Κείμενο 3: Gal, S. 1993. Diversity and Constitution in Linguistic Ideologies: German Speakers in Hungary. Language in Society 22:337-359, σελ. 338.

[...] Η συμβολική κυριαρχία στον χώρο της γλωσσικής χρήσης στηρίζεται σε μια ασυμμετρία ανάμεσα στη γλωσσική ικανότητα αφενός και στις στάσεις αφετέρου. Για παράδειγμα, η κυρίαρχη, υπό την αιγίδα του κράτους ποικιλία της γλώσσας κρίνεται άξια κύρους και σεβασμού, ακόμα και από εκείνους που δεν την κατέχουν πλήρως· όμως η μειονοτική ποικιλία κακολογείται ακόμα κι απ' αυτούς που την κατέχουν και την αναγνωρίζουν ως δικιά τους. Η αντίσταση σε μια τέτοιου είδους γλωσσική κυριαρχία συχνά ενέχει την άρνηση της κρατικής εξουσίας και απαιτεί μια αυτοκαταστροφική προσκόλληση σε στιγματισμένους γλωσσικούς τύπους. Δεν είναι "ένα απλό λύγισμα κάτω από το βάρος της εξουσίας, αλλά ... παραδόξως μια δημιουργική αντίδραση στην εξουσία αυτή, η οποία διαμεσολαβείται από την αντιτιθέμενη αξία της αλληλεγγύης" (Woolard 1985, 745).

Αυτή η συμβολική διαμόρφωση, και η επίμονη διατήρηση μειονοτικών γλωσσών που συνεπάγεται, σίγουρα προσφέρει μια συναρπαστική ανάλυση πολλών εθνογραφικών περιπτώσεων. Ωστόσο, δεν διερευνά την εντυπωσιακή ετερογένεια πρακτικών που έχουν δημιουργήσει τα μέλη μειονοτικών ομάδων, προκειμένου να αντέξουν στιςκυρίαρχες γλωσσικές ιδεολογίες. Ούτε και δίνει έμφαση στη διαφοροποίηση και στον ανταγωνισμό που είναι συχνά προφανείς μεταξύ των κυρίαρχων ιδεών. Ο στόχος μου εδώ είναι διπλός. Πρώτον, προτείνω να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις αντιπαραθέσεις και στις αλλαγές των κυρίαρχων γλωσσικών ιδεολογιών, στις οποίες αντιδρούν οι τοπικοί πληθυσμοί. 'Οπως έχουν υποστηρίξει αρκετοί επιστήμονες, η αντίδραση αναπτύσσεται σε διάλογο με τις κυρίαρχες ιδέες. Η κάθε πλευρά αποκαλύπτει πολλά για την άλλη [...]. Υπάρχουν πολλές πιθανές πηγές ώστε να αντληθούν στοιχεία για τις γλωσσικές ιδεολογίες σε οποιοδήποτε κοινωνικό σύστημα. Για τους δικούς μου στόχους, μια εξέταση γλωσσικών απογραφών υπόσχεται να είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική. Οι αντιπαραθέσεις μεταξύ στατιστικολόγων σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους -σχετικά με τις κατηγοριοποιήσεις που υιοθετούνται ή απορρίπτονται, την αιτιολόγηση των επιλογών αυτών και τη σχέση μεταξύ πολιτικών και γλωσσικών κατηγοριών- όλες τους αποκαλύπτουν τις παραδοχές των ειδικών, οι οποίοι, τόσο αυτοί καθαυτοί όσο και με την ιδιότητά τους υπό την υπηρεσία των κυβερνουσών ελίτ και της κρατικής γραφειοκρατίας, αποτελούν μείζον στοιχείο της αποκαλούμενης "επίσημης"" ή κυρίαρχης ιδεολογίας. Επιπλέον, η απογραφή είναι μια πρακτική που εισβάλλει ολοκληρωτικά στη ζωή των ομιλητών. Μπορεί να γίνει κατανοητή, με τα λόγια του Foucault [...], ως μια "τεχνολογία της ισχύος", που όχι μόνο καταγράφει αλλά συμβάλλει και στη δημιουργία ταυτοτήτων παρέχοντας κατηγορίες ταξινόμησης. Καθιστά δυνατή την άσκηση κυβερνητικού ελέγχου στους πληθυσμούς μέσω της γνώσης που χτίζει σχετικά με αυτούς [...]. Η πολιτική δραστηριότητα και η τοπική αντιπαράθεση γύρω από αυτές τις κατηγορίες απογραφής μπορεί τότε να επιφέρει αλλαγές στην αίσθηση ταυτότητας των τοπικών πληθυσμών. Και τέλος, τα αριθμητικά αποτελέσματα της απογραφής γίνονται τα "ακράδαντα στοιχεία" που αποτελούν ισχυρά όπλα για παραπέρα πολιτικές και λεκτικές μάχες μεταξύ των ελίτ, καθώς και στα χέρια μειονοτικών αντιπολιτευτικών κινημάτων [...]

Μετάφραση Νίκος Γεωργίου