Ήρωες

1. Με τη λατρεία κάποιου άγνωστου από αλλού τοπικού ήρωα, του Ιππάλκμου, σχετίζεται μια ανάγλυφη πλάκα που βρέθηκε κοντά στη διασταύρωση Εγνατίας και Πλάτωνα και χρονολογείται στην όψιμη ελληνιστική περίοδο. Στην παράσταση εικονίζεται το κυνήγι του ταύρου. Ένας ιππέας στα αριστερά με κοντό χιτώνα και χλαμύδα που ανεμίζει, με υψωμένο το δεξί χέρι στο οποίο κρατά δόρυ, αντιμετωπίζει τον ταύρο που απειλητικός ορμά με υψωμένα τα μπροστινά πόδια. [Μακεδονία 04] Εξάλλου, συχνή είναι σε έργα των τεχνών η παρουσία του ήρωα-ιππέα ή του ιππέα-κυνηγού, ο οποίος συνδέεται με τη λατρεία των νεκρών, κάτι που προδηλώνεται είτε από την παρουσία του φιδιού, είτε από το ίδιο το άλογο. Το άλογο ήταν από παλιά συνδεδεμένο με τον κάτω κόσμο, είτε σε σχέση με κάποιον θεό του κάτω κόσμου, είτε ανεξάρτητα ως δαίμονας του θανάτου που προσωρινά μόνο τιθασεύεται από θνητούς ήρωες, όπως ο Βελλερεφόντης [Μακεδονία 05] ή ο Άδραστος, οι οποίοι όμως αργότερα οδηγήθηκαν στον θάνατο από τα άλογα αυτά. Ακόμη και ο Φαέθων που οδηγεί το άρμα του Ήλιου χάνει κάποια στιγμή τον έλεγχο των αλόγων που τον καταποντίζουν. Οι μύθοι αυτοί ήταν ένα πολύ καλό μέσο για να δειχθεί η πρόσκαιρη κυριαρχία του ανθρώπου επί του θανάτου.[1] Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήρωα-ιππέα στον χώρο της Μακεδονίας είναι η περίπτωση του Ηφαιστίωνα, ο οποίος μετά τον θάνατό του λατρεύτηκε ως ήρωας. Μαρτυρείται σε αναθηματικό ανάγλυφο της τελευταίας δεκαπενταετίας του 4ου αι. π.Χ., της εποχής δηλαδή του Κασσάνδρου, από την Πέλλα (βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης), αφιερωμένο από κάποιον Διογένη στον ήρωα Ηφαιστίωνα (ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΗΦΑΙΣΤΙΩΝΙ ΗΡΩΙ). Ο Ηφαιστίωνας εικονίζεται δεξιά, μάλλον μπροστά σε σπηλιά, ως ιππέας, νέος, αγένειος, με κοντά μαλλιά, ενώ αριστερά στέκεται κόρη με οινοχόη στο δεξί χέρι, η οποία σπένδει. [Μακεδονία 15] Ποιος όμως είναι αυτός ο Ηφαιστίων; Αναμφίβολα είναι ο στενός συνεργάτης και φίλος του Αλέξανδρου, ο γιος του Αμύντορα, του Πελλαίου (πρβλ. τον τόπο εύρεσης του αναγλύφου), ο οποίος λατρεύτηκε ως αφηρωισμένος νεκρός με πρωτοβουλία του Αλέξανδρου λίγα μόλις χρόνια μετά τον πρόωρο θάνατό του. Η λατρεία του δεν στάθηκε δυνατό να καθιερωθεί στην Αθήνα (Υπερείδης, Επιτάφιος 21), γιατί η ισχύς και η λατρεία των ηρώων, σε αντίθεση με τους θεούς, περιορίζονταν στην οικογένεια, την ομάδα, την πόλη του.[2] Ο Ηφαιστίωνας λοιπόν λατρεύτηκε ως αφηρωισμένος νεκρός, που, όπως οι όμοιοί του, έχει μια πιο στενή και προσωπική σχέση με τους ανθρώπους, λειτουργεί προστατευτικά και διαμεσολαβητικά ανάμεσα στον κόσμο των θνητών και των θεών. Όπως και οι υπόλοιποι ήρωες, στέκεται πιο κοντά στις χθόνιες θεότητες, και γι’ αυτό παριστάνεται μπροστά σε σπήλαιο –τα σπήλαια και γενικά τα χάσματα της γης θεωρούνται τόποι εισόδου στον κάτω κόσμο· εκεί γίνονταν και προσφορές προς τους χθόνιους, νεκρούς και θεούς.[3]

Όσο για τον αναθέτη μόνο εικασίες μπορεί να διατυπωθούν με βάση τις υπάρχουσες μαρτυρίες. Ο Λουκιανός λ.χ. (Περί του μή ραδίως πιστεύειν διαβολή  17-18) αναφέρει ότι πολλοί από τους παλαίμαχους εταίρους που γύρισαν στη Μακεδονία στα χρόνια μετά το 321 π.Χ. αφιέρωσαν τον εαυτό τους και τα όπλα τους στον Ηφαιστίωνα. Δεν αποκλείεται λοιπόν ο Διογένης να ήταν ένας από αυτούς.

2. Ασημένιος δίσκος με μυθολογικές παραστάσεις και την επιγραφή ΠΑΥΣΥΛΥΠΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ βρέθηκε θαμμένος, μαζί με πολλά άλλα σκεύη (δίσκους, γαβάθες, πιάτα, ποτήρια, κουτάλια), στο Kaiseraugst της Ελβετίας. [Μακεδονία 03] Ήταν αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα της εποχής του Μ. Κων/νου και των διαδόχων του. Στον δίσκο (χρονολογείται στα μέσα του 4ου αι. μ.Χ.), έργο ενός Παυσυλύπου, εικονιζόταν σε ένδεκα σκηνές η ζωή του Αχιλλέα από τη γέννηση και το λουτρό του στα νερά της Στύγας και του Κωκυτού ως την ανακάλυψή του από τον Οδυσσέα στο παλάτι του Λυκομήδη και την αναχώρησή του για την Τροία. Αν αναλογιστούμε τη σχέση των Τημενιδών με τους Αιακίδες, μπορούμε ίσως να βρούμε και το νόημα των παραστάσεων σε μια εποχή που η παλαιά θρησκεία αντέτεινε στην καινούρια θρησκεία τα δικά της θεόπαιδα (Αχιλλέας, Αλέξανδρος).


[1] Γι’ αυτό ο ίππος βρίσκεται συχνά μέσα σε τάφους και ως επιτύμβιο, ενώ στην αγγειογραφία ήδη από τη γεωμετρική τέχνη συνοδεύουν την εκφορά του νεκρού (λ.χ. στον αμφορέα του Διπύλου).

[2] Ο Κλεισθένης, όταν δημιούργησε τις δέκα φυλές της Αθήνας, ίδρυσε και δέκα ηρώα στην Αγορά και η κάθε φυλή πήρε το όνομά της από έναν από τους δέκα ήρωες. Η εισαγωγή λοιπόν της λατρείας ενός νέου ήρωα, και μάλιστα από τη Μακεδονία, ήταν φυσικό να προκαλέσει σοβαρότατες και ισχυρές αντιδράσεις.

[3] Ο Εμμ. Βουτυράς (1990) εξετάζει εννέα ακόμη αναθηματικά ανάγλυφα του 4ου αι. π.Χ. από διάφορα μέρη, διαφορετικά και απομακρυσμένα μεταξύ τους, για να δείξει τα κοινά στοιχεία των ηρωικών αυτών λατρειών σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο.

Εικόνες »Χάρτες: Ήρωες