Κείμενο 3:Π. Πολίτης. Η κριτική της μεθόδου των "βημάτων" στην περίληψη

 

Η "ταγμημική" προσέγγιση της παραγράφου και γενικότερα το ιεραρχικό μοντέλο της θεματικής παραγράφου υπονοούν ότι η παραγωγή ενός κειμένου είναι μια υπόθεση διαδοχής υποθεμάτων, τα οποία αναπτύσσονται γύρω από ένα κέντρο (θέμα) με κατεύθυνση από το γενικό προς το μερικό, παρακολουθώντας έτσι τη συνεχή κίνηση του ανθρώπινου μυαλού από τη νοητική αφαίρεση προς την εμπειρία, τη βάση τεκμηρίωσης. Αλλά το μοντέλο αυτό προτάθηκε περισσότερο για την ικανοποίηση διδακτικών αναγκών, όχι για να περιγράψει τις κινήσεις της σκέψης των συγγραφέων όταν συλλαμβάνουν μια ιδέα και την πραγματώνουν γλωσσικά. Από την πλευρά αυτή είναι δικαιολογημένη η κριτική που άσκησαν στο παραπάνω μοντέλο όσοι αντιλαμβάνονται την παραγωγή λόγου ως διαδικασία μάλλον παρά ως προϊόν, δηλαδή ως το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης του συγγραφέα και της σκέψης του με το κοινό του (πραγματικό ή δυνητικό) και τα κείμενα που τροφοδότησαν το δικό του κείμενο (διακειμενικότητα).

Ενδεικτικά αναφέρουμε την κριτική του Portine (1983), o οποίος μιλώντας για την περίληψη ως σχολική δραστηριότητα καταρχήν υποδεικνύει τι πρέπει να αποφεύγουμε στη διδακτική της περίληψης:

 

- να ζητούμε από τους μαθητές να διαχωρίσουν το κύριο από το δευτερεύον (γιατί το κείμενο δεν είναι παρά μια ακολουθία σημαινόντων στοιχείων ή πληροφοριών)

- να τους ζητούμε να εντοπίσουν τις κύριες "ιδέες" (να διαχωρίσουν δηλαδή τις "ιδέες" από τα "συμπληρώματά" τους, όπως λένε συνήθως τα σχολικά εγχειρίδια)

- να τους ζητούμε να προβούν σε μιαν αργή και προσεκτική ανάγνωση του κειμένου (γιατί έτσι δεν μπορούν να πάρουν τις αναγκαίες αποστάσεις από το κείμενο, προκειμένου να το συνοψίσουν ως σύνολο)

- να τους ζητούμε να τεμαχίσουν το κείμενο σε κομμάτια και να συνοψίσουν το καθένα από αυτά (γιατί το κείμενο δεν είναι κουρελού από πληροφορίες -ο Portine δανείζεται τον αγγλικό όρο patchwork).

 

Αντί γι' αυτά προτείνει να ακολουθούμε την εξής πορεία:

α) υπογραμμίζουμε:

- τα στοιχεία που γειώνουν το κείμενο στην πραγματικότητα (π.χ. χώρος, χρόνος), γιατί έτσι μπορεί κανείς να μαντέψει την "υλικότητα" του κειμένου, δηλαδή τους ιστορικούς και κοινωνικούς όρους που το "γέννησαν", και τη συγκεκριμένη αφόρμησή του·

- τα ίχνη της παρουσίας του συγγραφέα του πρωτοτύπου ή των κειμένων που παρατίθενται στο πρωτότυπο, γιατί αυτά δείχνουν τις γνωσιακές λειτουργίες που βρίσκονται "πίσω" από το κείμενο, καθώς επίσης και τα "ξένα" συστατικά στοιχεία που ενσωματώθηκαν στο πρωτότυπο·

 

β) ψάχνουμε να βρούμε ποιο είναι το αναγνωστικό κοινό ή το ακροατήριο στο οποίο απευθυνόταν ο συγγραφέας του πρωτοτύπου, γιατί αυτό εξηγεί την οπτική γωνία στην αντιμετώπιση ενός προβλήματος, την κατεύθυνση της επιχειρηματολογίας, τις επιλογές πληροφοριών ή το επίπεδο ύφους του κειμένου·

γ) με τη βοήθεια του τίτλου (αν υπάρχει), των ρητών ή υπόρρητων αναφορών σε άλλα κείμενα και των κειμενικών λειτουργιών που έχουν επισημανθεί (χωροχρονικών προσδιορισμών, δεικτικών στοιχείων, λέξεων-κλειδιών κλπ.) προσπαθούμε να διακρίνουμε τα "περάσματα" του κειμένου και να ανασυστήσουμε τα επιχειρήματά του, δηλαδή να απεικονίσουμε τη μορφή της δομής και του περιεχομένου του·

δ) παραφράζουμε αυτά τα "περάσματα" και ανασυνθέτουμε τα επιχειρήματα έχοντας πάντοτε υπόψη μας το αναγνωστικό κοινό της περίληψης (στην περίπτωση της σχολικής περίληψης το αναγνωστικό κοινό είναι ...ο διδάσκων)·

ε) με τη βοήθεια των στοιχείων που εντάσσουν το κείμενο στην πραγματικότητα, των "δρώντων" προσώπων (δηλαδή της γλωσσικής παρουσίας του συγγραφέα-δημιουργού ή των παρατιθέμενων στο κείμενο συγγραφέων) και των παραφράσεων των επιχειρημάτων επεξεργαζόμαστε ένα νέο κείμενο·

στ) με διαδοχικές παραφράσεις, αφαιρώντας και προσθέτοντας, και ελέγχοντας το νέο κείμενο (δηλαδή την υπό κατασκευή περίληψη) με τη βοήθεια του αρχικού κειμένου, μετασχηματίζουμε το κείμενό μας μέχρι να αποκτήσει τις διαστάσεις που μας έχουν ζητηθεί

ζ) απαλείφουμε τα κραυγαλέα ίχνη της παρουσίας του συντάκτη της περίληψης (αν υπάρχουν).