1. Tυπολογία της ιστορικής αφήγησης του Θουκυδίδη

 

Η ιστορική αφήγηση, ως είδος λόγου, εντάσσεται στη γενικότερη κατηγορία της αφήγησης, που μπορεί να οριστεί ως ακολουθία γεγονότων, τα οποία οργανώνονται σε μια ενιαία πλοκή, ώστε να φανεί η αιτιώδης σύνδεσή τους και να καταστεί δυνατή η ερμηνεία τους. Παράλληλα όμως, στο πλαίσιο της γενικής κατηγορίας της αφήγησης, οι ιστορικές αφηγήσεις διαφοροποιούνται από τις μυθοπλαστικές με κριτήριο την αναφορικότητά τους: στην περίπτωση των ιστορικών κειμένων το αντικείμενο αναφοράς τους είναι πραγματικά γεγονότα, ενώ στην περίπτωση των μυθοπλαστικών κειμένων το αντικείμενο αναφοράς τους είναι πιθανά γεγονότα, κατά την άποψη του Αριστοτέλη, ή θεωρείται ότι δεν υπάρχει σ' αυτά καθόλου αναφορικότητα, αλλά εκφράζουν την καθαρή δημιουργικότητα του συγγραφέα τους, κατά το αίτημα του ρομαντισμού. Αυτή η ειδική λειτουργία την οποία επιτελούν τα ιστορικά κείμενα στο πλαίσιο της ανθρώπινης επικοινωνίας καθορίζει τα τυπικά χαρακτηριστικά τους και τις μεθοδολογικές στρατηγικές τους, για τον εντοπισμό των οποίων χρήσιμο θα ήταν να καταφύγουμε στη "Μεθοδολογία" του Θουκυδίδη (Α.20-22). Στο προγραμματικό αυτό τμήμα του έργου του ο Θουκυδίδης, περιγράφοντας τη μέθοδο εργασίας του για την καταγραφή των πολεμικών γεγονότων και ορίζοντας τον πρότυπο αναγνώστη για τον οποίο προορίζει το έργο του, μας δίνει έμμεσα και τους ειδικότερους στόχους της ιστορικής συγγραφής του. Σημειώνει λοιπόν εκεί:

τὰ δ' ἔργα τῶν πραχθέντων ἐν τῷ πολέμῳ οὐκ ἐκ τοῦ παρατυχόντος πυνθανόμενος ἠξίωσα γράφειν, οὐδ' ὡς ἐμοὶ ἐδόκει, ἀλλ' οἷς τε αὐτὸς παρῆν καὶ παρὰ τῶν ἄλλων ὅσον δυνατὸν ἀκριβείᾳ περὶ ἑκάστου ἐπεξελθών. ἐπιπόνως δὲ ηὑρίσκετο, διότι οἱ παρόντες τοῖς ἔργοις ἑκάστοις οὐ ταὐτὰ περὶ τῶν αὐτῶν ἔλεγον, ἀλλ' ὡς ἑκατέρων τις εὐνοίας ἢ μνήμης ἔχοι. καὶ ἐς μὲν ἀκρόασιν ἴσως τὸ μὴ μυθῶδες αὐτῶν ἀτερπέστερον φανεῖται· ὅσοι δὲ βουλήσονται τῶν τε γενομένων τὸ σαφὲς σκοπεῖν καὶ τῶν μελλόντων ποτὲ αὖθις κατὰ τὸ ἀνθρώπινον τοιούτων καὶ παραπλησίων ἔσεσθαι, ὠφέλιμα κρίνειν αὐτὰ ἀρκούντως ἕξει. κτῆμά τε ἐς αἰεὶ μᾶλλον ἢ ἀγώνισμα ἐς τὸ παραχρῆμα ἀκούειν ξύγκειται. (Α.22.2-4)

 

Από το παραπάνω απόσπασμα προκύπτει ότι στόχος της ιστορικής αφήγησης είναι:

(α)        Η ακριβής καταγραφή των γεγονότων, αφού προηγηθεί η εξακρίβωσή τους με τη μέθοδο της διασταύρωσης και κριτικής πληροφοριών που προέρχονται από αυτόπτες μάρτυρες.

(β)        Η ερμηνεία των καταγεγραμμένων γεγονότων, που θα αποτελέσει χρήσιμο ερμηνευτικό πρότυπο και για μελλοντικά γεγονότα, αφού κατά τον Θουκυδίδη η ανθρώπινη φύση δεν μεταβάλλεται στο πέρασμα της ιστορίας και, σε όμοιες συνθήκες, ενεργεί σταθερά με όμοιο τρόπο.

Οι δύο παραπάνω στόχοι φαίνονται σε μια πρώτη ματιά ανταγωνιστικοί, γιατί η ακρίβεια στην καταγραφή των γεγονότων υποβάλλει το αίτημα της αντικειμενικότητας, ενώ η ερμηνεία των γεγονότων φαίνεται να εμπλέκει στην αφήγηση την υποκειμενικότητα του ιστορικού. Πώς κατάφερε ο Θουκυδίδης να συμφιλιώσει αυτά τα δύο αντίρροπα αιτήματα θα φανεί στη συνέχεια· πάντως αυτά είναι που διαμορφώνουν τα τυπικά χαρακτηριστικά της αφήγησής του, τα οποία μπορούν να συνοψισθούν στα ακόλουθα:

1.1. Αφηγηματική ακρίβεια

Η ακρίβεια στην καταγραφή των γεγονότων προϋποθέτει την επίπονη έρευνα και κυρίως την αντικειμενικότητα και αμεροληψία του ιστορικού, τυπικό αφηγηματικό σήμα της οποίας είναι η τριτοπρόσωπη αφήγηση, που αποκλείει την προβολή προσωπικών κρίσεων και συναισθημάτων. Πρόθεση του ιστορικού είναι να αφήσει τα ίδια τα γεγονότα να μιλήσουν, χωρίς τη δική του παρέμβαση, και, απ' αυτή την άποψη, χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Θουκυδίδης αφηγείται τα γεγονότα της Αμφίπολης, μιλώντας για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο και αποφεύγοντας οποιαδήποτε δικαιολογία. Το υποκείμενο του ιστορικού αναδύεται μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις, κυρίως σε προγραμματικά κείμενα, όπως το πρώτο και το "δεύτερο προοίμιο" ή η "Μεθοδολογία", καθώς και στα σημεία εκείνα του έργου του που χρειάζεται να ομολογήσει την αδυναμία της έρευνάς του να φτάσει σε ασφαλείς πληροφορίες και συμπεράσματα.

Επιπλέον, το αίτημα για αφηγηματική ακρίβεια επηρεάζει και τον προσδιορισμό του χρόνου, που αποτελεί βασική παράμετρο των αφηγηματικών κειμένων και τον απλούστερο τρόπο για την οργάνωσή τους. Συγκεκριμένα, τα ιστορικά κείμενα απαιτούν χρονολογική ακρίβεια στην καταγραφή των γεγονότων, και γνωρίζουμε ότι ο Θουκυδίδης για να την πετύχει εργάστηκε περισσότερο απ' οποιονδήποτε άλλο ιστορικό της αρχαιότητας, επινοώντας μια δική του μέθοδο χρονολόγησης. Δεν δίστασε μάλιστα, για να διατηρήσει αυστηρά χρονολογική σειρά στην εξιστόρηση των γεγονότων, να θυσιάσει τη θεματική ενότητα της αφήγησής του. Έτσι, για παράδειγμα, τα γεγονότα που αφορούν στην εισβολή των Θηβαίων στις Πλαταιές και την πολιορκία και κατάληψη της πόλης αυτής από τους Σπαρτιάτες, διασπώνται σε τρεις αφηγηματικές ενότητες, γιατί εντάσσονται σε τρία διαφορετικά έτη του πολέμου.

Τέλος, η ακρίβεια στην καταγραφή των γεγονότων απαιτεί εκφραστική σαφήνεια και λιτότητα, η οποία θα μπορούσε να προσδιοριστεί καταρχήν ως αποφυγή κάθε εκφραστικού μέσου που θα στόχευε μόνο στην τέρψη του αναγνώστη. Η εμμονή αυτή στο κυριολεκτικό επίπεδο του λόγου, που υποβάλλεται με τον όροτὸ μὴ μυθῶδες(ο όρος ασφαλώς δεν δηλώνει μόνο την αποφυγή απίστευτων υπερβολών), συμβάλλει σημαντικά στον ἀτερπέστερον χαρακτήρα της αφήγησης, συνείδηση του οποίου έχει ο Θουκυδίδης.

1.2. Οργάνωση της αφήγησης και ερμηνευτικές στρατηγικές

Η οργάνωση των γεγονότων σε μια ενότητα προϋποθέτει την προβολή μιας ενοποιητικής αρχής, σύμφωνα με την οποία θα γίνει και η επιλογή των στοιχείων που θα περιληφθούν τελικά στην αφήγηση. Η αρχή που αναλαμβάνει αυτή την ενοποιητική λειτουργία στον Θουκυδίδη είναι οι προθέσεις των υποκειμένων της αφήγησής του. Προκύπτει έτσι η εξής τυπική ακολουθία: στην αρχή προβάλλονται οι προθέσεις και τα σχέδια των δρώντων υποκειμένων με έναν αιτιολογικό ή τελικό προσδιορισμό ή ανεπτυγμένες σε μια δημηγορία, και στη συνέχεια η αφήγηση παρακολουθεί συστηματικά την επιτυχία ή την αποτυχία των σχεδίων, που καθοδόν μπορούν να τροποποιούνται ή να εξειδικεύονται. Με τον τρόπο αυτόν η αφήγηση οργανώνεται γύρω από ένα κέντρο, παραλείποντας οτιδήποτε συμπτωματικό δεν σχετίζεται άμεσα με το σχέδιο δράσης που προβλήθηκε αρχικά, και ταυτόχρονα τα γεγονότα αιτιολογούνται, καθώς συστηματικά ανάγονται στις προθέσεις των δρώντων υποκειμένων.

Το υλικό μάλιστα του Θουκυδίδη (πολεμικά και πολιτικά γεγονότα) του επιτρέπει να οργανώσει την αφήγησή του γύρω από τις αντιτιθέμενες προθέσεις δύο αντίπαλων υποκειμένων, παρακολουθώντας τις ανταγωνιστικές προσπάθειές τους να πραγματοποιήσουν τα σχέδιά τους. Αυτή η αντιθετική τοποθέτηση της δράσης δύο αντίπαλων υποκειμένων δίνει τη δυνατότητα στην αφήγηση να εστιάζει εναλλακτικά πότε στο ένα και πότε στο άλλο υποκείμενο, δημιουργώντας μ' αυτή την εναλλαγή σαφείς τομές και επεισόδια στην εξιστόρηση των γεγονότων· τομές παράλληλες ή ειδικότερες προς εκείνες που δημιουργεί η ανάγκη για αυστηρά χρονολογική έκθεση.

Για να κάνει αισθητή στον προσεκτικό αναγνώστη τη συνοχή της αφήγησής του, ο Θουκυδίδης καταφεύγει στη χρήση κάποιων λεκτικών αντιστοιχιών. Συγκεκριμένα: φροντίζει, με ταυτόσημες ή παρόμοιες φράσεις, να υπενθυμίζει συνεχώς τις προθέσεις των υποκειμένων του και να δημιουργεί αντιστοιχίες ανάμεσα στις προθέσεις και τα αποτελέσματα που προκύπτουν απ' αυτές. Με τον τρόπο αυτό καταφέρνει να δημιουργήσει μέσα στο έργο του μεγάλες θεματικές ενότητες, υπερβαίνοντας την κατάτμηση που επιβάλλει στην αφήγησή του η χρονολογική έκθεση των γεγονότων.

Ταυτόχρονα όμως, οι λεκτικές αντιστοιχίες έχουν και μια άλλη, γενικευτική λειτουργία. Ο Θουκυδίδης, παρ' ότι πιστεύει ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά ρυθμίζεται από σταθερές υπερχρονικές αρχές, εντούτοις ελάχιστες φορές γενικεύει άμεσα, όπως π.χ. στην "Παθολογία", επειδή δεν θέλει, με την παρεμβολή της γενίκευσης, να διακόψει την ακριβή έκθεση των γεγονότων· πιο συχνά καταφεύγει σε σύντομες παρενθετικές φράσεις, όπως οἷον φιλεῖ ἐν τῷ τοιούτῳ γίγνεσθαι ή οἷα δὲ εἰκός, ή ενσωματώνει τις γενικεύσεις του στις δημηγορίες. Οι λεκτικές αντιστοιχίες, λοιπόν, του δίνουν τη δυνατότητα για μια λανθάνουσα αλλά συνεχή γενίκευση, καθώς επιτρέπουν παρόμοια γεγονότα να περιγράφονται με παρόμοιο τρόπο, υποδηλώνοντας έτσι ότι εμπίπτουν στον ίδιο τύπο ερμηνείας. Με τη μέθοδο αυτή ο Θουκυδίδης καταφέρνει να συμβιβάσει την αφηγηματική ακρίβεια με την ανάγκη για ερμηνεία των γεγονότων· ακόμη περισσότερο, καταφέρνει η αφηγηματική ακρίβεια να συμπίπτει με την ερμηνεία, γιατί όσο πιο ακριβής είναι η έκθεση των γεγονότων τόσο πιο έκτυπα διαφαίνονται οι ομοιότητές τους και συνάγονται οι γενικές αρχές που διέπουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Κατά συνέπεια, οι προθέσεις και η δράση των ιστορικών υποκειμένων χάνουν τον συμπτωματικό χαρακτήρα τους, καθώς γίνεται φανερό ότι αποτελούν εκδήλωση των γενικότερων αρχών της ανθρώπινης φύσης, και ταυτόχρονα το έργο του ιστορικού αποκτά τον χαρακτήρα κτήματος ἐς αἰεί, αφού προσφέρει ένα χρήσιμο ερμηνευτικό μοντέλο και για μελλοντικά γεγονότα.

Οι λεκτικές αντιστοιχίες, επομένως, έχουν μια διπλή λειτουργία στο έργο του Θουκυδίδη: αφενός εξασφαλίζουν τη θεματική συνοχή επιμέρους γεγονότων, προβάλλοντας την κοινή πρόθεση ενός υποκειμένου που κατευθύνει και συνέχει τα διάφορα περιστατικά, και αφετέρου εξασφαλίζουν τη λογική συνοχή ολόκληρου του έργου, αναδεικνύοντας την κανονικότητα της ανθρώπινης συμπεριφοράς και της ιστορίας. Γίνεται τώρα δυνατός κι ένας πληρέστερος προσδιορισμός της σαφήνειας του Θουκυδίδη. Αυτή είναι αποτέλεσμα κυρίως της οργάνωσης των γεγονότων γύρω από τις προθέσεις των υποκειμένων της αφήγησης, παραλείποντας οτιδήποτε συμπτωματικό, και της μόνιμης τάσης του για ορθολογική γενίκευση.

Επιπλέον, η συστηματική οργάνωση της αφήγησης και η λανθάνουσα γενίκευση έχουν επιτρέψει αρκετά συχνά, από τον F.M. Conford και μετά, τη σύγκριση του ιστορικού έργου του Θουκυδίδη με την τραγωδία, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εκείνες που περιγράφει την αποτυχία των σχεδίων των δρώντων υποκειμένων και τὴν ἐς τὸ ἐναντίον μεταβολὴν της κατάστασής τους. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση τουλάχιστον του Θουκυδίδη, ανατρέπεται ο ισχυρισμός του Αριστοτέλη στην Ποιητική του (1451b 1-11) ότι η ιστορία είναι λιγότερο φιλοσοφικό είδος από την τραγωδία, επειδή η πρώτη έχει ως θέμα της το επιμέρους, ενώ η δεύτερη το καθολικό.