Άνουβης

Νεκρική θεότητα της αιγυπτιακής θρησκείας, πρώτα στην Άβυδο ως τοπικός θεός, στη συνέχεια, και ήδη από την εποχή του Αρχαίου Βασιλείου (τρίτη χιλιετία), κοινός θεός όλων των Αιγυπτίων της ταρίχευσης, του ενταφιασμού και της κρίσης των ψυχών. Συνήθεις παραστάσεις του, κυρίως σε ταφικά μνημεία, ήταν με κεφάλι τσακαλιού, ενώ βρέθηκαν και επιγραφές με παρακλήσεις σ’ αυτόν για τις ψυχές των νεκρών. Θεωρούνταν τέταρτος γιος του θεού ήλιου Ρα, νεότεροι όμως ιστορικοί (Πλούταρχος, Περί Ίσιδος και Οσίριδος, 44) αφηγούνται ότι ήταν γιος του Όσιρι και της αδελφής του Νέφθυος, η οποία όμως εγκατέλειψε το παιδί και το ανέθρεψε η Ίσιδα, γυναίκα του Όσιρι. Ο Άνουβης επιμελήθηκε την ταρίχευση του Όσιρι, όταν αυτός δολοφονήθηκε από τον αδελφό του Σηθ. Οι Έλληνες θεωρούσαν τον Άνουβη κυνοκέφαλο, στα ελληνιστικά χρόνια τον ταύτισαν με τον ψυχοπομπό Ερμή (Ερμάνουβης), ενώ από την επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό παριστανόταν να κρατά κλειδί σαν τον δικαστή του Κάτω Κόσμου Αιακό. Η λατρεία του επιβίωσε μέχρι την ύστερη αρχαιότητα και τον Ιουλιανό. (Βλ. και Αιγύπτιοι θεοί)