ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

 

Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟΥ:
ΠΩΣ, ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ;

της Αγγελικής Δημητρακοπούλου


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Πρέπει να εισαγάγουμε το σχολείο στον κόσμο του διαδικτύου; Είναι αργά πλέον να θέσουμε το ερώτημα, δεδομένων των σχετικών πρωτοβουλιών που πολλαπλασιάζονται σε τοπικό, περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο. Ενδιαφέρει ίσως περισσότερο να μελετήσουμε και να απαντήσουμε στα θέματα που προκύπτουν, όπως αυτά του κόστους, του εξοπλισμού, της συντήρησης και κυρίως εκείνα που αφορούν στην κατάλληλη εκπαιδευτική του αξιοποίηση. Πέρα από τους διθυράμβους ή τις αντιστάσεις και τους φόβους που ενυπάρχουν σχεδόν σε κάθε καινοτομία, είναι σημαντικό να αναζητήσουμε τρόπους θετικής αξιοποίησης των πολλαπλών δυνατοτήτων που ανοίγονται με το διαδίκτυο.

Η χρήση του διαδικτύου στα σχολεία αυξάνεται διαρκώς. Ορισμένοι/ες εκπαιδευτικοί βρίσκουν ήδη σε αυτό ένα μέσον που ανανεώνει τον παιδαγωγικό προβληματισμό και εξοπλίζει καλύτερα τους/τις μαθητές/τριεςστα εργαλεία που προσφέρονται στην αρχή του νέου αιώνα.

Στην Ελλάδα, η επίσημη εκπαιδευτική πολιτική έχει εντάξει στους στόχους την αξιοποίηση των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας. Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο σε συνεργασία με το ΥΠΕΠΘ έχουν οργανώσει ή στηρίξει μια σειρά από ενέργειες που αποσκοπούν στη χρήση του διαδικτύου στην εκπαίδευση και οι οποίες έχουν χρηματοδοτηθεί από το 2ο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Στο πλαίσιο του έργου ΟΔΥΣΣΕΙΑ (1996-1999) (http://odysseia.cti.gr) έχει σχεδιαστεί και υλοποιηθεί (στο μεγαλύτερο μέρος του) ο εξοπλισμός 80 πιλοτικών σχολείων (απομακρυσμένων σχολικών μονάδων, γυμνασίων Ξάνθης, Κυκλάδων, Αιγαίου, Θεσσαλίας), η σύνδεσή τους με το διαδίκτυο, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών των σχολείων αυτών, καθώς και η επινόηση και παραγωγή δραστηριοτήτων σε μια σειρά αντικειμένων (γλώσσα, φυσική, μαθηματικά) με παραγωγή εκπαιδευτικού λογισμικού ειδικά για το διαδίκτυο. Παράλληλα, έχουν οργανωθεί ενέργειες αξιοποίησης του διαδικτύου για την επιμόρφωση, ενημέρωση και την ανταλλαγή εμπειριών ανάμεσα σε καθηγητές/τριες.

Στο παρόν κείμενο, μετά από μια συνοπτική παρουσίαση των εργαλείων και των δυνατοτήτων που παρέχει σήμερα το διαδίκτυο σε όλους/ες όσους/ες έχουν πρόσβαση σε αυτό, εστιάζουμε σε ένα μόνο από τα εργαλεία του: αυτό του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Αναλύοντας συνοπτικά, αρχικά, το ρόλο του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε σχέση με τα παραδοσιακά μέσα επικοινωνίας (ταχυδρομείο και τηλέφωνο), παρουσιάζουμε στη συνέχεια μερικές ενδεικτικές περιπτώσεις ένταξης της χρήσης του στα πλαίσια γνωστικών αντικειμένων, όπως αυτά της γλώσσας, της ιστορίας και της εκμάθησης ξένων γλωσσών.

Σε μια προσπάθεια ερμηνείας των θετικών γενικά συνεπειών της αξιοποίησης του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εξετάζουμε την επίδραση στον γραπτό λόγο της χρήσης του και αναλύουμε τους λόγους της εν δυνάμει θετικής συνεισφοράς του στην εκπαιδευτική διαδικασία.

Τέλος, εξετάζουμε τις απαραίτητες συνθήκες για την ουσιαστική εκπαιδευτική του αξιοποίηση, μέσα από την οργάνωση κατάλληλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων.


ΤΙ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ;
ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ

Το διαδίκτυο ή Internet [INTERcommunication NETwork], του οποίου η χρήση σημείωσε πραγματικά εκρηκτική εξάπλωση μετά το 1994, παρέχει μια σειρά εργαλείων που προσφέρουν διαφορετικές δυνατότητες και επιτρέπουν:

Kαθένα από τα παραπάνω εργαλεία έχει τα δικά του πλεονεκτήματα αλλά ενδεχομένως η αξιοποίησή του παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες στο πλαίσιο μιας μαθησιακής διαδικασίας. Η αποτελεσματικότητα της όποιας χρήσης του διαδικτύου για εκπαιδευτικούς σκοπούς ουσιαστικά εξαρτάται λιγότερο από τη φύση του μέσου και περισσότερο από την καταλληλότητα της χρήσης του στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων.

Γενικά, στις περισσότερες χώρες, το διαδίκτυο αξιοποιείται εκπαιδευτικά για την εκπλήρωση των ακόλουθων στόχων:

Το διαδίκτυο δίνει τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε νέες καταστάσεις μάθησης, να τροποποιήσουμε τις συνθήκες απόκτησης βασικών ικανοτήτων (αναζήτηση κειμένων, πληροφοριών, επικοινωνία), αλλά παράλληλα μας καλεί να μελετήσουμε τις σημειολογικές, εκπαιδευτικές, ηθικές και πολιτιστικές διαστάσεις της επικοινωνίας.

Στο πλαίσιο του προβληματισμού για την εκπαιδευτική αξιοποίηση του νέου αυτού μέσου, ειδικά θέματα βρίσκονται σήμερα υπό μελέτη. Για παράδειγμα, οι ιδιαιτερότητες της ανάγνωσης υπερκειμένων σε σχέση με τα κλασικά βιβλία, η ποιότητα και η πληθώρα πληροφοριών, ο κίνδυνος σύγχυσης ανάμεσα στην πληροφορία και στη γνώση, και μια σειρά άλλων.

Επειδή το πεδίο μελέτης και διερεύνησης που έχει δημιουργηθεί από το διαδίκτυο είναι εξαιρετικά ευρύ, θα αναπτύξουμε τα χαρακτηριστικά ενός από τα βασικά εργαλεία, αυτό του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και θα αναλύσουμε το ρόλο που μπορεί να λάβει μέσα στις εκπαιδευτικές δραστηριότητες.


ΤΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟ:
ΕΝΑ ΝΕΟ ΜΕΣΟ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Από τη στιγμή που το διαδίκτυο κατέστησε δυνατή τη σύνδεση ανάμεσα σε όλους τους υπολογιστές του πλανήτη, οι ειδικοί της πληροφορικής το εκμεταλλεύτηκαν και ανακάλυψαν το «ηλεκτρονικό ταχυδρομείο», το οποίο επιτρέπει την ανταλλαγή γραπτών μηνυμάτων και μικρών σχετικά αρχείων, με άμεσο τρόπο.

Το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, απλή «μεταφορά» της ιδέας του κλασικού ταχυδρομείου, επιτρέπει να στείλει κάποιος/α μήνυμα σε κάθε άτομο που διαθέτει μια διεύθυνση στο διαδίκτυο. Ο/η παραλήπτης ανοίγει το «γραμματοκιβώτιό» του για να μάθει ποια μηνύματα του/της έχουν σταλεί και απαντά με τον ίδιο τρόπο. Ο χρόνος της μετάδοσης του μηνύματος είναι πολύ γρήγορος και δεν εξαρτάται από την απόσταση. Αν απλά θεωρήσουμε ότι οι αλληλογραφούντες/σες διαβάζουν τα μηνύματά τους συχνά, είναι τότε σε θέση να ανταλλάξουν σημαντικό αριθμό μηνυμάτων κατά την ίδια ημέρα, όπου και αν βρίσκονται στον κόσμο.

Όπως και το κλασικό ταχυδρομείο, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο είναι «ασύγχρονο», δηλαδή ο/η παραλήπτης δεν είναι ανάγκη να βρίσκεται σε σύνδεση με το δίκτυο τη στιγμή που ο/η αποστολέας στέλνει τα μηνύματά του/της. Αυτό, καθώς και το γεγονός ότι έχουμε επικοινωνία μέσω γραπτών κειμένων, το διαφοροποιεί από το τηλέφωνο που απαιτεί «σύγχρονη» επικοινωνία.

Επιπρόσθετα, μαζί με την αποστολή μηνυμάτων είναι δυνατόν να «συνδεθούν» εξωτερικά ντοκουμέντα, δηλαδή αρχεία κειμένων, ήχων ή εικόνων, και να αποσταλούν σε έναν/μία ή πολλούς/πολλές ταυτόχρονα παραλήπτες/τριες. Όλα αυτά έχουν μετατρέψει σήμερα το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στο πιο σίγουρο, γρήγορο και οικονομικό μέσο για την ανταλλαγή πληροφοριών ή υλικού. Το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο αποτελεί πολύ πιο γρήγορο και οικονομικό μέσο σε σχέση με το κλασικό ταχυδρομείο (για όλα τα ‘υλικά’ που μπορούμε να τα έχουμε ή να τα μετατρέψουμε σε ηλεκτρονική μορφή). Συγκρινόμενο με το FAX είναι πολύ πιο πρακτικό από αυτό και εξίσου έγκυρο (σε πολλές υπηρεσίες ή οργανισμούς τα μηνύματα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου θεωρούνται αποδεκτά).

Τα λογισμικά, που έχουν αναπτυχθεί για να εξυπηρετήσουν τη χρήση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, είναι εξαιρετικά εύκολα και απαιτούν ελάχιστο χρόνο για την εκμάθηση της χρήσης τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται σήμερα από ανθρώπους που δεν έχουν ιδιαίτερη εξοικείωση με τους υπολογιστές. Τα περισσότερα από τα προγράμματα αυτά παρέχουν τεχνικές διευκολύνσεις για την επεξεργασία των μηνυμάτων, όπως η ταξινόμησή τους (ως προς το χρόνο, τον/την αποστολέα, το θέμα, κ.ά.), η εκτύπωση κάθε μηνύματος με τα στοιχεία παραλήπτη, αποστολέα, ημερομηνία, κ.ά., η δημιουργία λίστας διευθύνσεων, κ.λπ.

Παράλληλα, ξεπεράστηκαν πλέον τα τεχνικά προβλήματα αποστολής και παραλαβής μηνυμάτων στην ελληνική γλώσσα, κάτι που πριν από ένα-δύο χρόνια δημιουργούσε ακόμα δυσκολίες στη γραπτή έκφραση.

Στο χώρο των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και των εταιρειών, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο αποτελεί σήμερα το κυρίαρχο μέσο επικοινωνίας στη θέση των παραδοσιακών τηλεφωνικών επικοινωνιών, που απαιτούν πολύ μεγαλύτερο κόστος και χρόνο.


ΠΩΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΤΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟ
ΣΤO ΠΛΑΙΣΙO ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ.
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ

Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αλλά και στην Ελλάδα, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο χρησιμοποιείται τόσο από τους/τις ίδιους/ες τους/τις εκπαιδευτικούς όσο και από τους/τις μαθητές/τριες.

Οι εκπαιδευτικοί το χρησιμοποιούν για:

Η έκρηξη της εξάπλωσης του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου οδήγησε στη χρήση του στα πλαίσια της διδακτικής πράξης σε μία από τις ακόλουθες μορφές:

Σε ό,τι αφορά τον απαραίτητο εξοπλισμό και στην υποδομή, έχουν στεφθεί με επιτυχία πιλοτικές προσπάθειες οι οποίες δεν στηρίζονταν απαραίτητα σε πλήρη εξοπλισμό (εργαστήριο με τουλάχιστον δέκα υπολογιστές και ένας υπολογιστής στη συνήθη σχολική τάξη) αλλά και στον ελάχιστο δυνατό εξοπλισμό (ένας μόνο υπολογιστής και τηλεφωνική γραμμή για σύνδεση με το διαδίκτυο).

Παρουσιάζονται στη συνέχεια τρεις χαρακτηριστικές περιπτώσεις ένταξης της χρήσης του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο πλαίσιο εκπαιδευτικών προγραμμάτων ανταλλαγής ή συνεργασίας μεταξύ σχολείων στα γνωστικά αντικείμενα της γλώσσας, της ιστορίας και της εκμάθησης ξένων γλωσσών.


Περίπτωση 1η: Μαθήματα της γλώσσας

Η ιταλική εμπειρία χρήσης του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο πλαίσια των μαθημάτων γλώσσας (Candeli 1998) έχει ξεκινήσει ήδη από το 1996. Το διεθνές ηλεκτρονικό ταχυδρομείο χρησιμοποιήθηκε από μαθητές/τριες γυμνασίου της Bologna και άλλων πόλεων που συμμετείχαν στο «Kidslink Project», ως βασικό και μοναδικό εργαλείο. Η αξιοποίηση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου συνεχίζεται μέχρι σήμερα με σημαντική επιτυχία. Η πλήρης ελευθερία των μαθητών/τριών στη χρήση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δεν παρουσίασε ποτέ ουσιαστικά μειονεκτήματα.

Οι οργανωμένες δραστηριότητες, που εντάσσονταν στο πλαίσιο των τυπικών μαθημάτων της ιταλικής γλώσσας και σημείωσαν επιτυχία, ήταν οι ακόλουθες:

Οι υπεύθυνοι/ες των προγραμμάτων θεωρούν ότι η εμπειρία αυτή βοήθησε τόσο στη γλώσσα και ειδικά στη γραπτή έκφραση, όσο και στη δημοτικότητα της χρήσης των υπολογιστών από μαθητές/τριες και εκπαιδευτικούς.

Τα γλωσσολογικά παιχνίδια και η σύνταξη ιστοριών πραγματοποιούνταν συνήθως στο πλαίσιο διαγωνισμών μεταξύ των σχολείων. Τα καλύτερα κείμενα δημοσιεύονταν στην ιστοσελίδα του προγράμματος και η τάξη από την οποία προερχόταν λάμβανε ένα μικρό βραβείο. Οι υπεύθυνοι/ες των εκπαιδευτικών προγραμμάτων αναφέρουν ότι διαγωνισμοί παρόμοιας μορφής λειτουργούν θετικά στην ενεργοποίηση των μαθητών/τριών.


Περίπτωση 2η : Mαθήματα ιστορίας και πολιτισμού

Μαθητές/τριες αμερικανικών λυκείων της περιοχής της Καλιφόρνιας συνεργάστηκαν με τις αντίστοιχες τάξεις τριών σχολείων από τα περίχωρα του Παρισιού, κατά τη χρονιά 1995-1996 (Contrepois 1996). Κοινό χαρακτηριστικό των σχολείων αυτών ήταν η μεγάλη κοινωνική και πολιτιστική διαφοροποίηση των μαθητών/τριών τους.

Το πρόγραμμα επικεντρώθηκε στο μάθημα της ιστορίας, και ειδικότερα στα χαρακτηριστικά και στις διαφορές της γαλλικής και της αμερικανικής δημοκρατίας. Παράλληλα, η βελτίωση της εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας συνιστούσε έναν από τους στόχους του προγράμματος για τους/τις μαθητές/τριες στη Γαλλία.

Οι μαθητές/τριες χρησιμοποίησαν κυρίως το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο για να ανταλλάξουν μηνύματα, κείμενα και προσωπικές φωτογραφίες.

Το πρόγραμμα υλοποιήθηκε κατά τη διάρκεια μιας σχολικής χρονιάς σε τρεις φάσεις:

Οι εμπλεκόμενοι/ες εκπαιδευτικοί δηλώνουν ότι το αποτέλεσμα ήταν δίχως αμφιβολία θετικό, παρά τις όποιες δυσκολίες που εμφανίστηκαν.

Τα θετικά αποτελέσματα αφορούν στην ουσιαστική μελέτη και συζήτηση των θεμάτων ιστορίας καθώς και στην εξάσκηση του γραπτού λόγου στα αγγλικά. Οι αναφορές στην οικογενειακή διαδρομή κάθε μαθητή/τριας, στις οποίες εμπλέκονταν περίπου σαράντα εθνικότητες —ένα εντυπωσιακό πολυεθνικό πεδίο—, έφεραν στο προσκήνιο σχεδόν όλα τα σημαντικά γεγονότα του 20ού αιώνα και της σύγχρονης ιστορίας. Έτσι, σκιαγραφήθηκε μια ζωντανή άποψη της ιστορίας, με τους νέους/ες να παρουσιάζουν τον χώρο και τις ιδέες τους για τη δημοκρατία και τον τρόπο που τη βιώνουν.

Οι δυσκολίες που εμφανίστηκαν αφορούν στα ακόλουθα:


Περίπτωση 3η: Εκμάθηση ξένης γλώσσας

Στην εκμάθηση των ξένων γλωσσών η απόκτηση της ικανότητας επικοινωνίας αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους των μαθημάτων. Όποια και αν είναι η ξένη γλώσσα, η διδακτέα ύλη περιλαμβάνει ένα μέρος ειδικά για την επικοινωνία: συστάσεις, αγορά αντικειμένων, συμμετοχή σε συζήτηση. Τα στοιχεία αυτά τα συναντάμε σε όλα τα τυπικά γράμματα (συνήθως δίχως παραλήπτη) που πρέπει να μάθουν να συντάσσουν οι μαθητές/τριες. Η εξάσκηση στην ικανότητα αυτή σταματά συχνά σε αυτό το πρώτο, ανεπαρκές επίπεδο.

Τα προγράμματα αλληλογραφίας μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου λειτουργούν οργανωμένα συνήθως ανάμεσα σε συγκεκριμένες συνεργαζόμενες σχολικές τάξεις, τις λεγόμενες «αδελφοποιημένες τάξεις». Η επικοινωνία μέσω της αλληλογραφίας παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον όταν ολοκληρώνεται σε τουλάχιστον τρεις χρονικές περιόδους:

— Έρευνα για τις συνθήκες ζωής και το περιβάλλον που ζουν οι μαθητές/τριες και ανταλλαγή απόψεων.
— Αναζήτηση συμπληρωματικών πληροφοριών πάνω σε ένα θέμα που οι μαθητές/τριες μιας τάξης επεξεργάστηκαν στο μάθημα. Για παράδειγμα, ένα κείμενο που παρουσιάζει τη ζωή των νέων στα περίχωρα μιας μεγάλης πόλης (Παρίσι, Λονδίνο), έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια αντικειμενική και σφαιρική εικόνα.

Η επικοινωνία μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου καθιστά εφικτή τη δυνατότητα εκμάθησης της ξένης γλώσσας στην αυθεντική της μορφή, δηλαδή ως πραγματικό εργαλείο επικοινωνίας. Παράλληλα, οι μαθητές/τριες έχουν την ευκαιρία να μελετήσουν, για παράδειγμα, τα αγγλικά έτσι όπως πραγματικά μιλιούνται σήμερα από τους Άγγλους. Στη συγχρονική χρήση κάθε γλώσσας πολλές εκφράσεις και τύποι παύουν να χρησιμοποιούνται, ενώ άλλοι νέοι δημιουργούνται. Από την άποψη αυτή, η επικοινωνία είναι πολύτιμη τόσο για τους/τις μαθητές/τριες όσο και για τους/τις διδάσκοντες/ουσες που ίσως δεν βρίσκονται σε συνεχή επαφή με τη γλώσσα που διδάσκουν.

Μια ιδιαίτερη περίπτωση εκπαιδευτικού προγράμματος που εφαρμόζεται κατά την τρέχουσα περίοδο στην Ελλάδα είναι αυτό που έχει λάβει την ονομασία Metropolis (Σκούρτου & Καζούλλη 1999). Γενικός στόχος είναι η εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας ως ξένης/δεύτερης γλώσσας. Η υλοποίησή του απαιτεί συνεργασία δημοτικών σχολείων των Δωδεκανήσων (όπου αρκετά παιδιά προέρχονται από μη έλληνες γονείς) με αντίστοιχα σχολεία του Καναδά, όπου φοιτούν παιδιά κυρίως ελλήνων μεταναστών. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα Metropolis, στα πλαίσια μιας διετούς προγραμματισμένης συνεργασίας, βρίσκεται σήμερα σε εξέλιξη και αναμένεται να δώσει ενδιαφέροντα αποτελέσματα.


ΓΙΑΤΙ Η ΕΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟΥ
ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΦΕΡΕΙ ΘΕΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ;

Η επίδραση στο γραπτό λόγο

Αν θέλουμε να μελετήσουμε ουσιαστικά την επίδραση της χρήσης του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον γραπτό λόγο, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τη διάκριση ανάμεσα στην καθημερινή, ανεξάρτητη χρήση του και σε αυτήν που λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο οργανωμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων.


H περίπτωση της ανεξάρτητης ατομικής χρήσης

Η επικοινωνία μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου γίνεται με γραπτά μηνύματα σύντομα ή εκτενή. Οι επικριτές/τριες της χρήσης του διαδικτύου συχνά χρησιμοποιούν ως επιχείρημα το γεγονός ότι, αν και η γραφή έχει θέση στην αποστολή και λήψη μηνυμάτων μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τελικά «οι προϋποθέσεις αυτών των αποστολών είναι της τάξης του προφορικού λόγουΗ πρακτική είναι προφορική, στο μέτρο που το μήνυμα μοιάζει περισσότερο με μια συζήτηση ανάμεσα σε δύο εταίρους που έχουν δικό τους κώδικα επικοινωνίας, παρά με ένα κείμενο προοριζόμενο να διαβαστεί από όλους και του οποίου τα χαρακτηριστικά (γραμματική σύνταξη και σημασιολογία) καθιερώθηκαν θεσμικά, με ανώνυμο και αναγκαστικό τρόπο, ως κανόνες γλώσσας» (Sfez 1999).

Είναι πράγματι γενικά αποδεκτό ότι η χρήση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε καθημερινό επίπεδο συχνά τροποποιεί τη μορφή των κλασικών επιστολών που αποστέλλονταν μέσω ταχυδρομείου. Οι εκφράσεις ευγένειας περιορίζονται στο ελάχιστο, ο τρόπος έκφρασης γίνεται άμεσος και συχνά οικείος. Η ταχύτητα της μετάδοσης παρακινεί τους/τις αλληλογραφούντες/σες να ανταλλάσσουν ερωτήσεις και απαντήσεις σε ένα στυλ τηλεγραφικό, που συχνά πλησιάζει τον προφορικό λόγο (Mendelshon 1998). Όμως, η κατάσταση αυτή δεν αποτελεί γενικό κανόνα και συχνά τα κείμενα εξακολουθούν να παραμένουν επεξεργασμένα στις περιστάσεις που απαιτείται.

Αντίθετα, ο «προφορικός» λόγος γίνεται πραγματικά κυρίαρχος στα γραπτά μηνύματα που ανταλλάσσονται κατά τη διάρκεια των «σύγχρονων» συζητήσεων [chatts] στις οποίες επιδίδονται οι νέοι/ες. Στις περιπτώσεις αυτές κυριαρχεί, αναγκαστικά σχεδόν, ο σύντομος προφορικός λόγος, με τη χρήση κωδίκων και συντομεύσεων, δεδομένου ότι γίνεται ταυτόχρονη συζήτηση με περισσότερους/ες από δύο «συνομιλητές/τριες». Τέτοιας μορφής επικοινωνία συνηθίζεται κυρίως στα πανεπιστήμια, όπου οι φοιτητές/τριες έχουν, χωρίς κόστος, ελεύθερη πρόσβαση σε μηχανήματα και δίκτυα κατά τη διάρκεια όλης της ημέρας. Σπάνια όμως οι μαθητές/τριες των σχολείων βρίσκονται σε παρόμοιες συνθήκες.


H περίπτωση των οργανωμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων

Σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις των εκπαιδευτικών προγραμμάτων κυριαρχεί η γραπτή γλώσσα. Είτε αυτό αφορά στο μάθημα της γλώσσας (με τα γλωσσολογικά παιχνίδια, τις ιστορίες, κλπ.), είτε αυτό αφορά στη συζήτηση πάνω σε θέματα ιστορίας και πολιτισμού. Αυτό που αλλάζει κάθε φορά ανάλογα με το θέμα είναι τα είδη των κειμένων που συντάσσουν οι μαθητές/τριες.

Ας εξετάσουμε όμως ποιες είναι οι συνηθισμένες σχολικές δραστηριότητες για την καλλιέργεια του γραπτού λόγου; Τις περισσότερες φορές, οι μαθητές/τριες παράγουν κείμενα που δεν πρόκειται σχεδόν ποτέ να τα διαβάσει κανείς, παρά μόνο ο/η καθηγητής/ήτρια τους σε μια διαδικασία ελέγχου και αξιολόγησης. Όταν τα παιδιά δημιουργούν κείμενα για να ικανοποιήσουν την ανάγκη τους για αυτο-έκφραση συνήθως δεν ενδιαφέρονται για την ορθογραφία και τη σωστή σύνταξη.

Η αξιοποίηση του διαδικτύου μπορεί να τροποποιήσει τις συνθήκες έκφρασης και την ποιότητα των παραγόμενων γραπτών κειμένων. Το κείμενο εκλαμβάνει μια νέα διάσταση όταν οι μικροί/ές «συγγραφείς» είναι βέβαιοι/ες ότι, στην άλλη άκρη της «τηλεφωνικής γραμμής», έχουν ένα ανυπόμονο κοινό, έτοιμο να παραλάβει τις «εκδόσεις» τους. Ξαφνικά, επειδή το περιεχόμενο της γραπτής επικοινωνίας λαμβάνει μια νέα διάσταση, οι μαθητές/τριες πιο εύκολα αποκτούν επίγνωση του γεγονότος ότι πρέπει να εκφράζουν τις σκέψεις τους καθαρά, εφόσον οι ιδέες τους δεν θα πρέπει να παρανοηθούν από αναγνώστες/στριες, με τους/τις οποίους/ες ίσως δεν θα έχουν ποτέ τη δυνατότητα να συζητήσουν από κοντά.

Η σύνταξη ενός κειμένου αρχικά σε χαρτί, και στη συνέχεια η πληκτρολόγησή του, επιτρέπει να δημιουργηθεί η αναγκαία «συναισθηματική απόσταση» ανάμεσα στο πρώτο γραπτό και στην τελική του ηλεκτρονική μορφή. Η μορφή αυτή, που δεν διατηρεί τα ίχνη του γραφικού χαρακτήρα, ευνοεί την αποστασιοποίηση από το κείμενο, φέρνοντας τον/τη μικρό/ή «συγγραφέα» πιο κοντά στη θέση του/της αναγνώστη/στριας. Συντελεί στο να αρθούν ψυχολογικά και γνωστικά εμπόδια για την αυτο-διόρθωση, με αποτέλεσμα τη βελτίωση προσωπικών κειμένων (διαδικασία που απαιτεί ανεπτυγμένες μεταγνωστικές δεξιότητες και είναι ιδιαίτερα σύνθετη για μικρούς/ές μαθητές/τριες) (Plane 1995).

Η ίδια όμως η ύπαρξη ενός κοινού ανάγνωσης των γραπτών κειμένων μας θυμίζει τις προσπάθειες του Freinet για τη δημιουργία σχολικών δικτύων. Η προσέγγιση του Freinet, για να εντάξουμε τη γραφή σε μια δραστηριότητα με νόημα και κατευθυνόμενη από στόχους, εμπεριείχε τη δημιουργία κοινού από απόσταση για νέους/ες συγγραφείς μέσα από διασχολικές ανταλλαγές καθώς και την εμπλοκή της εκπαιδευτικής τεχνολογίας (την τυπογραφία κατά την εποχή του Freinet): «Το γεγονός ότι το γραπτό κείμενο θα διαβαστεί, θα συζητηθεί και θα αντιμετωπιστεί κριτικά συνιστά ένα ισχυρό κίνητρο. Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από τα διασχολικά δίκτυα».

Το γραπτό κείμενο δεν έχει νόημα, εκτός αν είμαστε αναγκασμένοι να καταφύγουμε σε αυτό για να επικοινωνήσουμε πέρα από το πλαίσιο που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε τον προφορικό λόγο, πέρα δηλαδή από τα όρια του σχολείου. Απαιτείται, δηλαδή, η δημιουργία ενός κοινωνικού πλαισίου μέσα στο οποίο ο γραπτός λόγος έχει λόγο ύπαρξης.

Είναι μερικές φορές εντυπωσιακό για τους/τις καθηγητές/τριες να διαπιστώνουν ότι μαθητές/τριες γνωστοί/ές για τις δυσκολίες τους στην ορθογραφία ή στη σύνταξη διορθώνουν με επιμέλεια τα λάθη τους. Η γραμματική και η ορθογραφία μαθαίνονται πολύ πιο εύκολα, όταν η γλώσσα γίνεται ένα εργαλείο αυθεντικής επικοινωνίας. Η εργασία πάνω σε διαφορετικά είδη κειμένων επιτρέπει την ανάπτυξη του γραπτού λόγου σε ποικίλα θέματα και τρόπους έκφρασης.


Ερμηνεία θετικής επίδρασης

Ας εξετάσουμε τώρα ποιοι είναι παράγοντες που ευθύνονται για τα γενικότερα θετικά αποτελέσματα που παρατηρήθηκαν σε παρόμοιες μελέτες.

Χρησιμοποιώντας το διαδίκτυο και το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, οι μαθητές/τριες συμμετέχουν σε κάτι καινούργιο, σε μια καινοτομία, και κάτι τέτοιο φαίνεται να τους/τις ενθουσιάζει.

Ειδικά στα σχολεία «ευαίσθητων» περιοχών που είναι δύσκολο να ενεργοποιήσουν θετικά τους/τις μαθητές/τριες, η χρήση του νέου μέσου τούς/τις παρακινεί: «Όλα τα χέρια σηκώνονται όταν ρωτάμε ποιοι/ες μαθητές/τριες θέλουν να συμμετάσχουν στην επικοινωνία με παιδιά από Αγγλία, Καναδά, Hνωμένες Πολιτείες. Δεν χρειάζεται να τους/τις πιέσεις για να ανοίξουν λεξικό και να βρουν μια λέξη. Αναζητούν τα βοηθήματα προκειμένου να συγκεντρώσουν την απαραίτητη τεκμηρίωση για να απαντήσουν στην ερώτηση που έχει τεθεί με το μήνυμα που μόλις έλαβαν. Βγαλμένα από αυθεντικά κείμενα, τα γραμματικά και πολιτισμικά στοιχεία κατανοούνται πολύ πιο εύκολα από τα παιδιά. Πρέπει να δει κανείς τις εκδηλώσεις χαράς όταν ανακαλύπτουν το ταχυδρομείο τους στις οθόνες του υπολογιστή τους, την αδημονία με την οποία διαβάζουν τα μηνύματα, το πώς ανταλλάσσουν και συγκρίνουν τις πληροφορίες που δέχονται…» (Contrepois 1996).

Είναι όμως ευνόητο ότι, αν δεν εκπληρωθούν και άλλες συνθήκες, η αρχική ενεργοποίηση και ο ενθουσιασμός θα παρέλθει γρήγορα.
 

Είναι κοινά αποδεκτό πως οι ηλεκτρονικές ανταλλαγές βοηθούν να δημιουργηθούν πραγματικές, αυθεντικές καταστάσεις επικοινωνίας, που αποκτούν νόημα και σημασία για τους/τις μαθητές/τριες, ευνοώντας με τον τρόπο αυτό τη μάθηση.

Η σημασία και η αναγκαιότητα της αυθεντικής επικοινωνίας γίνεται προφανής στη μητρική γλώσσα, στην ιστορία και κυρίως στην ξένη γλώσσα. Η ιδιαιτερότητα βρίσκεται στο γεγονός ότι οι μαθητές/τριες βρίσκουν πραγματικούς/ές συνομιλητές/τριες, πέρα από την επίπλαστη σχέση επικοινωνίας με τον/την καθηγητή/ήτρια τους. Εξάλλου σήμερα, οι διδάσκοντες/ουσες των ξένων γλωσσών συχνά παραδέχονται: «Είμαι Έλληνας και απευθύνομαι σε έλληνες μαθητές σε μια ξένη γλώσσα, τα αγγλικά. Για μια μεγάλη μερίδα νέων, η παραδοσιακή παιδαγωγική πρακτική του τεχνητού διαλόγου δεν παρουσιάζει κανένα ενδιαφέρον».
 

Η επικοινωνία και η ανταλλαγή μέσω διαδικτύου συντελεί στη δημιουργία ενός νέου μαθησιακού περιβάλλοντος μιας διαπολιτισμικής κοινότητας, επιδεκτικής σε νέες κοινωνικές (αντ)αλλαγές.

Το σχολείο αποσκοπεί από τη μια πλευρά στην απόκτηση γνώσεων και από την άλλη στην κοινωνικοποίηση.

Η μικρο-κοινωνία του σχολείου αντικατοπτρίζει την κοινωνική διαστρωμάτωση και οφείλει να προετοιμάζει τα παιδιά για το κόσμο των ενηλίκων, έξω από τον συναισθηματικό κλοιό του οικογενειακού περιβάλλοντος. Πρόκειται για μια σύνθετη κοινωνία και τη δυναμική της, που ξεφεύγει κατά πολύ από τη λογική της διδασκαλίας χωριστών αντικειμένων του παραδοσιακού σχολείου.

Παρόλο που η ανάγκη να εδραιωθεί η σύνδεση του σχολείου με την εξέλιξη του κόσμου έχει πιστοποιηθεί εδώ και αρκετό καιρό, το σημερινό σχολείο δεν επιτρέπει παρά λίγες οργανωμένες ανταλλαγές με το εξωτερικό περιβάλλον, ενώ η πραγματική επικοινωνία παραμένει ακόμη μια περιθωριακή δραστηριότητα.

Οι καταστάσεις επικοινωνίας και ανταλλαγών μέσω διαδικτύου μπορούν να στηρίξουν την προσπάθεια προς αυτήν την κατεύθυνση.
 

Το παραδοσιακό σχήμα του/της καθηγητή/ήτριας που θέτει ερωτήματα στους/στις μαθητές/τριες για να του/της απαντήσουν ενώ ο/η ίδιος/α γνωρίζει την απάντηση, έχει κάτι το επίπλαστο, κάτι που δύσκολα μπορεί να προκαλέσει πραγματικό ενδιαφέρον. Η ύπαρξη συζητητών/τριών της ίδιας ηλικίας ή και άλλων (ειδικών σε ένα θέμα) ωθεί τους/τις μαθητές/τριες να ενεργοποιηθούν, να ανακτήσουν το χαμένο τους ενδιαφέρον.

Η κατάλληλη αξιοποίηση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου απορρέει από την αποδοχή μιας παιδαγωγικής προσέγγισης που αποδέχεται ότι οι μαθητές/τριες μαθαίνουν μέσα από μια ενεργή διαδικασία οικοδόμησης γνώσης, ενταγμένης μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο.

Η παραδοσιακή παιδαγωγική που στηρίζεται στην απομνημόνευση γραμματικών κανόνων ή ιστορικών γεγονότων και στα «αποκομμένα» γνωστικά αντικείμενα δεν θα έχει να κερδίσει από τη χρήση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Αντίθετα, μια παιδαγωγική που δίνει έμφαση στην κοινωνική αλληλεπίδραση, στη σύνδεση των μαθημάτων, στη συνεργατική ανακάλυψη μπορεί να αξιοποιήσει το διαδίκτυο και ό,τι αυτό προσφέρει.


ΠΩΣ Η ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΕΠΙΤΥΧΗΣ;

Η εκπαιδευτική αξιοποίηση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου επιτυγχάνεται στο πλαίσιο οργανωμένων προγραμμάτων.

Συχνά, πολλοί/ές από τους/τις ένθερμους/ες υποστηρικτές/ριες του διαδικτύου το χρησιμοποιούν αποσπασματικά στην εκπαιδευτική τους πρακτική, δίχως να προετοιμάζουν οργανωμένες εκπαιδευτικές δραστηριότητες ή να εντάσσονται σε αυτές. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εξοικείωση μεν με τα εργαλεία, δίχως όμως να επέρχονται τα προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα.

Η χρήση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για να αξιοποιηθεί εκπαιδευτικά απαιτεί την κατάλληλη οργάνωση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, των οποίων η αρχική προετοιμασία απαιτεί τα ακόλουθα:

Στόχοι του εκπαιδευτικού προγράμματος. Για την επιλογή των στόχων είναι απαραίτητο να προσδιορίσουμε:

Περιεχόμενο των δραστηριοτήτων. Εκτός από την αρχική γνωριμία των μαθητών/τριών καθορίζονται:

Ο ενθουσιασμός τόσο των μαθητών/τριών όσο και των καθηγητών/τριών θα χαθεί αν δεν υπάρχει πραγματική νοητική πρόκληση, που θα επιφέρει ικανοποιητικό εκπαιδευτικό αποτέλεσμα.

Χρονικός προγραμματισμός.

Αναγκαία συμπληρωματικά μέσα. Είναι απαραίτητο να αναρωτηθούμε πάνω στα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν:

Ρόλος των μελών. Απαιτείται ο σαφής προσδιορισμός του έργου του κάθε σχολείου, της τάξης, ακόμα και της κάθε ομάδας που συμμετέχει στο πρόγραμμα. Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι αν η οργάνωση του ρόλου και του έργου κάθε συμμετέχοντος/ουσας δεν είναι σαφής, η εργασία θα μετατραπεί σε τεράστιο διάλειμμα αναψυχής και ψυχαγωγίας, με αποτέλεσμα η τελική εργασία να μην είναι ικανοποιητική ή να διαρκέσει περισσότερο από τον προβλεπόμενο χρόνο, με την απογοήτευση που αυτό συνεπάγεται.

Τα ερωτήματα αυτά θα πρέπει να απαντηθούν προτού προτείνουμε ή συμμετάσχουμε σε μια συνεργασία ανάμεσα σε σχολεία. Διαπιστώνουμε ότι, όσο πιο συγκεκριμένο και οργανωμένο είναι ένα πρόγραμμα, τόσο μεγαλύτερη τύχη έχει να βρει ανταπόκριση και συμμετέχοντες. Πολλοί/ές εκπαιδευτικοί που καλούν σε συνεργασία δεν βρίσκουν ανταπόκριση εξαιτίας της έλλειψης σαφών ιδεών.

Πώς μπορούμε να αναζητήσουμε συνεργασίες για εκπαιδευτικά προγράμματα μέσω διαδικτύου;


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

H ανταλλαγή, η επικοινωνία και η συνεργασία δεν πρέπει να μείνουν ευγενείς προθέσεις. Το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο δεν αποτελεί παρά ένα εργαλείο. Η χρήση του αξιοποιείται μόνο αν το θέσουμε στην υπηρεσία συγκεκριμένων εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων με προσδιορισμένους στόχους.

Οι οργανωμένες λοιπόν ανταλλαγές ανάμεσα σε μαθητές διαφορετικών τάξεων επιτρέπουν να παρουσιάσουμε παιδαγωγικές δραστηριότητες, για παράδειγμα στην ιστορία ή στη γλώσσα. Οι μαρτυρίες και οι πληροφορίες που μεταδίδονται μεταξύ συνεργαζόμενων τάξεων ενεργοποιούν τους/τις μαθητές/τριες διαφορετικά απ’ ό,τι τα βιβλία ή οι διαλέξεις του διδάσκοντα/ουσας.

Η διεθνής ανταλλαγή μηνυμάτων και υλικού δημιουργεί επικοινωνιακές καταστάσεις πραγματικές, αυθεντικές, που έχουν ‘νόημα’ και κατά συνέπεια είναι ευνοϊκές για τη μάθηση.

Η χρήση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δεν είναι μονοδιάστατη ούτε ανεξάρτητη (δίχως αυτό να αποκλείεται). Συμπεριλαμβάνεται σε μια σειρά δραστηριοτήτων σε συνδυασμό με άλλα συμβατικά μέσα, στο πλαίσιο των υπαρχόντων διδακτικών στόχων ή άλλων νέων που προάγουν τη μάθηση και την κοινωνική φύση του σχολείου.

Με βάση ένα καθορισμένο αντικείμενο επικοινωνίας, οι ανταλλαγές ανάμεσα σε τάξεις και ανάμεσα σε μαθητές/τριες μπορούν να μετατραπούν σε μια ομπρέλα διεπιστημονικών δραστηριοτήτων, δημιουργώντας ένα πεδίο μαθησιακών κοινοτήτων διαφόρων πολιτισμών και εθνοτήτων.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ARCHAMBAULT, J.-P. 1996.
Internet a l’ecole. Στo Le Monde Diplomatique. σειρά Maniere de voir (ελλ. έκδ.) «ΙΝΤERNET; l’extase et l’effroi», 73-75.

CANDELI, A. 1998.
Communicating and exchanging experiences through the Net. Στο Teaching, Learning, Information: Towards an Open Socratic School, Πρακτικά του Ampere Seminar της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Φεβρουάριος 1997), 95-99. Λουξεμβούργο: Ευρωπαϊκές Κοινότητες

CNDP, 1996.
Internet dans le Monde Educatif. Ειδικό τεύχος του Les Dossiers de l’Ingenierie Educative (αρ. 24, Δεκέμβριος), Centre national de documentation pedagogique.

CONTREPOIS, S. 1996.
Memoires croisees Berkeley-Fresnes. Στο CNDP 1996.

CUMMINS, J. & D. SAYERS. 1995.
Brave New Schools: Challenging Cultural Illiteracy through Global Learning Networks. Νέα Υόρκη: St Martin’s Press.

DIMITRACOPOULOU, A. Υπό έκδοση.
Educational activities via Internet for young children: How to promote meaningful learning. Στo Πρακτικά του διεθνούς συνεδρίου «Sustainable Development in the Islands and the Role of Research and Higher Education» PRELUDE International & University of the Aegean (Ρόδος, 30/4-4/5 1998).

DUPRAIRE, J.-L. 1997.
Internet a l’ecole en France.
Παρίσι: Centre national de documentation pedagogique.

MENDELSOHN, P. 1998.
Juste pour voir! Petit voyage dans les mondes “virtuels”. Le Temps Strategique 82 (Ιούλιος-Αύγουστος).

RICHARDSON, J. 1998.
Background Paper. Στο Teaching, Learning, Information: Towards an Open Socratic School. Πρακτικά του Ampere Seminar της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Φεβρουάριος 1997), 31-44. Λουξεμβούργο: Ευρωπαϊκές Κοινότητες.

SFEZ, L. 1999.
Η Ιδεολογία των νέων τεχνολογιών. Στο Le Monde Diplomatique. Ελληνική Έκδοση, Ένθετο Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας, No 79, 14-15/8/1999,

ΣΚΟΥΡΤΟΥ, Ε. & Β. ΚΟΥΡΤΗ-ΚΑΖΟΥΛΛΗ. Υπό έκδοση.
Μetropolis/DiaLog: Εργαλεία ανάπτυξης διγλωσσίας και τόποι συνάντησης πολιτισμών. Στο Πρακτικά Διημερίδας για τη διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης/δεύτερης γλώσσας: αρχές-προβλήματα-προοπτικές (Θεσσαλονίκη, 2-3 Απριλίου 1999). Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.