Κείμενο 8: Γιαννίδης, Ε. 1927. Γλώσσα και ζωή. 4η έκδ. Αθήνα: Εκδοτική Εταιρεία Αθηνά, σελ. 35-45.

[...] Τώρα θέλετε ίσως να ανατρέξουμε στην ιστορία, για να ιδούμε πώς γεννήθηκε το γλωσσικό ζήτημα. Εγώ νομίζω πως δεν είναι ανάγκη. Γιατί το γλωσσικό ζήτημα εξακολουθεί να γεννιέται κάθε μέρα κάτω απ' τα μάτια μας, και δε χρειάζεται να πάμε τόσο μακρυά για να το ιδούμε. ΄Ο,τι συνέβη στην ιστορία του έθνους μας, συμβαίνει στην ατομική ιστορία του καθενός μας. Από κείνον τον φαύλο κύκλο όπου μπερδεύτηκε το έθνος μας απ' τον καιρό της πρώτης παρακμής του, απ' αυτόν περνούμε ένας ένας, όταν κάνουμε τη μόρφωσή μας. Το άτομο του καθενός μας είναι η σκηνή όπου ξαναπαίζεται σε λίγα χρόνια το ιστορικό δράμα της γλωσσικής πλάνης, που πιάνει είκοσι αιώνες στην ιστορία μας.

Όλοι ξέρουμε, πως όταν μικροί πρωτοπήγαμε στο σκολείο, το πρώτο πράμα που μάθαμε είτανε ότι το σπίτι μας λέγεται οικία, η μητέρα μας μήτηρ, το ψωμί άρτος, το γατάκι μας γαλή, κι έτσι τα λοιπά. Ότι τα πράματα δεν πρέπει να τα λέμε και προ πάντων να τα γράφουμε, όπως μας τα' μαθε η μητέρα μας, πως έκαμε λάθος η μητέρα μας και πως πρέπει αυτό το λάθος εμείς με τη σπουδή και την επιμέλεια να το διορθώσουμε.

Αυτό μάθαμε. Και η λέξη μάθαμε δεν είναι η κατάλληλη γιατί περιέχει την έννοια κάποιας συνειδητής εργασίας. Κάλλιο να πούμε, το παιδικό μας μυαλό, το νερουλό και ασχημάτιστο, που αφομοιώνει ασύνειδα ο,τι του σφυρίξετε, ασύνειδα και ασυζήτητα απορόφησε την ιδέα αυτή, που έγινε από τώρα κι ύστερα η κεντρική ιδέα, η θεμελιακή αρχή της εκπαίδεψής μας.

Με το παιδικό μας μυαλό δεν είτανε δυνατό να παρατηρήσουμε, και δεν παρατηρήσαμε, μια μεγάλη αντίφαση, που μολοταύτα εχόρευε μπρος στα μάτια μας όλο τον καιρό, παρακολουθώντας αχώριστα την κεντρική ιδέα. Και η αντίφαση αυτή είναι που ο δάσκαλός μας, αυτός που ο ίδιος μας επίβαλλε τη νέα γλωσσική αρχή, ποτέ του, μιλώντας φυσικά, έξω απ' το μάθημα δε μας είπε το νερό ύδωρ, ούτε τη γάτα γαλή.

Το πήραμε κι αυτό για φυσική κατάσταση, και φτάσαμε στο συμπέρασμα, δεύτερο συμπέρασμα, ασυζήτητο κι αυτό σαν το πρώτο, πως η γλώσσα του σκολείου δεν έχει σχέση με τη γλώσσα την άλλη, πως με τη μητέρα μας και με τ' αδέλφια μας θα μιλούμε όπως μιλούσαμε πάντα, αυτό το επιτρέπει κι ο δάσκαλος, μονάχα στο μάθημα και σε κάθε άλλη επίσημη περίσταση είναι ντροπή να λέμε τα πράματα όπως τα λέμε σπίτι.

Μεγαλώσαμε. Και μαζί μας μεγάλωσε και η αρχή της διπλής γλώσσας. Ήρθε ο καιρός να μάθουμε κάτι απ' την αρχαία φιλολογία. Τότε, λίγο από δική μας κρίση, το περισσότερο από υποβολή, εσχηματίσαμε την ιδέα, τη σωστή άλλως τε ιδέα, ότι η αρχαία ελληνική φιλολογία είναι κολοσσός πνευματικής παραγωγής και θάμα ομορφιάς. Αλλά της ωραίας αυτής θεάς η θρησκεία παρανοήθηκε. Αντί να λατρέψουμε τη φιλολογία, εμάθαμε να προσκυνούμε τη γλώσσα, όπως ο αμόρφωτος χριστιανός, που δεν μπορεί να συλλάβει την ιδέα του Θεού, θεοποιεί και λατρεύει το εικόνισμα.

Τώρα η αρχή της διγλωσσίας, στο ώριμο πια μυαλό μας, για πρώτη φορά ξεκαθαρίστηκε και έλαβε μορφή ορισμένη : Ότι δηλαδή η γλώσσα που μας έμαθε η μητέρα μας είναι ένα "διεφθαρμένον και βάρβαρον ιδίωμα", πως η καθαυτό γλώσσα μας είναι η αρχαία, πως η δουλεία και η αμάθεια μας κάμανε να την ξεμάθουμε, και ότι τώρα απαραίτητος όρος για να μορφωθούμε και να προκόψουμε ως έθνος είναι να ξαναφέρουμε τη γλώσσα μας στον αρχαίο τύπο, τουλάχιστο στη γλώσσα του Ξενοφώντος, αν όχι πιο πίσω.

Πίσω λοιπόν στην αρχαία!

Το σύνθημα αυτό κυριάρχησε στο έθνος μας αιώνες. Σ' αυτό το διάστημα έγιναν αγώνες υπεράνθρωποι για να ξαναζωντανέψουν οι μέλλοντες και οι παρακείμενοι και τα απαρέμφατα, ενώ θανατική ποινή απαγγέλθηκε εναντίον των χυδαίων και μοχθηρών μορίων θα, να, με, δεν, που, και έπρεπε κάθε καλός πατριώτης να τα κυνηγά, και όπου τα βρίσκει να τα πνίγει, να τα στραγγουλίζει, να τα εξαφανίζει με κάθε τρόπο, για να λείψουν απ' το πρόσωπο της γής αυτά τα πράματα, που λερώνουν τις περγαμηνές της προγονικής μας ευγένειας, και που κηρύττουνε στον κόσμο πως δεν είμαστε οι ίδιοι με τους αρχαίους, και ότι απάνω από δυο χιλιάδες χρόνια μας χωρίζουν απ' την εποχή του Περικλή.

Και ποιο είτανε της σταυροφορίας αυτής το αποτέλεσμα; Ο αναγνώστης μου δεν έχει παρά να κοιτάξει την εφημερίδα που διαβάζει κάθε μέρα : στην επίμονη πρόσκληση των λογίων το απαρέμφατο και ο παρακείμενος, απ' τον τάφο τους, ούτε απάντηση δεν έδωκαν, ενώ τα χυδαία εκείνα μόρια, μ' όλη την καταδίωξη, σαν αγριάγκαθα απάνω στους ίδιους τάφους όλο και πλήθαιναν.

Η επιστροφή λοιπόν στην καθαυτό αρχαία γλώσσα αποδείχτηκε πράμα αδύνατο, και σιγά σιγά το κατάλαβε αυτό η μεγάλη πλειονοψηφία των μορφωμένων ανθρώπων. Φαινόμενα σπάνια είναι σήμερα εκείνοι που δεν πήραν ακόμη είδηση του νέου συνθήματος και περιμένουν μακαρίως και του δυϊκού ακόμη την επιστροφή.

Εν τούτοις εμείς στο μεταξύ το νέο γλωσσικό υλικό που απαιτούσε το σκολείο, η δημοσιογραφία, η διοίκηση, η λογοτεχνία, η επιστήμη, το φτάσαμε απάνω στον τύπο της αρχαίας. Π.χ. ενώ το παιδί ήξερε απ' το σπίτι η πλύση-της πλύσης, έμαθε στο σκολείο να λεει όχι η λύση-της λύσης παρά η λύσις-της λύσεως. Ενώ στο σπίτι έλεγε η κλώσσα-της κλώσσας έμαθε στο σχολείο όχι η γλώσσα-της γλώσσας παρά της γλώσσης. Στο σκολείο εμάθαινε να μη λέει ποτέ του Φειδία, του Ευριπίδη, παρά να λέει του Φειδίου, του Ευριπίδου, ενώ στο σπίτι δεν έλεγε ποτέ του Αντώνου, του Θανάσου, του Κώστου, έλεγε του Αντώνη, του Θανάση, του Κώστα.

Και παρακαλώ τον αναγνώστη να σημειώσει, ότι δε ζητώ να προκαταλάβω την κρίση του. Βεβαιώνω απλώς γεγονότα, και για τα γεγονότα αυτά ο αναγνώστης δεν μπορεί να έχει αντίρρηση. Αν αυτά έπρεπε ή όχι να γίνουν έτσι αλλού θα το εξετάσουμε.

Άλλως τε αυτό που έγινε είτανε λογική συνέπεια του δόγματος της επιστροφής στην αρχαία γλώσσα: κερδίζαμε καιρό. Είτανε, βλέπετε, τόσο βεβαιωμένο το ταξίδι μας για την αρχαιότητα, και τόσο σύντομο έμελλε να είναι, ώστε φροντίζαμε εγκαίρως, όπως ο φρόνιμος ταξιδιώτης, να πετάξουμε τα ρούχα του ταξιδιού και να βάλουμε εκείνα που θα φορούμε έξω. Έξαιφνα όμως θλιβερό μήνυμα έρχεται. Ο καπετάνιος ειδοποιεί πως έκαμε λάθος και πως δε θα φτάσουμε ποτέ εκεί που μας έλεγε. Και επειδή η φιλοτιμία του δεν του επιτρέπει να γυρίσει πίσω, εννοεί να μας φέρνει γύρω γύρω μέσα στη θάλασσα. Αλλά εμείς που θέλουμε να πατήσουμε στεριά, τον δένουμε τον καπετάνιο, και κυβερνώντας το πλοίο μονάχοι μας, γυρίζουμε στην πατρίδα μας.

Και πράγματι η πανηγυρική αποτυχία του σχέδιου της επιστροφής δε στάθηκε ικανή να διδάξει τους πνευματικούς αρχηγούς μας και να τους δείξει τη ρίζα του κακού. Δεν είχαν το θάρρος ν' ανασηκώσουνε συθέμελα το έργο τους για να το εξετάσουν από κάτω, μιαν απλή επιδιόρθωση σκέφτηκαν από πάνω να κάμουν, και είπαν: Αφού απ' την αρχαία δεν μπορούμε να τα πάρουμε όλα, ε, λοιπόν ας πάρουμε ό,τι μπορούμε. Αφού δεν μπορούμε να φτάσουμε στον προορισμό του ταξιδιού μας, ας μείνουμε μισοδρομίς. πάντα καλύτερα θα είμαστε παρά στη φτωχή κι ελεεινή πατρίδα μας. Πόσο θα πάρουμε απ' την αρχαία και πόσο απ' τη φυσική μας γλώσσα, την αναλογία του μίγματος δεν την όρισαν, ούτε και κανείς σήμερα την ξέρει. μένει στη διάθεση του καθενός.

Συνταγές πολλές. Εκείνος που εξακολουθεί να πιστεύει στην επιστροφή βάζει όσο μπορεί περισσότερη αρχαία, για να κερδίζει καιρό. Άλλος δεν παραδέχεται την επιστροφή, θέλει όμως "μιαν γλώσσαν κεκαθαρμένην από των βαρβαρισμών και των ρύπων, ους προσήψεν αυτή πολυχρόνιος δουλεία". Άλλος πάλι βρίσκει, πως λίγη νέα γλώσσα δίνει ζωή στο μίγμα, κάποτε μάλιστα λησμονεί τον εαυτό του σε τέτοιο βαθμό, ώστε να του προσθέτει και μερικές λέξεις βάρβαρες, γιατί, λέει, αυτές αποδίδουν καλύτερα εκείνη τη στιγμή την ψυχική του κατάσταση.

Έτσι σχηματίστηκε μια καινούρια γλώσσα, ή σωστότερα πολλές καινούριες γλώσσες, που όλες μαζί ονομάζουνται καθαρεύουσα. Και είναι η καθαρεύουσα μια κούνια κρεμαστή που πάει κι έρχεται ανάμεσα στην αρχαία και στη δημοτική. Περιμένουμε να σταθεί η κούνια, αλλά θα αποδείξουμε στα επόμενα ότι δε θα σταθεί: είναι το αεικίνητο. Αναχωρεί απ' τη δημοτική, τραβά κατά την αρχαία, αλλά κοντοστέκεται... γυρίζει τρέχοντας, κάτι λησμόνησε... πάει να το πάρει, αλλά μετανοιώνει... ντρέπεται... το κρύβει σε παρένθεση να μην το ιδούν, πηδά στην αρχαία, αρπάζει κάτι κι από κει, αλλά δεν είναι της μόδας... θα τη γελάσουν, το βάζει στο ράφι... ίσως αύριο θα το μεταχειριστεί.

 

Ορίστε μερικά δείγματα από διάφορες καθαρεύουσες:

"Τωόντι τοίνυν με φιλείς;... Μακράν μου όταν μένης ου με λησμονείς;... βεβαιότατον εστίν;... Ου με φιλείς ως πρώην... Η αγάπη σου μενεί μοι πάσαν την αιωνιότητα;... Άλλως δυνατόν εστί πώς;..."

Κλ. Ραγκαβή, Ιουλιανός ο Παραβάτης.

 

"Σήμερον διδάξουσιν εν τη Εταιρεία των Φίλων του Λαού...". "Αύριον ομιλήσει εν τω ναώ... Μεθαύριον γενήσεται η τελετή". Αυτή η καθαρεύουσα άρνηση δεν έχει, σ' αυτήν οι άνθρωποι ποτέ δε λένε όχι, πάντα ναι λένε. Όποιος έχει αντίρρηση ας δοκιμάσει να πει τις παραπάνω φράσεις με άρνηση.

"Το θέλειν δι' απλού προσδιορισμού της ασβέστου εξενεγκείν κρίσιν εστί διατρέχειν τον κίνδυνον του απατηθήναι"

Γεωργικόν Δελτίον Υπουργείου Εσωτερικών, έτος 5ον , τεύχος 3ον, σελ. 132.

"Προσέξατε τας μύτας σας. Παρετηρήθη, ότι το αυτοκίνητο κάμνει κόκκινες τες μύτες..."

Ακρόπολις, 14 Αυγούστου 1907, σ. 1, στ. 7

 

"Πανθ' όσα, έσθ' ότε, τουθ' όπερ, εσαεί, ουτωσί, καθ' άπασαν, αείποτε, προυτίθετο, νύκτωρ και εξαπίνης, ου σμικρά προσγίγνεται, προκεχωρηκυίας ούσης, σεσηπότα και οδωδότα, καταδείκνυσιν αύθις, μετά της ευ ηγμένης, τηδε κακείσε, εική και ως έτυχε, αλλ' ουχ ούτως έδοξε"

 

"Ην εποιήσατο - ην εποίησε - την οποίαν έκαμε"

"Πάντας τους εαυτών φίλους - όλους τους φίλους των"

"Ουδείς ο αντιλέξων - ουδείς υπάρχει όστις να αντείπη - κανείς δεν υπάρχει ο οποίος να αντείπη"

"Ήκουσα αυτού λέγοντος - ήκουσα αυτόν λέγοντα - τον ήκουσα να λέγη"

"Το παραιτείσθαί τινα της εαυτού θέσεως - το να παραιτήταί τις της θέσεώς του - το να παραιτήται κανείς από την θέσιν του"

"Έχει δυο τρεις ψηλές νότες κ' εκείνες άγριες, του λείπουν όμως καθ' ολοκληρίαν αι χαμηλαί"

Εστία, 23 Ιουν. 1908, σ. 4, στ. 1

 

"Τρεις λωρίδαι μαύραι, λωρίδαι ατελεύτητοι"

Πρωία (Πόλης) 20 Ιουλ. 08, σ. 3, στ. 1

 

"Εζητούσαν δεν ηξεύρω και εγώ τι"

Εμπρός, 8 Μαρτ. 08, σ. 2, στ. 1

 

"ειθισμένη ίνα ... ουδόλως παράδοξον ίνα... αρκεί ίνα..."

Πρωία (Πόλης), 3 Σεπτ. 08, σ. 1, στ. 1

 

"ο εις εξ αυτών τώ κατέφερεν ισχυρόν γρόνθον και εις άλλος του έβαλε μια τρικλοποδιά..."

Εμπρός, 1 Νοεμ. 08, σ. 6, στ. 2

 

"Παρετήρησα ότι τα ώτα του ήσαν υπερμέτρως ερυθρά.

-Διατί είναι έτσι κόκκινα τ' αυτιά σας; τον ηρώτησα"

Αθήναι, 6 Δεκ. 08, σ. 1, στ. 2

 

"...η κλείς ... με το κλειδί...του κλειδιού..."

Σκρίπ, 10 Δεκ. 08, σ. 1, στ. 6

 

"Το μουστάκι... του μύστακος..."

Εμπρός, 13 Δεκ. 08, σ. 2, στ. 2

 

"Είνε προωρισμένον ίνα μένη... ετόλμησαν ίνα κηρύξωσι... δεν αρμόζει ίνα υβρίζη..."

Εμπρός, 29 Δεκ. 08, σ.1, στ.5,6

 

"εζύμωσε ψωμία, κουλούρας... θα υπάγω δια νερόν"

Αθήναι, 31 Δεκ. 08, σ. 1, στ. 4, 5

 

"ότι η προφορά αυτών είνε οιαν περ και επί Περικλέους οι Αθηναίοι είχον... ως έοικε,...λίαν αγαμένως αποδέχεται..."

Αθήναι, 31 Δεκ. 08, σ. 2, στ. 1

 

"τα πηρούνια... κατασκευής περονών... με τα πηρούνια... αντί περόνης"

Αθήναι, 31 Δεκ. 08, σ. 4, στ. 5

 

"...με της τσάντες των εις το χέρι...των ως επι το πλείστον ξυλίνων και υψηλών τακουνίων των... Ροκάνες, ταμπούρλα, σφυρίκτρες, τρακατρούκες... τρουμπέτες, καραμούζες... Κάτι πολύχρωμες κορδέλες, κόκκινες, κίτρινες, γκρι, άσπρες, θαλασσιές, ουρανί..."

Αθήναι, 1 Ιαν. 09, σ. 3, στ. 4

 

"το αυγό... αμούστακον μπαρμπούνι... το ρετσινάτο...τζαμπατζήδες του γλεντιού"

Αθήναι, 4 Ιαν. 09, σ. 1, στ. 2

 

"την χρόαν των αττικών ίων την μάλλον ιμερόεσσαν... Ρόδα περιέσαινον την διαφανή εσθήτα... λευχείμονες... κυανένδυτος..."

Εμπρός, 6 Ιαν. 09, σ. 2, στ. 2

 

"δεν δικαιούται έκαστος λαός ίνα ορίση την γλώσσαν αυτού; ...Ει δ' ήθελεν ο αρθρογράφος να είπη... επειράτο όπως θραύση... πειράται όπως δικαιώση...ει ετόλμα να έλθη ...δεν ήρμοζεν ίνα ονομάση αυτόν"

Εμπρός, 6 Ιαν. 09, σ. 2, στ. 6

 

"απέσχοντο παντός πραξικοπήματος... ελπίδα του ανακτήσασθαι... δύναται να είνε αλγεινόν το συναινέσαι..."

Εμπρός, 7 Ιαν. 09, σ, στ. 3, 4

 

"το μυρμήγκι... σβερκιάν... κλωτσιάν... τα γυαλιά των... επληατσικολογούσαν ...πληατσικολογούν...φούντες, βράκες...οι μπακάληδες...έτσι...με όλαις της εληαίς, τα τουρσιά, τους χαλβάδες και τα φασόλια των"

Αθήναι, 8 Ιαν. 09, σ. 1,στ. 1

 

"της βιεννέζικης οπερέττας...εγκεκορδυλημένον εις σκυθικάς σισύρας ή τουλάχιστον εις βαρύτατα παλτά και ταμπάρα... πλήρης χάριτος και διαβολιάς και σπινθηροβολίας και τσακπινιάς ...αιδήμων, ιμερόεσσα...''.

Εμπρός, 22 Ιαν. 09, σ. 3, στ. 3

 

"...μεγάλο καλόν... εως ότου ιδούμεν... μερικάς σκέψεις αποκρηάτικας... πολυδαπάνους Αποκρηάς...εξ ων εβγήκαν... τας Αθηναϊκάς αποκρηάτικας εμπνεύσεις"

Σκριπ, 23 Ιαν. 09, σ. 1, στ. 4

 

"ου παύονται προστιθέντες...ή διδόντες"

Εμπρός, 5 Φεβρ. 09, σ. 3, στ. 1

 

"...τανύν εν χρήσει εισίν...έχεται απ ίξ..."

Αθήναι, 22 Φεβρ. 09, σ. 1, στ. 5

 

"η μπουρμπουλήθρες αυταί..."

Καιροί, (Αθ.) 30 Μαϊου 09, σ. 3, στ. 5

 

"νέαι παραξενιές..."

Σκρίπ, 9 Ιαν. 09, σ. 4, στ. 5

 

"Αν λυπούμεθα δια τί εις όλην αυτήν την ιστορίαν, είναι η σοβαρότης μεθ' ης..."

Νεολόγος (Πόλης) 11 Αυγ. 10, σ. 1, στ. 3

 

"...να φουσκώνωσιν ως γκα? δαι..."

Νεολόγος, 11 Αυγ. 10, σ. 1, στ. 6

 

"συνεσκέφθησαν επί τι, είτα δε μετέβησαν..."

Νεολόγος, 13 Αυγ. 10, σ. 4, στ. 2

 

"θα παραμείνη επί τι ενταύθα"

Νεολόγος, 22 Αυγ. 10, σ. 3, στ. 6

 

"των Δυνάμεων αποφασισασών να μη εμποδίσωσι"

Πρόοδος (Πόλης) 18 Απρ. 12, σ. 2, στ. 2

 

"θα σκεύδωσιν ήττον έτι να συγκρατήσωσι..."

Νεολόγος, 24 Σεπτ. 12, σ. 3, στ. 6

 

"σπογγίζουσαι τας σαπωνοφούσκας των χειρών των"

Νεολόγος, 8 Μαρτ. 13, σ. 4, στ. 3

 

"Όσον σοβαραί αν εισίν αι δυσχέρειαι"

Νεολόγος, 8 Μαρτ. 13, σ. 4, στ. 2

 

"Των Μ. Δυνάμεων πασών υπογραψασών..."

Νεολόγος, 30 Μαρτ. 13, σ. 3, στ. 2

 

"δια της πλήρους μεν ερημώσεως και καταστροφής, ηβηδόν δε σφαγής..."

Νεολόγος, 22 Ιουλ. 13, σ. 1, στ. 1

 

"θα διεμαρτύροντο τορώς"

Νεολόγος, 22 Ιουλ. 13, σ. 1, στ. 2

 

"θα συνέτεινεν εις το να ενεθάρρυνε τας κυβερνήσεις, ίνα επολλαπλασίαζον τα προς λύσιν προβλήματα"

Νεολόγος, 6 Αυγ. 13, σ.3, στ. 7

 

"Πού και πού ακούονται φωναί... Πού και πού υποδεικνύεται ότι..."

Πρόοδος, 30 Αυγ. 13, σ. 1, στ. 3

 

"Η αστυνομία ανεγνώρισε τον δράστην, όστις είναι Αλή Δζαβήτ τις..."

Ταχυδρόμος (Πόλης) 4 Ιαν. 14, σ. 3, στ. 3

 

"Ευκολώτερον είναι το είσθαι τινά καθηγητήν του Πανεπιστημίου..."

Ελεύθερος Τύπος (Αθ.), 6 Σεπτ. 26, σ.1, στ. 1

 

"Το καλοκαίριον...κατασκευάζει το γιατάκιόν του...και εργάζεται σταυροπόδιον"

Έθνος, 14 Σεπτ. 26, σ.1, στ. 4