Σχόλια εις Λυκόφρων 1237

Λαφύστιος ὁ Διόνυσος ἀπὸ τοῦ ἐν Βοιωτίᾳ Λαφυστίου όρους καὶ Λαφυστίας· ὁ Διόνυσος, ἀπὸ Λαφυστίου όρους Βοιωτίας, ὃθεν Λαφύστιαι αἱ ἐν Μακεδονίᾳ βάκχαι αἱ καὶ μιμαλόνες ἐκαλούντο διὰ τὸ μιμείσθαι αυτὰς τὸν Διόνυσον· κερατοφορούσι γάρ καὶ αύται κατά μίμησιν Διονύσου· ταυρόκρανος γὰρ φαντάζεται καὶ ζωγραφείται καὶ Ευριπίδης καὶ τωι κέρατι κρατί προσπεφυκέναι, κερατοφόρος δε αυτὸς εστιν, επειδή ὁ οίνος πινόμενος πολύς τους άνδρας εκμαίνει προς τας ετέρων γυναίκας εισέρχεσθαι. Και τας γυναίκας δε τας φιλοίνους οἱ άνδρες γνωρίζοντες επειδή εύρωσι κορεσθείσας, πέμπουσι μετ’ αυτών, ή κερασφόρος ὃτι τοις φιλοίνοις ἡ ἀλογία προσκείται δίκην τετραπόδων ζώων.

[Μετάφραση]

Ο Διόνυσος επονομάζεται Λαφύστιος, και Λαφυστίας, από το Λαφύστιο όρος που βρίσκεται στη Βοιωτία· ο Διόνυσος, από το Λαφύστιο όρος της Βοιωτίας, γι’ αυτό και προσαγορεύονταν Λαφύστιες οι Βάκχες στη Μακεδονία, οι οποίες καλούνταν και Μιμαλόνες, επειδή μιμούνταν τον Διόνυσο· γιατί φέρουν και αυτές κέρατα μιμούμενες τον Διόνυσο· γιατί και τον Ευριπίδη τον φαντάζονται και τον ζωγραφίζουν με κεφαλή ταύρου και ότι στο κεφάλι του φυτρώνει ένα κέρατο, και έχει αυτός το κέρατο, επειδή όταν οι άνδρες πίνουν πολύ κρασί καταλαμβάνονται από μανία και ορμάνε στις γυναίκες των άλλων. Και καθώς οι άνδρες γνωρίζουν τις γυναίκες που αγαπούν το κρασί, όταν τις βρουν μεθυσμένες, τις στέλνουν να πάνε με αυτούς, ή λέγεται κερασφόρος, επειδή όσοι αγαπάνε το κρασί, χάνουν τα λογικά τους και γίνονται σαν τετράποδα ζώα. (Μετ. Α. Σαχπεκίδης)