Ραδάμανθυς, Αιακός, Μίνωας

Στον τάφο της κρίσεως στη Μίεζα (τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ.), [Τάφος της Κρίσεως, 1] αριστερά και δεξιά της εισόδου του τάφου στέκονται τέσσερις μεμονωμένες μορφές [Τάφος της Κρίσεως, ], που όμως αποτελούν τμήματα ενιαίας σύν θεσης που διακόπτονται από την παρεμβολή των ημικιόνων και του ανοίγματος του τάφου. Το θέμα της απεικόνισης είναι η κάθοδος του νεκρού στον Άδη με τη συνοδεία του Ερμή [Τάφος της Κρίσεως, 3]. Οι κριτές Ραδάμανθυς [Τάφος της Κρίσεως, 2] και Αιακός θα αποφασίσουν για την τύχη του νεκρού, αν δηλαδή θα σταλεί στο νησί των Μακάρων ή στα Τάρταρα. Ο Αιακός, γιος του Δία και της νύμφης Αίγινας, κρίνει όσους προέρχονται από την Ευρώπη, ο Ραδάμανθυς, καρπός του Δία και της Ευρώπης, όσους έρχονται από την Ασία, ενώ στη διαιτησία του  Μίνωα καταλήγουν οι δύσκολες κρίσεις (Πλ., Γοργίας 523e-524a). Εδώ κύριος κριτής του νεκρού είναι ο Αιακός.

Η επιλογή του θέματος σαφώς σχετίζεται με την προσδοκία για ζωή μετά θάνατο και βέβαια φανερώνει γνώση των μυθολογικών προϋποθέσεων. Όμως, η επιλογή ανακαλεί στη μνήμη και τη σύγκριση που επιχείρησε ο Αρριανός μιλώντας για τον Αλέξανδρο:

Καθόλου κατώτερος βασιλιάς από τον Μίνωα, τον Ραδάμανθυ, τον Αιακό η γέννηση των οποίων αποδόθηκε από τους παλιούς στον Δία, χωρίς να θεωρηθεί στάση αλαζονική. (Αρριανός, Z.29.3-4)

Η φράση αυτή μπορεί να αιτιολογεί και να στηρίζει την πολιτικού περιεχομένου μυθολογική παράδοση –καλλιεργήθηκε από την ίδια την Ολυμπιάδα– ότι ο Αλέξανδρος ήταν Διογενής. Αν η εικαστική επιλογή και η φιλολογική παράδοση σχετίζονται μεταξύ τους είναι θέμα ανοιχτό.

Όμως η επιλογή του θέματος μπορεί να αποτελεί και τον απόηχο μιας άλλης μυθολογικής / ιστορικής παράδοσης για πιθανή παρουσία Κρητών στην περιοχή. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, που διασώζει μαρτυρία του Αριστοτέλη [1], οι νέοι και οι νέες που έστελναν οι Αθηναίοι στην Κρήτη, υποχρεωτική θυσία στον μυθικό Μινώταυρο, δεν σκοτώνονταν αλλά ζούσαν στο βασίλειο του Μίνωα ως σκλάβοι. Κάποιοι από τους απογόνους τους στάλθηκαν από τους Κρήτες ως προσφορά στους Δελφούς μαζί με δικά τους παιδιά. Επειδή όμως δεν ήταν δυνατό να διατρέφονται συνέχεια στους Δελφούς, πέρασαν στην Ιταλία και εγκαταστάθηκαν «γύρω από τη χώρα που ονομαζόταν Ιαπυγία· από εκεί πάλι μετέβησαν στη Θράκη και ονομάσθηκαν Βοττιαίοι» (Πλούταρχος, Θησέας 16). Στην ίδια εύφορη περιοχή έφτασαν στις αρχές του 7ου αι. π.Χ. οι Αργεάδες Μακεδόνες, οπότε οι Βοττιαίοι κατέφυγαν στη Χαλκιδική.

[1] Πηγή του Πλουτάρχου, όπως ο ίδιος αναφέρει, είναι το χαμένο σύγγραμμα του Αριστοτέλη Βοττιαίων πολιτεία. Η παρουσία των Κρητών επιβεβαιώνεται, σύμφωνα με τον Μ. Σακελλαρίου, από κρητικά τοπωνύμια στην περιοχή και «από την επιβίωση της παράστασης του διπλού πελέκεως σε ρόλο εμβλημάτων από ορείχαλκο, σε διάφορους τόπους της Μακεδονίας και γειτονικών χωρών, όπου θα διαδόθηκαν από τη Βοττία, με τη μετακίνηση ημινομάδων ποιμένων» (Μακεδονία, 1994, 48).

Εικόνες: Ραδάμανθυς, Αιακός, Μίνωας