Κείμενο 3: Καρυολαίμου, Μ. Υπό δημοσίευση. Γλωσσικός σχεδιασμός και γλωσσική πολιτική. Στα Πρακτικά του 4ου Διεθνούς Συνεδρίου Ελληνικής Γλωσσολογίας (Λευκωσία 16-19 Σεπτεμβρίου 1999).

πρώτη διαπίστωση είναι ότι στην Κύπρο, το ενδιαφέρον για θέματα που άπτονται της γλώσσας αυξάνει γύρω στα μέσα της δεκαετίας του '80. Η συστηματική ενασχόληση με γλωσσικά θέματα, ιδιαίτερα όσον αφορά την ελληνική γλώσσα, που θα συνεχιστεί μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '90, έρχεται σε αντίθεση με τη σχετική απουσία ενδιαφέροντος για παρόμοια θέματα που χαρακτηρίζει την εικοσαετία που προηγείται (1960-1980). Η αντίθεση ανάμεσα στις δύο περιόδους, πριν και μετά τα μέσα της δεκαετίας του '80, γίνεται ιδιαίτερα αισθητή όταν συγκρίνουμε τον αριθμό των κειμένων γλωσσικού περιεχομένου που δημοσιεύονται σε μια από τις κυριότερες κυπριακές εφημερίδες, τον Φιλελεύθερο, κατά την εικοσαετία '70-'90: ένα άρθρο για τη γλώσσα κάθε δύο μήνες το 1970, ένα άρθρο κάθε δύο εβδομάδες το 1976 και ένα άρθρο κάθε τέσσερις περίπου μέρες το 1994. Ακόμη και για ένα τόσο σημαντικό θέμα όπως η διαμάχη ανάμεσα σε δημοτική και καθαρεύουσα, η κυπριακή κοινωνία φαίνεται να παραμένει θεατής όσων τεκταίνονται στον ελλαδικό χώρο, χωρίς να διαμορφώνει ισχυρή άποψη για το θέμα, τουλάχιστον δημόσια. (1)

Ο κατάλογος των θεμάτων που απασχόλησαν, συστηματικά ή κατά καιρούς, τις στήλες των εφημερίδων και την περίοδο επισκόπησης περιλαμβάνει θέματα όπως: 

·        η μετάφραση της νομοθεσίας στα ελληνικά,

·        η κρίση της ελληνικής γλώσσας στην Κύπρο,

·        η επαναφορά της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών στη μέση εκπαίδευση,

·        η υποχρεωτική διδασκαλία της ελληνικής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπου γλώσσα διδασκαλίας είναι η αγγλική,

·        η γλώσσα διδασκαλίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου,

·        η αγλωσσία των νέων,

·        η χρησιμοποίηση της ελληνικής γλώσσας στις διαφημίσεις, δημόσιες πινακίδες και εμπορικές ονομασίες,

·        η χρησιμοποίηση της ελληνικής γλώσσας στις οδηγίες χρήσεως των εισαγόμενων προϊόντων,

·        η τυποποίηση των γεωγραφικών ονομάτων της Κύπρου.

Η δεύτερη διαπίστωση είναι ότι στα μέσα της δεκαετίας του '80, βλέπουν το φως μια σειρά νομοθετήματα με κύριο στόχο να διασφαλιστεί η χρήση της ελληνικής σε συγκεκριμένους τομείς επικοινωνίας εντός του κυπριακού κράτους. Ο κατάλογος των νομοθετημάτων περιλαμβάνει: 

·        τον περί των Επισήμων Γλωσσών της Δημοκρατίας Νόμο 67/1988 και τις συνακόλουθες τροποποιήσεις 146/89, 154/90, 153/99, 63(Ι)/92, 21(Ι)93, 34(Ι)/93. 18(Ι)/94, 59(Ι)/94 και 75(Ι)/95,

·        τον περί Πανεπιστημίου Κύπρου Νόμο του 1989, 144189 (άρθρο (Ι))

·        τον περί Εκθέσεως Διαφημίσεων Τροποποιητικό Νόμο του 1991 (ο οποίος δεν ψηφίστηκε τελικά. Πρόταση νόμου με παρόμοια μορφή κατατέθηκε και πάλι στις 26 Νοεμβρίου 1996),

·        τον περί Τουριστικών Καταλυμάτων Νόμο του 1985, 29/1985 (άρθρο 9(παρ.3)) με τον οποίο διασφαλίζεται η χρησιμοποίηση της ελληνικής στην τουριστική βιομηχανία και ιδιαίτερα στα ενημερωτικά έντυπα και στους τιμοκαταλόγους των τουριστικών καταλυμάτων.

·        Τον περί της υποχρεωτικής Αναγραφής των Επίσημων Γλωσσών της Δημοκρατίας, των Επωνυμιών, Διαφημίσεων και άλλων ενδείξεων που τοποθετούνται σε δημόσιους χώρους Νόμο, (που εκκρεμεί),

·        Τον περί της Υποχρεωτικής Διδασκαλίας των Επίσημων Γλωσσών της Δημοκρατίας Νόμο του 1989, 143/89,

·        Τον περί της Υποχρεωτικής Εφαρμογής του Ελληνικού Συστήματος Γραφής (Επίσημα 'Εγγραφα) Νόμο του 1996 (αρχικά του 95).

Εξετάζοντας τις δύο δεκαετίες που μεσολάβησαν από το 1960 μέχρι το 1980, δεν διαπιστώνουμε ανάλογες προσπάθειες για ρύθμιση της χρήσεως της ελληνικής γλώσσας. Εξαιρούνται φυσικά, το άρθρο 3 του Συντάγματος με το οποίο ορίζονται οι επίσημες γλώσσες του κυπριακού κράτους (η ελληνική και η τουρκική ως μητρικές γλώσσες της ελληνοκυπριακής και της τουρκοκυπριακής κοινότητας αντίστοιχα) και ορισμένες εγκύκλιοι προς τμήματα κυβερνητικών υπηρεσιών που ζητούν να γίνεται χρήση της ελληνικής γλώσσας, π.χ. η εγκύκλιος 32 της 24ης Αυγούστου 1964 του Υπουργικού Συμβουλίου προς όλες τις κυβερνητικές υπηρεσίες. 

'Οτι η ελληνική γλώσσα αποτελεί σημαντικό άξονα ενδιαφέροντος για τον πολιτικό κόσμο κατά την περίοδο που εξετάζουμε, επιβεβαιώνουν ερωτήσεις που υποβλήθηκαν από μέλη του Κοινοβουλίου σχετικά με γλωσσικές επιλογές στελεχών της κυβέρνησης και κρατικών ή ημικρατικών οργανισμών. Επιλέγω τυχαία ένα μικρό δείγμα: ερώτηση στον Υπουργό Εργασίας σχετικά με τη χρήση της αγγλικής στις εμπορικές ονομασίες (10/1/86), ερώτηση προς τον Υπουργό Οικονομικών σχετικά με τη χρησιμοποίηση της αγγλικής στις ετήσιες εκδόσεις του Τμήματος Στατιστικής και Ερευνών, στις εκδόσεις της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και στην ετήσια Αστυνομική 'Εκθεση (16/1/87), ερώτηση προς τον Υπουργό Παιδείας για τη χρησιμοποίηση της αγγλικής σε ορισμένες δημόσιες υπηρεσίες (11/10/86), ερώτηση προς τον Υπουργό Μεταφορών σχετικά με τη χρήση της αγγλικής γλώσσας στους Καταλόγους του Τμήματος Αρχαιοτήτων (9/2/87), ερώτηση προς τον Υπουργό Μεταφορών για τη χρήση του λατινικού αλφαβήτου από την Υπηρεσία Τηλεφωνικών Πληροφοριών (12/12/89), ερώτηση προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και προς τον Υπουργό Μεταφορών σχετικά με τη χρησιμοποίηση της αγγλικής στους χαιρετισμούς που απηύθυναν στην ετήσια συνέλευση των μελών του Κυπριακού Ναυτικού Ομίλου (22/2/94)".

________________________

(1) Δεν μπορούμε φυσικά εδώ να αγνοήσουμε το γεγονός ότι η σχέση των πολιτών με τα μέσα ενημέρωσης έχει διαφοροποιηθεί τα μέγιστα στο διάστημα των είκοσι αυτών χρόνων. Στις αρχές της δεκαετίας του 60, και ενωρίτερα, η πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης είναι προνόμιο ατόμων που προέρχονται από την πνευματική ελίτ της κυπριακής κοινωνίας και μπορούν να χειρίζονται με ευχέρεια το γραπτό λόγο που είναι το εισιτήριο στο δημόσιο λόγο. Σήμερα αντίθετα, τα μέσα ενημέρωσης είναι πλέον προσιτά σε πολίτες που δεν ανήκουν στην πνευματική αυτή ελίτ. Δύο παράγοντες που έχουν συμβάλει σημαντικά στην αλλαγή αυτή είναι, αφενός, το γεγονός ότι, χάρη στη διευρυμένη εκπαίδευση, όλοι οι πολίτες μετέχουν σήμερα στο γραπτό λόγο και, αφετέρου, η αλλαγή που έχει επέλθει στη σχέση των μέσων ενημέρωσης μα το αναγνωστικό κοινό.