Ορφέας

Ο Πίνδαρος τοποθετεί τον Ορφέα, τον πιο ξακουστό μουσικό και ποιητή,  μεταξύ των αρχαιότερων ηρώων, αφού συμμετέχει στην Αργοναυτική εκστρατεία· ωστόσο, δεν αναφέρεται ούτε στα ομηρικά ούτε στα ησιόδεια έπη. Οι Αργοναύτες σώθηκαν δύο φορές από τους κινδύνους στη θάλασσα χάρη στον Ορφέα, που ήταν μυημένος στα μυστήρια της Σαμοθράκης, και τους Διοσκούρους, που συμμετείχαν στην εκστρατεία. Την πρώτη φορά, μετά την αναχώρησή τους από το ακρωτήριο Σίγειο της Τρωάδας, δυο αστέρια έπεσαν στα κεφάλια των Διοσκούρων, και τη δεύτερη, στη μέση του Εύξεινου Πόντου, σταμάτησαν κατά προτροπή πάλι του Ορφέα, ώστε με τη μύηση να πετύχουν ευνοϊκό ταξίδι –σωότεροι ναυτίλλοιντο.

Οι Μακεδόνες λάτρευαν τον Ορφέα:

Ἐπεὶ δ' ὥρμησε πρὸς τὴν στρατείαν, ἄλλα τ' ἐδόκει  σημεῖα παρὰ τοῦ δαιμονίου γενέσθαι, καὶ τὸ περὶ Λείβηθρα τοῦ Ὀρφέως ξόανον (ἦν δὲ κυπαρίττινον) ἱδρῶτα πολὺν ὑπὸ τὰς ἡμέρας ἐκείνας ἀφῆκε.

(Πλούταρχος, Αλέξανδρος 14)

[Μετάφραση]

Κι όταν ξεκίνησε για την εκστρατεία, κι άλλα θεϊκά σημάδια φάνηκε ότι εκδηλώθηκαν, και το ξόανο του Ορφέα στα Λείβηθρα (που ήταν από ξύλο κυπαρισσιάς) έβγαλε εκείνες τις ημέρες ιδρώτα  πολύ. (Μετ. Α. Σαχπεκίδης)

Ωστόσο, ό,τι κυρίως συνδέεται με τον μακεδονικό και θρακικό χώρο είναι ο θάνατος και η ταφή του.

i. Ως τόπος γέννησης του Ορφέα, γιου του Θράκα βασιλιά Οίαγρου και της Μούσας Καλλιόπης, αναφέρεται η Πιερία. Ο Ορφέας πήρε ως δώρο από τον Απόλλωνα τη λύρα και μυήθηκε από τις Μούσες στην τέχνη του τραγουδιού και της ποίησης. Η δύναμη της μουσικής του ήταν τέτοια που ημέρευε τα θηρία, έκανε τα δέντρα και τις πέτρες να χορεύουν. Από μικρός ενδιαφερόταν για τους θεούς, τους μύθους, τις ιεροτελεστίες και σε νεαρή ηλικία πραγματοποιεί ταξίδι στην Αίγυπτο, από το οποίο θα επιστρέψει σοφότατος. Τα Αργοναυτικά Ορφικά αναφέρουν ως τόπο γέννησης του Ορφέα τα Λεύβηθρα της Θράκης, τοπωνύμιο που αρχικά μπορεί να θεωρηθεί ως γεωγραφική σύγχυση, αφού τα Λείβηθρα βρίσκονται κοντά στην Πιερία. Η σύγχυση για τον τόπο θα πρέπει να αποδοθεί στη διαφορετική τοποθέτηση των ορίων της Θράκης από εποχή σε εποχή. Ο Οβίδιος, για παράδειγμα, μετέφερε το σκηνικό του μύθου προς τα όρη της Ροδόπης και το Δέλτα του Έβρου, δηλαδή στη Θράκη της εποχής του [βλ. γεωγραφικά όρια].

ii. Οι ποταμοί Ελικώνας, Βαφύρας, Συς συνδέονται με την παράδοση για τον θάνατο του Ορφέα από τις Μαινάδες και τις προσπάθειες των γυναικών να καθαριστούν από το αίμα του ποιητή και μουσικού, τον τάφο του και την καταστροφή των Λειβήθρων, τη μεταφορά, τέλος, των λειψάνων του στο Δίον.

Οι παραδόσεις για τον θάνατο του ίδιου του Ορφέα επιδέχονται πολλαπλές αναγνώσεις, θρησκευτικές, τελετουργικές, πολιτικές.

Ο μυθογράφος του 1ου αι. μ.Χ. Κόνων, περισσότερο συμπιλητής διηγήσεων, αναφέρεται στις αιτίες του φόνου του Ορφέα, γιατί δηλαδή οι γυναίκες της Πιερίας έφτασαν στο σημείο να διαμελίσουν τον Ορφέα, και προτείνει μια αιτιολογική ερμηνεία αποδίδοντας την οργή των γυναικών στον αποκλεισμό τους από τελετές στις οποίες έπαιρναν μέρος ένοπλοι άνδρες.

Σε κείμενό του ο Κόνων συνδέει το μυητικό-τελετουργικό στοιχείο με το πολιτικό. Και στα δύο, χαρακτηριστικό είναι ο θάνατος και η ανάσταση του μυουμένου σε μια καινούρια κατάσταση, είτε θρησκευτική είτε ηλικιακή και φυλετική. Ο αποκομμένος από τους κοινωνικούς και θρησκευτικούς θεσμούς της πόλεως –οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από το Ολυμπιακό πάνθεο– και περισσότερο συσχετισμένος με τα στοιχεία της φύσης Ορφέας εμφανίζεται ως εγγυητής του πολιτικού συστήματος. Αυτό αποτελεί με μια πρώτη ανάγνωση αντίφαση. Ωστόσο, συχνά το πολιτικό σύστημα εγκολπώνεται τιμώμενα πρόσωπα προσδίδοντας σε αυτά ιδιότητες περισσότερο κοινωνικές και απαλείφοντας άλλες που τον θέτουν εκτός συστήματος –αυτό λ.χ. συνέβη με τον Διόνυσο στα κλασικά χρόνια, που από θεός αγροτικός έγινε εγγυητής του θεσμού της πόλεως. Αν, λοιπόν, προσέξουμε την παράδοση σχετικά με τον τάφο του Ορφέα στον ποταμό Συ, θα διαπιστώσουμε ότι ο νεκρός ποιητής συνέχει τους πολίτες γύρω από τον τάφο του αποτελώντας στο εξής μια συνεκτική κοινωνική δύναμη. Η εμμονή στις παλαιές ιδιότητες του Ορφέα ως προφήτη και γοητευτικού τραγουδοποιού θα προκαλέσει την καταστροφή που περιγράφει ο Παυσανίας (9.30.10-11). Όσο για τη μεταφορά των οστών του από τα Λείβηθρα στο Δίον, πρακτική γνωστή και σε άλλους τόπους, πρόκειται για κίνηση πολιτικού περιεχομένου, καθώς το Δίον κυριαρχεί πλέον στην πολιτική και επιζητεί τη σύνδεση με την ορφική λατρεία, συνδεδεμένη τόσο με τα λαϊκά στρώματα όσο και με την αριστοκρατία. Δεν αποκλείεται, βέβαια, ο Παυσανίας που παραδίδει την ιστορία της μεταφοράς να μετέφερε στον μακεδονικό χώρο γνωστά του από άλλους τόπους παραδείγματα. Ο ίδιος μάλιστα αναφέρεται και στην παράδοση των Θηβαίων για τη μεταφορά στη Μακεδονία των οστών του Λίνου, αδελφού ή δάσκαλου του Ορφέα, που είχε ταφεί στη Θήβα. Τη μεταφορά αυτή πραγματοποίησε ο Φίλιππος μετά τη νίκη του στη Χαιρώνεια, ύστερα από όνειρο που είδε, όπως και την επαναφορά τους στον αρχικό τόπο ταφής τους (βλ. ηρωολατρεία).

Μια άλλη αιτία του διαμελισμού του Ορφέα διασώζεται σε αισχυλικό απόσπασμα από το δράμα του Αισχύλου Βασσάραι ή Βασσαρίδες, ένα από τα τέσσερα έργα της Λυκούργειας (470-460 π.Χ), όπου οι γυναικείοι χοροί ταυτίζονται με τις Μαινάδες που σπαράζουν τον Ορφέα:

διὰ δὲ τὴν γυναῖκα εἰς Ἅιδου καταβὰς καὶ ἰδὼν τὰ ἐκεῖ οἷα ἦν τὸν μὲν Διόνυσον οὐκ ἐτίμα͵ ὑφ΄ οὗ ἦν δεδοξασμένος͵ τὸν δὲ ῞Ηλιον μέγιστον τῶν θεῶν ἐνόμισεν͵ ὃν καὶ Ἀπόλλωνα προσηγόρευσεν· ἐπεγειρόμενός τε τὴν νύκτα κατὰ τὴν ἑωθινὴν ἐπὶ τὸ ὄρος τὸ καλούμενον Πάγγαιον ἀνιὼν προσέμενε τὰς ἀνατολάς͵ ἵνα ἴδῃ τὸν ῞Ηλιον πρῶτον· ὅθεν ὁ Διόνυσος ὀργισθεὶς αὐτῷ ἔπεμψε τὰς Βασσαρίδας͵ ὥς φησιν Αἰσχύλος ὁ τῶν τραγῳδιῶν ποιητής· αἳ διέσπασαν αὐτὸν καὶ τὰ μέλη ἔρριψανχωρὶς ἕκαστον· αἱ δὲ Μοῦσαι συναγαγοῦσαι ἔθαψαν ἐπὶ τοῖς καλουμένοις Λειβήθροις.

[Μετάφραση]
για χάρη της γυναίκας του κατέβηκε στον Άδη και καθώς είδε τι ήταν εκεί κάτω, έπαψε να τιμά τον Διόνυσο, ο οποίος τον είχε ξεχωρίσει, θεώρησε τον Ήλιο ως τον σημαντικότερο από όλους τους θεούς, τον οποίο και αποκαλούσε με το όνομα του Απόλλωνα· και σηκωνόταν τη νύχτα νωρίς το πρωί, ανέβαινε στο βουνό που ονομάζεται Παγγαίον και περίμενε την ανατολή για να δει πρώτος τον Ήλιο· οργισμένος ο Διόνυσος από αυτό έστειλε τις Βασσαρίδες, όπως τις αποκαλεί ο τραγωδός Αισχύλος· αυτές τον διαμέλισαν και σκόρπισαν τα κομμάτια του· οι Μούσες τα συναρμολόγησαν και τον έθαψαν την περιοχή που ονομάζεται Λείβηθρα.
(Ερατοσθένης, Καταστερισμοί 24 = Τα 113) [1]

Βεβαίως, στην όποια ερμηνευτική προσέγγιση θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι το απόσπασμα σώζεται στο αμφίβολο κείμενο του Ψευδο-Ερατοσθένη, ότι μπορεί ο συγγραφέας της ελληνιστικής εποχής να επηρεάστηκε από τις Βάκχες του Ευριπίδη (πρβ. τον διαμελισμό του Πενθέα από τις γυναίκες της Θήβας εξαιτίας της άρνησής του να δεχθεί ως θεό τον Διόνυσο), ότι το κείμενο σώζεται σε επιτομή που έχει υποστεί πολλές τροποποιήσεις. Ωστόσο, δεν μπορούμε να μην λάβουμε υπόψη ότι η, έστω και ψευδής, αιτιολογική διήγηση των Καταστερισμών ακολούθησε παραδοσιακά μυθολογικά σχήματα αλλά και την τοπική μυθολογία. α) Αποτυπώνονται οι αντιθέσεις Διόνυσου - Απόλλωνα, όπως τις γνωρίζουμε από τη μυθολογία γενικά αλλά και την ορφική θεογονία ειδικότερα. β) Ως αιτία θανάτου του Ορφέα αναφέρεται η προτίμησή του στη λατρεία του Ήλιου, τον οποίο ταύτιζε με τον Απόλλωνα. Ποια μπορεί να η σημασία αυτής της επιλογής; Στον πάπυρο του Δερβενίου συσχετίζεται το αιδοίο με τη γέννηση του ανθρώπινου γένους και τον ήλιο. Θα μπορούσαμε λοιπόν να αποδώσουμε στον μύθο μια θρησκευτική και τελετουργική διάσταση. Ωστόσο, αν λάβουμε υπόψη τη σημασία του ήλιου στους μύθους του μακεδονικού βασιλείου[2] και ότι πληθαίνουν τα ευρήματα της αρχαιολογικής έρευνας στη Μακεδονία με ηλιακά σύμβολα με πολιτική διάσταση, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την πολιτική πτυχή της εκδοχής αυτής του θανάτου του Ορφέα. Προς αυτή την κατεύθυνση, από διαφορετικές οδούς, δείχνουν τα κείμενα τόσο του συγγραφέα των Καταστερισμών όσο και του Κόνωνα.

iii. Βασική πηγή πληροφόρησης για την ορφική θεογονία είναι ο πάπυρος του Δερβενίου [Μακεδονία 19], ο οποίος ανακαλύφθηκε το 1962 στον ταφικό τύμβο του  Δερβενίου, όχι στον τάφο με τον γνωστό κρατήρα (Β) αλλά σε γειτονικό (Α).  Ο πάπυρος χρονολογείται στο τέλος του 4ου αι. π.Χ., εποχή της εκστρατείας του Αλεξάνδρου, μεταφέρει όμως, σύμφωνα με τον καθηγητή της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας Κ. Τσαντσάνογλου, κλίμα των τελευταίων δεκαετιών του 5ου αι., για το οποίο επικαλούνται τη μαρτυρία ποιητών όπως ο Ορφέας και ο Μουσαίος.

Το περιεχόμενο είναι κοσμογονικό και θεογονικό, αρχίζει από τη Νύχτα και τελειώνει λίγο πριν από τη γέννηση του Διόνυσου, από την αιμομιξία του Δία με την κόρη του. Ο συντάκτης του κειμένου, που δεν ονομάζεται, «ασχολείται ενεργά με θρησκευτικές πρακτικές, ιδίως με τη λατρεία των ψυχών, διδάσκει για τις μετά θάνατον προσδοκίες, ισχυρίζεται ότι προβλέπει τα μέλλοντα» και επιθυμεί να μυήσει σε αυτά τα ζητήματα εκλεκτούς (Τσαντσάνογλου 2004, 34-41).

Στην ορφική θεογονία, ο Διόνυσος-Ζαγρέας γεννήθηκε από την ένωση της Κόρης με τον Δία, την οποία ο θεός καταδίωξε μεταμορφωμένος σε φίδι την ώρα που εκείνη μάζευε καρπούς.[3] Στην ίδια θεογονία οι Τιτάνες, επειδή είχαν αποκλειστεί από την εξουσία και δεν μπορούσαν να συμφιλιωθούν με την ιδέα, αποφάσισαν να εκδικηθούν τον μικρό Διόνυσο. Μεταμφιέστηκαν βάφοντας τα πρόσωπά τους με γύψο και παραπλάνησαν τον Διόνυσο με διάφορα παιχνίδια και τελικά τον σκότωσαν. Στη συνέχεια, τον διαμέλισαν, τον μαγείρεψαν και τον καταβρόχθισαν. Ο Δίας, οργισμένος, τους κατακεραύνωσε. Από την ανάμιξη της φωτιάς του κεραυνού, της στάχτης και του αίματος των Τιτάνων με το χώμα δημιουργήθηκαν τα ανθρώπινα όντα.

Ο πάπυρος επαναφέρει στο προσκήνιο τους Τιτάνες, που τους είδαμε να εμπλέκονται στον μακεδονικό χώρο, αλλά και το θέμα του διαμελισμού του Διόνυσου, άρα τον μύθο του θανάτου του θεού και της αναγέννησής του, που συνδέεται και με την ελπίδα για μέθεξη του ανθρώπου με τον θεό μετά θάνατο και για μια μεταθανάτια συμποτική ζωή.[4]

[1] Ο Πλούταρχος παραδίδει ότι οι γυναίκες της αυλής του Αλέξανδρου έπαιρναν μέρος σε ορφικές τελετές και στην εποχή του (Αλέξανδρος 2).

[2] Πρβ. την ιστορία με τον Περδίκκα, την ονομασία της Ουρανούπολης, τη θεοποίηση του Αλεξάνδρου ως Ήλιου (σ. 68).

[3] Σε ειδώλιο του πρώτου μισού του 4ου αι. π.Χ. από το ιερό της Δήμητρα στο Δίον, η καθηγήτρια Σ. Πινγιάτογλου (1991, 147-48) επισημαίνει δύο εικονογραφικές λεπτομέρειες, τον κάλαθο στο αριστερό χέρι της γυναικείας μορφής και το μεγάλο ελισσόμενο επάνω της φίδι, που οδηγούν στη σκέψη της απεικόνισης του ορφικού μύθου της καταδίωξης της Κόρης από τον Δία.

[4] Βεβαίως, ο πάπυρος θίγει και ένα άλλο ζήτημα, αυτό του θηλυκού «μονοθεϊσμού». Στη στήλη ΧΧΙΙ διαβάζουμε:

[…]

Γη, Μήτηρ, Ρέα και Ήρα είναι η ίδια. Ονομάστηκε Γη κατά σύμβαση – Γη και Γαία ανάλογα με τη διάλεκτο του καθενός – και Μήτηρ, γιατί τα πάντα γεννιούνται από αυτήν. Και ονομάστηκε Δημήτηρ, όπως Γη Μήτηρ, ένα όνομα από τα δύο, γιατί ήταν το ίδιο. Είναι ειπωμένο και στους Ύμνους: Δημήτηρ Ρέα Γη Μήτηρ Εστία Δηιώ, επειδή ρημάχτηκε (εδηιώθη) κατά την τεκνοποιία. Και θα γίνει φανερό ότι, σύμφωνα με τα έπη, γε[να υπερβ]ολικά. Και Ρέα γιατί πολλά και [κάθε λογής] ζωντανά γεννήθηκαν [εκρέοντας] απ’ αυτήν – Ρέα και [ Ρείη] ανά[λογα με τη διάλεκτο του καθενός.] Και [Ή]ρα από […]

Εικόνες »Χάρτες: Ορφέας