2. ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΧΩΡΙΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Απομένει να δούμε τί θα γίνει με τις γραπτές εξετάσεις κάθε τύπου: πώς θα ελέγχουν, δίχως τη γραπτή μετάφραση, οι εξεταστές αν οι εξεταζόμενοι έχουν πράγματι παρακολουθήσει το νόημα του υπό εξέταση κειμένου, μέσα από τα σημασιολογικά, γραμματικά και συντακτικά του σήματα; Η απάντηση σ' ένα τέτοιο ερώτημα χρειάζεται κάποιου είδους φαντασία· και προπαντός παραίτηση από τη συνήθη λογική οκνηρία, από την οποία κατέχονται εξεταστές και εξεταζόμενοι. Με αυτή τη διπλή προϋπόθεση προτείνω ενδεικτικώς κάποια εξεταστικά μέτρα, τα οποία στηρίζονται και στην προσωπική διδακτική και εξεταστική μου πείρα για οκτώ χρόνια στη Μέση Εκπαίδευση.

(α) Θεωρώ καταρχήν αυτονόητο ότι το υπό εξέταση πρωτότυπο μικροκείμενο έχει στοιχειώδη νοηματική συνοχή και αυτοτέλεια· και ότι συνοδεύεται, όταν δίνεται στους εξεταζόμενους, με τα απολύτως απαραίτητα γραμματολογικά στοιχεία: σε ποιον συγγραφέα ανήκει, σε ποιο έργο, σε ποια γραμματολογική οικογένεια, ποια είναι τα συμφραζόμενα που το περιβάλλουν —όλα αυτά σε άκρως συνοπτική εισαγωγή και με τη δέουσα σαφήνεια.

(β) Εφεξής ο εξεταζόμενος πρέπει να διαβάσει προσεκτικά και να παραφράσει, όχι να μεταφράσει, το συνολικό νόημα του μικροκειμένου σε τριτοπρόσωπο λόγο, που δεν θα πλαγιάζεται από τη γνωστή και ανυπόφορη πρόταση "εδώ ο συγγραφέας λέει". Εν συνεχεία καλείται ο εξεταζόμενος να διαγνώσει και να ταξινομήσει τα επί μέρους νοήματα, που συνθέτουν το συνολικό νόημα του μικροκειμένου, προσέχοντας τον τρόπο σύνδεσής τους. Οδηγός στην ανάπλαση αυτή του νοήματος και των μεριδίων του είναι η απόφαση ότι ο συγγραφέας του μικροκειμένου δεν παραλογίζεται.

(γ) Αν το υπό εξέταση κείμενο περιέχει λέξεις σπάνιες ή συντάξεις περίπλοκες, δίνονται εξαρχής στον εξεταζόμενο τα ερμηνεύματά τους και οι απολύτως απαραίτητες συντακτικές διασαφήσεις. Για τις υπόλοιπες δυσκολίες του μικροκειμένου, ο εξεταζόμενος προκαλείται να τις εντοπίσει μόνος του και να δώσει δικές του εναλλακτικές προτάσεις για τη λύση καθεμιάς δυσκολίας, με βάση τα νοηματικά συμφραζόμενα.

(δ) Με την προϋπόθεση ότι το υπό εξέταση μικροκείμενο έχει προχαρακτηριστεί ως προς τη γραμματολογική του ταυτότητα, ζητείται από τους εξεταζόμενους να αναγνωρίσουν λεκτικά ή θεματικά σήματα, τα οποία προδίδουν τη γραμματειακή ταυτότητα του κειμένου που έχουν μπροστά τους. Για να γίνω σαφέστερος: ένα κείμενο, ρητορικής ή φιλοσοφίας, επικής ή δραματικής ποίησης περιέχει μορφολογικά και θεματικά σήματα που το διακρίνουν και το ορίζουν. Αυτά πρέπει να βρει ο εξεταζόμενος, για να δείξει ότι πράγματι καταλαβαίνει σε ποια γραμματειακή οικογένεια ανήκει το μικροκείμενό του.

(ε) Τέλος, υπάρχει και η δυνατότητα το υπό εξέταση κείμενο να συνοδεύεται από ένα ή δύο άλλα, συγγενικά και συγκρίσιμα, μικροκείμενα, τα οποία προσφέρονται σε έγκυρη τώρα φιλολογική μετάφραση. Ο εξεταζόμενος στην περίπτωση αυτή προσέχει ομοιότητες και διαφορές μεταξύ του κειμένου του και των άλλων συγγενικών παραδειγμάτων. Η συγκριτική ανάγνωση των τριών προοιμίων της αρχαίας λογογραφίας και ιστορίας αποτελεί, λ.χ., καλό οδηγό σε μια τέτοια, προωθημένη ασφαλώς, εξέταση.

 

Επιμελώς απέφυγα, ως ζητούμενα της γραπτής εξέτασης, τις γνωστές γραμματικές και συντακτικές παρατηρήσεις. Το έκανα, επειδή νομίζω ότι και αυτή η εξεταστική φάμπρικα θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με πολλή επιφύλαξη και ανανεωμένη προσοχή —προς το παρόν μπορεί και να λείψει, κάνοντας παρέα με τη γραπτή σχολική μετάφραση, που η πρότασή μου γυρεύει να τεθεί οριστικώς εκποδών.