1. ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙ ΗΘΙΚΗΣ

Ο ορισμός του περιεχομένου της ηθικής καθώς και των αξιών και των αρχών που θα πρέπει να διέπουν τη συμπεριφορά ενός υγιούς, ή αλλιώς ενός ενάρετου, πολίτη, προκαλούσε πάντοτε το ενδιαφέρον του αρχαίου ελληνικού κόσμου και απασχόλησε ιδιαίτερα την αρχαία ελληνική σκέψη, η οποία συχνά αρεσκόταν σε αποφθέγματα, κανόνες και ορισμούς.

Τομή στην εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής σκέψης αποτελεί η εμφάνιση και δράση του σοφιστικού κινήματος στα μέσα του 5ου αιώνα, τότε που η Αθήνα βρισκόταν στο απόγειο της ανάπτυξής της και δεν είχαν φανεί ακόμη οι πρώτοι καπνοί του Πελοποννησιακού πολέμου και τα πρώτα σημάδια της μετέπειτα παρακμής της. Οι σοφιστές τοποθέτησαν τον άνθρωπο στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός τους, με κύριο όργανο τον ρητορικό λόγο διεκδίκησαν από τους φιλοσόφους τη διαπαιδαγώγηση των νέων, αμφισβήτησαν τις μέχρι τότε αδιαμφισβήτητες αξίες και πρότειναν καινούρια πρότυπα σκέψης και δράσης. Δίχασαν τους Αθηναίους σε φανατικούς οπαδούς και σε ορκισμένους αντιπάλους, κατηγόρησαν και κατηγορήθηκαν και αντί για διδάσκαλοι της πολιτικής αρετής στο τέλος θεωρήθηκαν αγύρτες, απατεώνες και ψεύτες.

Ο διασημότερος ίσως εκπρόσωπός τους είναι ο Πρωταγόρας, γνωστός στους μαθητές από τον ομώνυμο πλατωνικό διάλογο. Δίδασκε ότι μέτρον πάντων χρημάτων ἄνθρωπος, τῶν μὲν ὄντων ὡς ἔστιν, τῶν δὲ οὐκ ὄντων ὡς οὐκ ἔστιν: αποφθεγματική ρήση που δηλώνει τη θεωρία του για την υποκειμενικότητα των πραγμάτων, η οποία τον οδήγησε στη σχετικοποίηση των ηθικών αξιών, ίσως και στον αγνωστικισμό. Επομένως, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα καμιά αλήθεια και καμιά αρχή δεν είναι αυθύπαρκτη· εκείνος που ορίζει την αλήθεια είναι ο άνθρωπος. Ωστόσο, κάνει λόγο για τα δύο συστατικά στοιχεία της πολιτικής αρετής, την αἰδῶκαι τη δίκην, που επιτρέπουν τη συγκρότηση κοινωνιών και διασφαλίζουν την αρμονική κοινωνική συμβίωση.Συγκεκριμένα πίστευε ότι δόθηκε στον άνθρωπο η προδιάθεση για πολιτική δραστηριότητα κι έτσι όποιος δεν είχε συνείδηση της αξίας της αἰδοῦς και της δίκης αποτελούσε καρκίνωμα στο σώμα της πολιτείας που έπρεπε να αποβληθεί. Η αἰδώς και η δίκη δόθηκαν στους ανθρώπους ως πρότυπα που έπρεπε να κατακτηθούν, γι' αυτό και κρίνεται αναγκαία η διδασκαλία, η οποία μετατρέπει τη δυνατότητα σε ικανότητα για πολιτική αρετή.

Αν οι σοφιστές ήταν η άρνηση, ο Σωκράτης ήταν η θέση. Αν οι σοφιστές δεν θέλησαν να ορίσουν τις ηθικές αρχές και να δημιουργήσουν έναν κώδικα ηθικής συμπεριφοράς, ο Σωκράτης είναι εκείνος που προσπάθησε με μέτρα καθολικά και αναλλοίωτα να ορίσει τις ηθικές έννοιες και να ρυθμίσει την ηθική διαγωγή του ανθρώπου, ώστε να προσεγγίσει το ύψιστο αγαθό, την εὐδαιμονίαν. Κινήθηκε πέρα από τα ηθικά φαινόμενα στην απόπειρά του να ανακαλύψει την αρχή κάθε ηθικής έννοιας, την ουσία της ηθικής. Αντίθετα με τους σοφιστές, απέρριψε το σχετικό και αναζήτησε το απόλυτο. Ταύτισε την ἀρετήν με τη γνώση και υποστήριξε ότι οὐδεὶς ἑκὼν κακός.

Ακολουθώντας τον δρόμο που χάραξε ο Σωκράτης, ο Πλάτων με τους διαλόγους του πρόβαλε και προέκτεινε τις σωκρατικές θεωρίες και προσπάθησε να ανατρέψει τις σοφιστικές αποκαλύπτοντας την πλάνη και τη φαινομενικότητα που τις χαρακτήριζε. Κινήθηκε όμως σε αμιγώς θεωρητικό επίπεδο και διαχωρίζοντας την ψυχή από το σώμα, το οποίο καταδίκασε σε δεσμωτήριο της ψυχής, δημιούργησε έναν ουτοπικό κόσμο, τον κόσμο των ιδεών, στον οποίο αναζήτησε την εὐδαιμονίαν.

 

Η αριστοτελική ηθική

Για τον Αριστοτέλη δεν ήταν δυνατό ούτε να αγνοήσει τους σοφιστές ούτε να αντιπαρέλθει τις θεωρίες του Σωκράτη και του Πλάτωνα. Στους πρώτους αντιτάχθηκε, από τους δεύτερους επηρεάστηκε. Προσπάθησε από τη μια να αποδείξει την πλάνη των σοφιστών και να κερδίσει το προνόμιο διδασκαλίας των νέων και από την άλλη να αποβάλει τις επιρροές των δασκάλων του. Έτσι δημιούργησε ένα σύστημα αξιών με έντονα τα σημάδια αυτής της προσπάθειας.

Έννοιες, όπως η εὐδαιμονίακαι η ρετή, αυτονόητο είναι ότι επανέρχονται στο αριστοτελικό έργο και απασχολούν τη σκέψη του. Όμως ο Αριστοτέλης στην απόπειρά του να τις ορίσει εγκαταλείπει την ιδεαλιστική οπτική του Πλάτωνα. Η εὐδαιμονίααποτελεί το ύψιστο αγαθό και η ρετή ο μοναδικός δρόμος κατάκτησής της. Δεν πρόκειται βέβαια για καμιά ρηξικέλευθη τοποθέτηση· η πρωτοτυπία της αριστοτελικής σκέψης έγκειται στην προσπάθεια ρεαλιστικής προσέγγισης αυτών των εννοιών. Ατενίζει λοιπόν τον άνθρωπο ως ενιαία ψυχοσωματική ενότητα και προσπαθεί να ανακαλύψει την εὐδαιμονίανστην ίδια τη φύση του. Ισχυρίζεται ότι η εὐδαιμονίαεντοπίζεται στο έργο κάθε ανθρώπου και ότι είναι η κατ' ἀρετὴν τελείαν ενέργεια της ψυχής. Η εὐδαιμονία, η ἀρετή και η ἐνέργεια συναρτώνται και αλληλεξαρτώνται. Την εὐδαιμονίαν, επομένως, ο άνθρωπος μπορεί να τη βιώσει μόνο στην περίπτωση που θα κατακτήσει την ἀρετή. Εκφράζει μια δυναμική αντίληψη για την ἀρετή, η οποία καλλιεργείται ή αντίθετα εξοβελίζεται από τη ζωή του ανθρώπου ανάλογα με τις πράξεις του. Γι' αυτό τον λόγο ισχυρίζεται πως οι νέοι θα πρέπει να εθιστούν σε εκείνες τις ενέργειες που θα τους εξασφαλίσουν ενάρετο βίο. Επομένως, η πορεία κάθε ανθρώπου εξαρτάται άμεσα από τις ἕξεις(συνήθειες) που θα αποκτήσει. Οι ἕξεις προσδιορίζουν και καθορίζουν σημαντικά τις επιλογές του, δημιουργούν δεσμεύσεις και διαμορφώνουν συμπεριφορές.

διὸ κατὰ μὲν τὴν οὐσίαν καὶ τὸν λόγον τὸν τὸ τί ἦν εἶναι λέγοντα μεσότης ἐστὶν ἡ ἀρετή, κατὰ δὲ τὸ ἄριστον καὶ τὸ εὖ ἀκρότης (Ηθ. Νικ. 1107a6-8): σύμφωνα λοιπόν με το συγκεκριμένο απόσπασμα από τα Ηθικά Νικομάχεια ο άνθρωπος όχι μόνο οφείλει να εθιστεί στην ἀρετήν, αλλά πρέπει να αποκτήσει και ένα κριτήριο, για να μπορεί να προσδιορίζει σε κάθε στιγμή το περιεχόμενο και το αντικείμενο της ἀρετῆς. Η μεσότης αποτελεί αυτό το κριτήριο. Η μεσότης είναι το μέσον ανάμεσα στην έλλειψη και στην υπερβολή και δεν μπορεί να νοηθεί απόλυτα, αλλά καθορίζεται κάθε φορά από το υποκείμενο. Ποιος όμως ορίζει τη μεσότητα; Ο ίδιος ο άνθρωπος, όταν διακρίνεται από φρόνηση. Ο φρόνιμος άνθρωπος —ο άνθρωπος που γνωρίζει ή αντιλαμβάνεται κατά τον Πρωταγόρα— αποτελεί μέτρο για τον ίδιο του τον εαυτό του. Η λογική είναι ουσιαστικά εκείνη που υποδεικνύει το δέον και μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην εὐδαιμονίαν.

Σ' αυτό το σημείο πρέπει να επισημάνουμε ότι το ήθος στον Αριστοτέλη δεν νοείται διακεκριμένο από την πολιτική. Ουσιαστικά πρόκειται για το πολιτικό ήθος, που πραγματώνεται και νοηματοδοτείται στο πλαίσιο της πόλης.

 

Σημείωση: Η εισαγωγή του σχολικού βιβλίου είναι διεξοδική, δίνει όμως ιδιαίτερη έμφαση στο βίο και στο έργο του Αριστοτέλη, ενώ θα έπρεπε να εστιάζει περισσότερο στην παρουσίαση και ερμηνεία των κύριων εννοιών της αριστοτελικής φιλοσοφίας. Σ' αυτή την κατεύθυνση σημαντική συμβολή θα αποτελούσε η διδασκαλία της φιλοσοφίας του Αριστοτέλη από τις Αρχές της Αρχαίας Φιλοσοφίας (σελ. 29-32, 86-89, 135-138).

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αριστοτέλης Ηθικά Νικομάχεια, Βιβλίο Β΄, Εισαγωγή-Μετάφραση-Σχόλια Δ. Λυπουρλής, εκδ. Ζήτρος: Θεσσαλονίκη 2000

Αριστοτελικά, Α.Π.Θ.: Θεσσαλονίκη 1980

Δ.Ζ. Ανδριόπουλος (επιμ.), Αριστοτέλης: Οντολογία, Γνωσιοθεωρία, Ηθική, Πολιτική Φιλοσοφία, εκδ. Παπαδήμα: Αθήνα 31997

Ι. Düring, Ο Αριστοτέλης. Παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, τ.Β΄, Μ.Ι.Ε.Τ.: Αθήνα 1994

W.K.C. Guthrie, Σωκράτης, Μ.Ι.Ε.Τ.: Αθήνα 21991

W.K.C. Guthrie, Οι Σοφιστές, Μ.Ι.Ε.Τ.: Αθήνα 21991

A. Lesky, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, Αφοί Κυριακίδη: Θεσσαλονίκη 51985

W.D. Ross, Αριστοτέλης, Μ.Ι.Ε.Τ.: Αθήνα 21993