταλαβαίνει τον κάτοικο του χωριού Ω. Ο κάτοικος εξάλλου του Μ ίσως καταλαβαίνει τον κάτοικο του Κ αρκετά καλά, και τους κατοίκους των Α και Ω μόνο με δυσκολία. Με άλλα λόγια, οι διάλεκτοι των ακραίων χωριών της γεωγραφικής περιοχής ίσως να μην είναι αμοιβαία κατανοητές, αλλά να ενώνονται με μια αλυσίδα αμοιβαίας κατανοήσεως. Σε κανένα σημείο δεν υπάρχει χάσμα τέτοιο που οι γεωγραφικά γειτονικές διάλεκτοι να μην είναι αμοιβαία κατανοητές, αλλά το συσσωρευτικό αποτέλεσμα των γλωσσικών διαφορών θα είναι τέτοιο που, όσο μεγαλύτερη η γεωγραφική απόσταση, τόσο μεγαλύτερη να είναι η δυσκολία κατανοήσεως.

Η κατάσταση αυτή είναι γνωστή ως ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΧΕΣ. Υπάρχουν πολλά τέτοια συνεχή. Στην Ευρώπη, π.χ., οι τυπικές παραλλαγές των γαλλικών, ιταλικών, καταλανικών, ισπανικών και πορτογαλικών δεν είναι πράγματι αμοιβαία κατανοητές. Οι αγροτικές όμως διάλεκτοι των γλωσσών αυτών αποτελούν τμήμα του συνεχούς των δυτικών ρομανικών διαλέκτων που απλώνεται από την ακτή της Πορτογαλίας ως το μέσο του Βελγίου (όσοι κατοικούν ακριβώς δίπλα στα ισπανο-πορτογαλικά σύνορα, π.χ., δεν δυσκολεύονται να εννοήσουν ο ένας τον άλλο) και από κει ως τη Ν. Ιταλία [...]. 'Αλλο ευρωπαϊκό διαλεκτικό συνεχές είναι το δυτικό γερμανικό, που περιλαμβάνει όλες τις διαλέκτους που συνήθως ονομάζονται γερμανικές, φλαμανδικές και ολλανδικές (οι παραλλαγές που μιλούν στη Βιέννη και στην Οστάνδη δεν είναι αμοιβαία κατανοητές, τις ενώνει όμως μια αλυσίδα αμοιβαίας κατανόησης)· το σκανδιναβικό, που περιλαμβάνει διαλέκτους νορβηγικές, σουηδικές και δανικές· το βόρειο σλαβικό, που περιλαμβάνει ρωσικά, ουκρανικά, πολωνικά, τσεχικά και σλοβακικά-Ω και το νότιο σλαβικό, που περιλαμβάνει σλοβενικά, σερβο-κροατικά, σλαβομακεδονικά και βουλγαρικά.

'Ισως είναι λίγο δύσκολο να συλλάβουμε την έννοια του διαλεκτικού συνεχούς, γιατί -όπως τονίστηκε κιόλας- έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε τις γλωσσικές παραλλαγές σαν χωριστές οντότητες, αλλά το γεγονός ότι υπάρχουν τέτοια συνεχή τονίζει το δικαίωμά μας να βάλουμε σε κάποιες παραλλαγές ταμπέλες καμωμένες γι' αυτόν ειδικά τον τρόπο (ad hoc). Εφόσον έχουμε διαλεκτικά συνεχή, τότε ο τρόπος που διαιρούμε και επιγράφουμε συγκεκριμένα τμήματα ενός συνεχούς μπορεί να είναι (από καθαρά γλωσσολογική σκοπιά) αυθαίρετος. Σημειώστε τις ακόλουθες φράσεις που ανήκουν στο σκανδιναβικό διαλεκτικό συνεχές [...].

Κάποιες από τις φράσεις αυτές τις χαρακτηρίζουμε "σουηδικές" και κάποιες "νορβηγικές". 'Ετσι οι (1) και (2) χαρακτηρίζονται νότια σουηδική (η πρώτη) και κεντρική σουηδική (η δεύτερη), ενώ η (3) ανατολική νορβηγική και η (4) δυτική νορβηγική. Αλλά δεν φαίνεται να υπάρχει ιδιαίτερος γλωσσολογικός λόγος για μια παρόμοια διάκριση ή για το ότι την κάνουμε όπου την κάνουμε. Το κυριότερο κίνητρο είναι ότι έχουμε έτσι μια διαχωριστική γραμμή γλωσσολογικά αυθαίρετη, αλλά πολιτικά και μορφωτικά ταιριαστή, που συμπίπτει με τα φυσικά σύνορα Σουηδίας και Νορβηγίας.

Σε μερικές περιπτώσεις, όπου τα εθνικά σύνορα δεν είναι σταθεροποιημένα, τα διαλεκτικά συνεχή πιθανόν να δημιουργήσουν πολιτικές δυσκολίες -ακριβώς επειδή ο κόσμος έχει μάθει να σκέφτεται με όρους σαφών κατηγοριών παρά με όρους ειδικούς (ad hoc) ή του συνεχούς τύπου. Το νότιο σλαβικό διαλεκτικό συνεχές, όπως είδαμε, περιλαμβάνει τις επίσημες [standard] γλώσσες σλοβενική, σερβο-κροατική, σλαβομακεδονική και βουλγαρική. Οι παραλλαγές που μιλιούνται στη γιουγκοσλαβική πλευρά των συνόρων Γιουγκοσλαβίας-Βουλγαρίας χαρακτηρίζονται από τους Γιουγκοσλάβους "μακεδονικές" και από τους Βουλγάρους βουλγαρικές. Το βασικό πρόβλημα βέβαια αφορά το πού πρέπει να είναι τα σύνορα, και η Βουλγαρία ζητεί εδάφη που τώρα είναι γιουγκοσλαβικά. Από καθαρά γλωσσολογική άποψη όμως το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί, γιατί τα διαλεκτικά συνεχή επιδέχονται κρίσεις του τύπου "περισσότερο ή λιγότερο", και όχι του τύπου "ή ετούτο ή εκείνο". Οι συζητούμενες γλωσσικές παραλλαγές πιθανόν να μοιάζουν περισσότερο ή λιγότερο με τα τυπικά σλαβομακεδονικά ή βουλγαρικά, αλλά κανείς γλωσσολόγος δεν θα μπορούσε με βεβαιότητα να απαντήσει πως πραγματικά είναι το ένα και όχι το άλλο.

β. Κείμενο 14: Saussure, F. de. [1916] 1979. Mαθήματα γενικής γλωσσολογίας. Μτφρ. Φ. Δ. Aποστολόπουλος. Aθήνα: Παπαζήσης, σελ. 249-251.
©
Παπαζήσης

'Οπως δεν θα μπορούσε κανείς να πει πού τελειώνει η άνω-γερμανική, πού αρχίζει η πεδινή γερμανική [plattdeutsch], έτσι είναι αδύνατο να χαράξει μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη γερμανική και την ολλανδική, ανάμεσα στη γαλλική και την ιταλική. Υπάρχουν ακραία σημεία, όπου θα πούμε: "Εδώ κυριαρχεί η γαλλική, εδώ η ιταλική"' αλλά από τη στιγμή που μπαίνουμε σ' ενδιάμεσες περιφέρειες, βλέπουμε τη διάκριση αυτή να σβήνει· μια συμπαγής ζώνη πιο περιορισμένη, που θα τη φανταζόμαστε πως χρησιμεύει για μετάβαση ανάμεσα στις δυο γλώσσες, όπως, π.χ., η προβηγκιανή ανάμεσα στη γαλλική και την ιταλική, δεν έχει πια πραγματική υπόσταση.

Πώς, εξάλλου, να παραστήσουμε, κάτω από τη μια ή την άλλη μορφή, ένα γλωσσικό όριο επακριβωμένο πάνω σε ένα έδαφος, που καλύπτεται από τη μια άκρη ως την άλλη από διαλέκτους βαθμιαία διαφοροποιημένες; Οι οριοθετήσεις των γλωσσών βρίσκονται πνιγμένες εκεί, στα σημεία μετάβασης, όπως και οι οριοθετήσεις των διαλέκτων. 'Οπως οι διάλεκτοι δεν είναι παρά αυθαίρετες υποδιαιρέσεις της ολικής επιφάνειας της γλώσσας, το ίδιο και το όριο που θεωρείται ότι χωρίζει δυο γλώσσες δεν μπορεί να είναι παρά συμβατικό.

Εντούτοις τα απότομα περάσματα από μια γλώσσα σε μιαν άλλη είναι πολύ συχνά: από πού προέρχονται; Προέρχονται από το ότι περιστάσεις όχι ευνοϊκές εμπόδισαν αυτές τις μεταβάσεις, τις όχι αισθητές, να υπάρξουν. Ο παράγοντας ο πιο θορυβώδης είναι η μετατόπιση των πληθυσμών. Οι λαοί γνώρισαν πάντοτε μετακινήσεις. Συσσωρευμένες στη διάρκεια των αιώνων, οι μετακινήσεις αυτές εσύγχισαν το παν, και σε πολλά σημεία η ανάμνηση των γλωσσικών μεταβάσεων εξαφανίστηκε. Η ινδοευρωπαϊκή οικογένεια είναι ένα χαραχτηριστικό παράδειγμά τους. Οι γλώσσες αυτές όφειλαν στην αρχή να είχαν πολύ στενές σχέσεις και να σχημάτιζαν μιαν άρρηκτη αλυσίδα γλωσσικών ζωνών, που μπορούμε ν' ανασυστήσουμε τις κύριες στις μεγάλες τους γραμμές. Από τα χαραχτηριστικά της, η σλαβική ιππεύει πάνω στην ιρανική και τη γερμανική, πράγμα που είναι σύμφωνο με τη γεωγραφική κατανομή των γλωσσών αυτών· επίσης, η γερμανική μπορεί να θεωρείται ως ενδιάμεσος κρίκος ανάμεσα στη σλαβική και την κελτική, που με τη σειρά της έχει πολύ στενές σχέσεις με την ιταλική· κι αυτή η τελευταία είναι η ενδιάμεση ανάμεσα στην κελτική και την ελληνική, τόσο πολύ ώστε, χωρίς να γνωρίζει τη γεωγραφική θέση, όλων αυτών των ιδιωμάτων, ένας γλωσσολόγος θα μπορούσε, δίχως δισταγμό, να ορίσει σε καθένα απ' αυτά τη θέση που του ανήκει. Και εντούτοις, από τη στιγμή που παρατηρούμε ένα σύνορο ανάμεσα σε δυο ομάδες ιδιωμάτων, το γερμανοσλαβικό, π.χ., σύνορο υπάρχει ένα απότομο άλμα χωρίς καμιά μετάβαση· τα δυο ιδιώματα συγκρούονται αντί να συγχέονται το ένα μέσα στο άλλο. Κι αυτό, γιατί οι ενδιάμεσες διάλεκτοι εξαφανίστηκαν. Ούτε οι Σλάβοι ούτε οι Γερμανοί έμειναν ακίνητοι· μετανάστευσαν, κατέκτησαν εδάφη οι μεν σε βάρος των άλλων· οι σλαβικοί και οι γερμανικοί πληθυσμοί, που τώρα γειτονεύουν, δεν είναι εκείνοι που άλλοτε βρίσκονταν σ' επαφή. Υποθέστε ότι οι Ιταλοί της Καλαβρίας έρχονται να εγκατασταθούν στα σύνορα της Γαλλίας· η μετατόπιση αυτή θα εζημίωνε φυσικά την ανεπαίσθητη μετάβαση που έχουμε διαπιστώσει ανάμεσα στην ιταλική και γαλλική γλώσσα· ένα σύνολο ανάλογων γεγονότων μας παρουσιάζει η ινδοευρωπαϊκή.

Κι άλλες ακόμη αιτίες συντελούν για να εξαλείψουν τις μεταβατικές καταστάσεις· η επέκταση, π.χ., των κοινών γλωσσών σε βάρος των ιδιωμάτων. Σήμερα η φιλολογική γαλλική (η αρχαία γλώσσα της Ile-de France) έρχεται να συγκρουστεί στο σύνορο με την επίσημη ιταλική (η διάλεκτος της Τοσκάνης γενικευμένη), και είναι καλή τύχη που μπορεί κανείς να βρει μεταβατικά ιδιώματα στις δυτικές 'Αλπεις, ενώ σε τόσα άλλα γλωσσικά σύνορα κάθε ανάμνηση ενδιάμεσων διαλέκτων έχει σβήσει [...].