ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

SSds.

ΔΙΑΤΡΙΒΗ

Jim Cummins.
Ταυτότητες υπό διαπραγμάτευση. Εκπαίδευση με σκοπό την ενδυνάμωση σε μια κοινωνία της ετερότητας

 

Επιμέλεια Ελένη Σκούρτου
Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 1999

Τα τελευταία δέκα χρόνια ο μαθητικός πληθυσμός της χώρας μας έχει διαφοροποιηθεί αισθητά λόγω της παρουσίας ενός διαρκώς αυξανόμενου αριθμού μαθητών/-τριών ποικίλων εθνικοτήτων, με διαφορετικό πολιτισμικό και γλωσσικό υπόβαθρο. Η διαδικασία ένταξής τους στο εκπαιδευτικό μας σύστημα φαίνεται να προκαλεί τριγμούς και κλυδωνισμούς. Tο ερώτημα που συνοψίζει την αγωνία των εκπαιδευτικών αλλά και των γονέων είναι το ακόλουθο: Πώς θα διδάξουμε στα αλλόγλωσσα παιδιά την ελληνική γλώσσα αρκετά γρήγορα και αρκετά ικανοποιητικά, ώστε να μπορέσουν να παρακολουθούν τα μαθήματα χωρίς να καθυστερεί η διδασκαλία στους/στις υπόλοιπους/-ες μαθητές/-τριες; Στο σημείο αυτό, ο/η υποψιασμένος/-η πολίτης θα μπορούσε να προσθέσει και ένα άλλο, εξίσου σημαντικό, ερώτημα: Πώς θα χειριστεί το σχολείο την πολιτισμική διαφορά των παιδιών αυτών, που σε λίγα χρόνια θα αποτελούν ένα σημαντικό αριθμητικά τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, έτσι ώστε να μην τα ωθήσει στον αναλφαβητισμό, στην ανεργία και στον κοινωνικό αποκλεισμό; Όσο το ελληνικό κράτος σημειώνει δειλά μόνο βήματα στην εφαρμογή μιας πραγματικά διαπολιτισμικής προσέγγισης στην εκπαίδευση, η δυσοίωνη αυτή προοπτική εξακολουθεί να υπάρχει. Αυτό, άλλωστε, μας δίδαξε και η εμπειρία πολλών βιομηχανικών κρατών της Ευρώπης που στο παρελθόν στήριξαν την εκπαίδευση των παιδιών των μεταναστών σε αφομοιωτικές και ξενοφοβικές λογικές, για να στραφούν στη συνέχεια σε άλλες προσεγγίσεις. Δυστυχώς, στη χώρα μας ο ιδιωτικός κυρίως λόγος γύρω από την εκπαίδευση των παιδιών που διαφέρουν πολιτισμικά (παιδιά από θρησκευτικές μειονότητες ή από οικογένειες παλιννοστούντων και αλλοδαπών) κυριαρχείται σε μεγάλο βαθμό από τέτοιες λογικές. Μία σημαντική αιτία γι' αυτή τη δυσανεξία απέναντι στο διαφορετικό, κυρίως όσον αφορά στη διατήρηση του μορφωτικού και γλωσσικού κεφαλαίου των μαθητών/-τριών αυτών, είναι και η έλλειψη ενημέρωσης γύρω από τον διεθνή επιστημονικό διάλογο σε αυτά τα θέματα. Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει σε μεγάλο βαθμό το βιβλίο του Καναδού Jim Cummins Ταυτότητες υπό διαπραγμάτευση. Εκπαίδευση με σκοπό την ενδυνάμωση σε μια κοινωνία της ετερότητας που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Gutenberg σε επιμέλεια της Επίκουρης Καθηγήτριας του Πανεπιστημίου Αιγαίου κ.Ελένης Σκούρτου. Πρόκειται για μετάφραση -με ορισμένες παρεμβάσεις στην έκταση κάποιων κεφαλαίων για την καλύτερη προσαρμογή στο ελληνόφωνο αναγνωστικό κοινό- του βιβλίου του Jim Cummins Negotiating Identities: Education for Empowerment in a Diverse Society που κυκλοφόρησε το 1996 από τον Σύνδεσμο της Καλιφόρνιας για τη Δίγλωσση Εκπαίδευση. Ο συγγραφέας αποτελεί μια κορυφαία φυσιογνωμία στο χώρο της μελέτης της διγλωσσίας και της διδασκαλίας μαθητών/-τριών που διαφέρουν πολιτισμικά από αυτούς της πλειοψηφούσας ομάδας, όπως μαρτυρά και η πλούσια εργογραφία του στο τέλος του βιβλίου. Εδώ και εικοσιπέντε χρόνια, τα διαρκώς εξελισσόμενα θεωρητικά μοντέλα του Cummins για τη γλωσσική ανάπτυξη σε δίγλωσσα παιδιά προσφέρουν γόνιμους προβληματισμούς στην επιστημονική συζήτηση και έχουν αποτελέσει τη βάση για ποικίλες εφαρμογές στο εκπαιδευτικό πεδίο, πάντα προς την κατεύθυνση της προώθησης της δίγλωσσης εκπαίδευσης ως μιας εμπειρίας συνολικά θετικής για το άτομο. Στο συγκεκριμένο βιβλίο ο Cummins ασχολείται με το θέμα της σχολικής αποτυχίας παιδιών από πολιτισμικά διαφέρουσες ομάδες και προσπαθεί να προσφέρει ένα θεωρητικό πλαίσιο που να εντοπίζει τα αίτια της αποτυχίας αλλά και να ερμηνεύει και τις υψηλές επιδόσεις που παρατηρούνται σε τέτοιους μαθητές/-τριες. Αν και είναι από τους πλέον ένθερμους υποστηρικτές της διγλωσσίας, ο Cummins επισημαίνει ότι το ζήτημα δεν εστιάζεται μόνο στο αν οι μαθητές/-τριες θα διδάσκονται τη μητρική τους γλώσσα ή όχι. Η επιτυχία του παιδιού στο εκπαιδευτικό σύστημα αποτελεί συνάρτηση και των σχέσεων εξουσίας που λειτουργούν στην ευρύτερη κοινωνία ανάμεσα στην κυρίαρχη ομάδα και στις μειονότητες και οι οποίες είναι, κατά κανόνα, σχέσεις αποδυνάμωσης των μειονοτήτων. Στο βαθμό που οι εκπαιδευτικοί επηρεάζονται από αυτές τις σχέσεις εξουσίας και τις αναπαράγουν με τη συμπεριφορά τους μέσα στην τάξη, αποδυναμώνουν τους πολιτισμικά διαφέροντες μαθητές, κάτι που πιθανότατα θα τους οδηγήσει στη σχολική αποτυχία. Το κλειδί για την επιτυχία όλων των μαθητών/-τριών βρίσκεται στην εγκαθίδρυση σχέσεων ενδυνάμωσης ανάμεσα στους συντελεστές της εκπαιδευτικής διαδικασίας, δηλαδή σχέσεων που να στηρίζονται στο σεβασμό, στην εμπιστοσύνη και στην αποδοχή του διαφορετικού. Σε μια τέτοια τάξη, οι εκπαιδευτικοί καλλιεργούν την υπερηφάνεια όλων των μαθητών/-τριών για την εθνοτική, πολιτισμική και γλωσσική ταυτότητά τους, συντελώντας έτσι στη δημιουργία πολιτών με κριτικό πνεύμα και συμβάλλοντας στην ανατροπή των σχέσεων υποτίμησης των μειονοτήτων που κυριαρχούν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό στις σύγχρονες πολυπολιτισμικές κοινωνίες. Αν και αφετηρία για το βιβλίο αποτέλεσε η εκπαιδευτική κατάσταση των μειονοτήτων στις ΗΠΑ, αυτό σε καμιά περίπτωση δεν μειώνει τον επίκαιρο χαρακτήρα του και τη σημασία του για την ελληνική πραγματικότητα, όπως ορθά επισημαίνεται και στην εξαιρετική εισαγωγή του βιβλίου από την επιμελήτρια της έκδοσης. Στο βιβλίο παρουσιάζονται, καταρχάς, ορισμένες από τις πλέον σύγχρονες και τεκμηριωμένες θεωρητικές απόψεις για τη δίγλωσση ανάπτυξη στα παιδιά, συνεπικουρούμενες από πλήθος ευρημάτων της επιστημονικής έρευνας από όλον τον κόσμο που καταδεικνύουν τις θετικές συνέπειες που μπορεί να έχει η δίγλωσση εκπαίδευση. Από την άλλη, στα κεφάλαια 2, 8 και 9 γίνεται αναφορά στην ιστορία της εκπαίδευσης δίγλωσσων μαθητών/-τριών στις ΗΠΑ και στο πώς ιθύνοντες και συγκεκριμένες ομάδες συμφερόντων επιμένουν να αγνοούν ή να διαστρέφουν τα πορίσματα των ερευνών προκειμένου να μην προωθηθεί η εκπαιδευτική αλλαγή με στόχο την ενδυνάμωση των μειονοτικών μαθητών/-τριών και των κοινοτήτων τους. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κεφάλαια 4 έως 7, στα οποία προτείνονται συγκεκριμένες παρεμβάσεις, στρατηγικές και τεχνικές για την εγκαθίδρυση συνεργατικών και ενδυναμωτικών σχέσεων στην εκπαίδευση και παρουσιάζονται συγκεκριμένα παραδείγματα επιτυχημένης υλοποίησής τους. Τέλος, παρά τη μεθοδική τεκμηρίωση των απόψεών του μέσα από παράθεση πλήθους ερευνητικών ευρημάτων, ο συγγραφέας δεν χάνει στιγμή την επαφή του με το κοινό για το οποίο προορίζεται το βιβλίο: τους/τις εν ενεργεία εκπαιδευτικούς. Πρόκειται για ένα βιβλίο γραμμένο από την καρδιά, που όχι μόνο πείθει αλλά και κερδίζει τον/την αναγνώστη/-τρια. Τουλάχιστον εκείνον/-η τον/την αναγνώστη/-τρια που συμφωνεί με τον Jim Cummins ότι "οι ανθρώπινες σχέσεις βρίσκονται στην καρδιά της σχολικής πρακτικής" και ότι "αν οι δάσκαλοι/-ες δεν μαθαίνουν πολλά πράγματα από τους/τις μαθητές/-τριες, τότε είναι πολύ πιθανό ότι ούτε οι μαθητές/-τριές τους μαθαίνουν πολλά πράγματα από αυτούς/-ές".

Ασπασία Χατζηδάκη

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

αρχή σελίδας