Κείμενο 6: Μπουτουλούση, Ε. Συνείδηση/επίγνωση και γλωσσική διδασκαλία.

Κατά την παραγωγή του λόγου ένας μαθητής μπορεί να ενεργεί συνειδητά, δηλαδή να επιλέγει συγκεκριμένους τύπους για τους οποίους έμαθε στο μάθημα γλωσσικής επίγνωσης ότι είναι κατάλληλοι για τη συγκεκριμένη επικοινωνιακή περίσταση. Μπορεί όμως ως προς κάποια άλλα σημεία να ενεργεί αυτοματοποιημένα, δηλαδή να μην επιλέγει εκείνη τη στιγμή τον ένα ή τον άλλο τύπο, και ούτε να μπορεί να μιλήσει για τους λόγους που τον οδήγησαν στις επιλογές του. Αυτό μπορεί να εξαρτάται από την εξάσκησή του στο πλαίσιο του μαθήματος ή στην προσωπική του ζωή. Π.χ. αν κάποιος μιλάει συχνά σε κοινό ως εκπρόσωπος των μαθητών, ίσως να εσωτερίκευσε πολλούς από τους κανόνες που έμαθε ή εντόπισε μόνος του λόγω συχνής χρήσης.

Μπορεί επίσης ο λόγος κάποιων μαθητών να έχει τα χαρακτηριστικά ενός λόγου, όπως θα τον επιθυμούσε η γλωσσική επίγνωση, π.χ. να μη συμβάλλει στη δημιουργία άνισων σχέσεων με τη χρήση σεξιστικών, ρατσιστικών και άλλων εκφράσεων, χωρίς όμως να έχουν προηγηθεί συνειδητές διαδικασίες στο πλαίσιο μαθημάτων. Ο μαθητής μπορεί να έφτασε στη χρήση ενός τέτοιου λόγου, για παράδειγμα της χειραφέτησης, επειδή στην οικογένεια ή στο στενό κοινωνικό περιβάλλον του τα άτομα είναι ευαισθητοποιημένα ως προς την ανισότητα και τη δύναμη ως μια κοινωνική πρακτική. Δηλαδή, ασυνείδητα λόγω της πραγματικότητας που ζει και του λόγου που προσλαμβάνει παράγει έναν ευαισθητοποιημένο κοινωνικά λόγο. Επομένως ο όρος επίγνωση αναφέρεται μόνο σε κάποιες στιγμές της διαδικασίας εκμάθησης, διδασκαλίας, πρόσληψης και παραγωγής λόγου.