7. Η διατήρηση και χρήση της ελληνικής γλώσσας στην ελληνόφωνη διασπορά
Ο βαθμός της διατήρησης της ελληνικής γλώσσας στον χώρο της διασποράς έχει μελετηθεί στις μεγάλες χώρες υποδοχής Ελλήνων μεταναστών και έχει επανειλημμένα χαρακτηριστεί ως υψηλός σε σχέση με άλλες μεταναστευτικές ή παροικιακές γλώσσες σε πολυπολιτισμικές χώρες (Clyne, 1991). Σύμφωνα με έρευνες στον χώρο της ελληνόφωνης διασποράς, η διατήρηση της εθνοτικής γλώσσας θεωρείται ως αναπόσπαστο κομμάτι της διατήρησης της ελληνικής εθνοτικής ταυτότητας (Tsokalidou, 1994). Στη διατήρηση της ταυτότητας αυτής συμβάλλουν σημαντικά και παράγοντες του ευρύτερου κοινωνικού πλαισίου της χώρας υποδοχής, αλλά και η αξία που προσδίδεται στην εθνοτική γλώσσα γενικότερα. Η αξία αυτή συχνά καθορίζεται και από τις δυνατότητες που παρέχει για καλύτερες επαγγελματικές προοπτικές των ομιλητών/τριών της.
Ο Clyne (1982) προτείνει τη διάκριση ανάμεσα στους ομαδικούς/κοινωνικούς και στους ατομικούς παράγοντες που καθορίζουν τη διατήρηση ή αλλαγή της εθνοτικής γλώσσας. Ανάμεσα στους πρώτους είναι οι εξής:
1. Η πολυπολιτισμική ιστορία και η γλωσσική πολιτική της χώρας υποδοχής
2. Η ύπαρξη μεγάλων αστικών κέντρων
3. Ο αριθμός των χρηστών της εθνοτικής γλώσσας
4. Η κατανομή του πληθυσμού στη χώρα υποδοχής
Ατομικοί παράγοντες προτείνονται:
1. Η ηλικία, με τον δείκτη διατήρησης της εθνοτικής γλώσσας να είναι ανάλογος με την ηλικία, και
2. Το φύλο, με τις γυναίκες να διατηρούν καλύτερα την εθνοτική τους γλώσσα και να γίνονται καλύτερες χρήστριες της γλώσσας τους στους μικτούς γάμους.
Οι ερευνητές Giles et al (1977) προτείνουν ένα θεωρητικό μοντέλο ανάλυσης της εθνοτικής ταυτότητας βασισμένο στις έννοιες της εθνογλωσσικής ζωτικότητας (ethnolinguistic vitality) και της γλωσσικής προσαρμογής σε σχέση με την κυρίαρχη γλωσσική ομάδα (speech accommodation). Με τη σειρά της, η εθνογλωσσική ζωτικότητα εμπεριέχει μια σειρά από κοινωνικο-οικονομικούς, δημογραφικούς, ιστορικούς και ψυχολογικούς παράγοντες. Ο Clyne (1991) αναφέρεται με λεπτομέρεια στο παραπάνω μοντέλο και συγκεκριμένα τονίζει τα εξής επιμέρους στοιχεία του:
- το οικονομικό υπόβαθρο των μελών της εθνοτικής ομάδας (βρίσκοντας ότι δεν υφίσταται άμεση σχέση ανάμεσα στο επάγγελμα και την έλλειψη διατήρησης της εθνοτικής γλώσσας),
- το κοινωνικό γόητρο των ομιλητών/τριών της εθνοτικής γλώσσας (βρίσκεται σε συνάρτηση με τη γνώση που έχουν της εθνοτικής τους γλώσσας),
- τους ευρύτερους κοινωνικο-ιστορικούς παράγοντες της ομάδας,
- το γόητρο της γλώσσας σε διεθνές επίπεδο, γεγονός που συχνά δεν λειτουργεί υπέρ της εθνοτικής γλώσσας.
Ένα άλλο σημαντικό μοντέλο ανάλυσης της διατήρησης των εθνοτικών γλωσσών είναι αυτό της θεωρίας των κεντρικών αξιών (core value theory) (Smolicz, 1981, 1984). Σύμφωνα με αυτήν, η κάθε εθνοτική ομάδα προσδίδει διαφορετική σημασία και έμφαση στη γλώσσα ως παράγοντα διατήρησης της διαφορετικότητάς της. Επίσης, καθοριστικό ρόλο παίζει και η στάση των μελών μιας ομάδας, η οποία μπορεί να είναι θετική, αδιάφορη ή αρνητική. Μια θετική στάση απέναντι στο θέμα της διατήρησης της εθνοτικής ταυτότητας δεν συνεπάγεται, απαραιτήτως, και συνειδητή προσπάθεια για τη διατήρησή της. Ο Clyne (1991) συμπληρώνει ότι η παραπάνω θεωρία πρέπει να συμπληρωθεί με τα εξής στοιχεία: α) τον καθορισμό της ομάδας, β) τη συμμετοχή σε πολλαπλές ομάδες, και γ) τις αλλαγές στη στάση των μελών μιας ομάδας. Ο ορισμός της ομάδας δεν είναι πάντα ξεκάθαρος, ενώ οι στάσεις και η ταύτιση των μελών με μια ομάδα είναι διαδικασίες εν εξελίξει και όχι στατικά θέματα.
Στην παρούσα έρευνα, τα παραπάνω θέματα θα συζητηθούν βάσει των συνεντεύξεων με τα μέλη των ελληνόφωνων κοινοτήτων, και θα προταθούν τρόποι αντιμετώπισης του θέματος της εθνοτικής ταυτότητας των εν λόγω κοινοτήτων στο πλαίσιο των πορισμάτων που έχουν προκύψει.