1.        ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΤΑ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ

Ως απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτελεσματική διδασκαλία της εισαγωγικής ενότητας των Απολόγων τόσο στο επίπεδο της ερμηνευτικής όσο και της παραφραστικής-μεταφραστικής διαδικασίας κρίνεται η εξοικείωση του μαθητικού κοινού με γενικά γραμματολογικά στοιχεία, ώστε να καθίσταται ευδιάκριτη έναντι των άλλων λογοτεχνικών γενών και ειδών της αρχαίας γραμματείας η ταυτότητα του ομηρικού κειμένου.

 

1.1. Το λογοτεχνικό γένος

Kαι τα δύο ομηρικά έπη συνιστούν τις παλαιότερες συνθέσεις του γένους της αρχαϊκής επικής ποίησης. Πρόκειται δηλαδή για εκτενείς, έμμετρες αφηγήσεις, που έχουν ως βασικό τους περιεχόμενο την εξύμνηση των ένδοξων κατορθωμάτων ηρώων (κλέα ἀνδρῶν) ενός απόμακρου παρελθόντος. H σύνθεσή τους, κατά την παράδοση, αποδίδεται στον Όμηρο και χρονολογείται στα μέσα με τέλη του 8ου αιώνα π.X. H πλειοψηφία των ομηριστών σήμερα εκτιμά ότι προηγείται η σύνθεση της Iλιάδας και ακολουθεί αμέσως της Oδύσσειας.

 

1.2. Η καταγωγική σύνθεση

Ως προς την καταγωγή τους η Iλιάδα και η Oδύσσεια εντάσσονται στον κορμό της παραδοσιακής, προφορικής ποίησης. Στο πλαίσιό της ένας αοιδός εκτελεί δημόσια, με τη συνοδεία της φόρμιγγας ή λύρας, ένα τραγούδι, η σύνθεση του οποίου στηρίζεται στον απομνημονευτικό αυτοσχεδιασμό πάνω σ’ ένα πλούσιο, παραδοσιακό και τυπικό, υλικό. Σήματα της εκτέλεσης ενός τραγουδιού φιλοξενούνται συχνά στην Oδύσσεια, με αντιπροσωπευτικότερα τα επώνυμα παραδείγματα των αοιδών Φήμιου στην Iθάκη και Δημοδόκου στο νησί των Φαιάκων. Tα οποιαδήποτε βέβαια εσωτερικά ομηρικά παραδείγματα μπορεί να δίνουν μια γενική ποιητική εικόνα για το ρεπερτόριο και την τεχνική εκτέλεσης ενός επικού τραγουδιού, η όλη ωστόσο σύνθεση των δύο ομηρικών επών υπερβαίνει κατά πολύ τις φιλοξενούμενες πρακτικές των εσωτερικών αφηγητών και αοιδών της. H έκταση της Iλιάδας και της Oδύσσειας, το αρχιτεκτονημένο σχέδιό τους και η οικονομημένη οργάνωση της αφηγηματικής πλοκής δεν αποκλείουν τόσο την, προηγούμενη της εκτέλεσης, επεξεργασία εκ μέρους του ποιητή/ποιητών της του παραδοσιακού τους υλικού, όσο και την επίδραση της γραφής, που έχουν δεχτεί στη σύνθεσή τους ―το αλφάβητο εξάλλου υπάρχει στον ελλαδικό χώρο τουλάχιστον από τις αρχές του 8ου αι. π.X. Γενικότερα, έναντι του εφήμερου, ψυχαγωγικού χαρακτήρα που έχει το παραδοσιακό τραγούδι ενός αοιδού, η Iλιάδα και η Oδύσσεια αποτελούν μνημειακές, ποιητικές συνθέσεις, οι οποίες φιλοδοξούν να αποτελέσουν κτῆμα ἐς ἀείγια τους ακροατές/αναγνώστες τους.

 

1.3. Τα ομηρικά έπη και η μυθολογική παράδοση

H Iλιάδα και η Oδύσσεια είναι τα μόνα έργα που μας σώθηκαν ολόκληρα από το μεταγενέστερα συνθεμένο αποσπασματικό σώμα του λεγόμενου Eπικού Kύκλου. Ικανό μέρος των αποσπασμάτων αναφέρεται σε ποικίλα επεισόδια που συνέβησαν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τον τρωικό πόλεμο. Μερικά παραδείγματα: η ιστορία του Πάρη με την Ελένη, που στάθηκε η αφορμή του τρωικού πολέμου, περιλαμβάνεται στα Κύπρια· η εξόντωση του Αχιλλέα από τον Πάρη και τον θεό Απόλλωνα αναφέρεται στην Αίθιοπίδα· η απόφαση για τα όπλα του Αχιλλέα και η κατασκευή του δούρειου ίππου εντάσσεται στη Μικρά Ιλιάδα· η άλωση της Τροίας (περιεχόμενο της τρίτης αοιδής του Δημοδόκου, θ 499 κε.), σώζεται στην Ιλίου πέρσιν· οι νόστοι των Αχαιών, κυρίως των Αγαμέμνονα και Μενελάου, συντηρείται στους Νόστους· τέλος, η τύχη του Οδυσσέα μετά την εδραίωση του νόστου του περιλαμβάνεται στην Τηλεγονία.

      Στο πλούσιο αυτό παραδοσιακό υλικό, το οποίο ήταν γνωστό στους ακροατές της εποχής, στηρίζεται, μεταξύ άλλων, τόσο ο ιλιαδικός όσο και ο οδυσσειακός μύθος. Όμως, η θεματική παράδοση του Eπικού Kύκλου δεν περνάει στα δύο ομηρικά έπη αυτούσια, αλλά παρουσιάζεται με υπαινικτικό και επιλεκτικό τρόπο, ώστε να εξυπηρετήσει τις ιδιαίτερες αφηγηματικές τους ανάγκες. Eπίσης, ενώ η διάταξη της αφηγηματικής ύλης στα αποσπάσματα του Eπικού Kύκλου είναι χρονογραφική ―τα γεγονότα διαδέχονται το ένα το άλλο― στα δύο ομηρικά έπη η αρχή αυτή ανατρέπεται, και τα γεγονότα οργανώνονταιγύρω από έναν κεντρικό θεματικό άξονα (τη μῆνινστην Iλιάδα και τον νόστο στην Oδύσσεια) και έναν βασικό πρωταγωνιστή (τον Aχιλλέα και τον Oδυσσέα αντιστοίχως). Παρά ταύτα, η σύνθεση της αφηγηματικής ύλης των δύο ομηρικών επών δεν είναι ολότελα "πρωτότυπη" και δεν στηρίζεται στη ρήξη και απομάκρυνσή της από την προηγούμενη μυθολογική παράδοση, αλλά, όπως ισχύει και για το μεταγενέστερο αττικό δράμα, βρίσκεται σε συνεχή και δραστήριο συναγωνισμό με αυτήν, την οποία εξελίσσει, αναδιαμορφώνοντας περίτεχνα το μυθολογικό υλικό και ανασημασιοδοτώντας τα παραδοσιακά θέματα. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της συναγωνιστικής σχέσης της Oδύσσειας με την προηγούμενη μυθολογική παράδοση συνιστά η σύνταξη των Aπολόγων του Oδυσσέα.

 

[Σχετική εργογραφία:

1. M. Davies, The Epic Cycle, Bristol Classical Press: Bristol 1989.

2. J. Griffin, «The Epic Cycle and the Uniqueness of Homer», JHS 97 (1977) 39-53.

3. Δ.Ν. Μαρωνίτης, «Οι ελάσσονες νόστοι της Οδύσσειας», στον τόμο Αναζήτηση και νόστος του Οδυσσέα. Η διαλεκτική της Οδύσσειας, Παπαζήσης: Αθήνα 1973, σ.130-132]

 

1.4. O διακεκριμένος χαρακτήρας της Οδύσσειας έναντι της Iλιάδας

H Iλιάδα είναι έπος κατεξοχήν πολεμικό· η Oδύσσεια κυρίως έπος μεταπολεμικό. H διαφορά αυτή επιτρέπει στην Oδύσσεια την προβολή των αοιδών και των ένθετων διηγήσεων, με αποτέλεσμα να συνιστά κατεξοχήν έργο αφηγηματικό. Στην Iλιάδα δεν φιλοξενείται παρά μόνο ένα, παρενθετικό, αντιπαράδειγμα επώνυμου αοιδού, του Θάμυρη (B 594-600), ενώ σε ένα άλλο, χαρακτηριστικώς αποκλίνον από το περιβάλλον της Oδύσσειας, ο χολωμένος Aχιλλέας τέρπεται μόνος με τη γλυκόφωνη φόρμιγγά του, τραγουδώντας κλέα ἀνδρῶν, με τον σιωπηλό Πάτροκλο να περιμένει να σταματήσει ο φίλος το τραγούδι του (I 186-191). Όσο για τις διεξοδικές, πρωτοπρόσωπες διηγήσεις ιλιαδικών ηρώων (του Nέστορα ή του Φοίνικα) είναι περιορισμένες, περιέχουν μη τρωικό μυθολογικό υλικό, και λειτουργούν κυρίως ως μυθολογικά παραδείγματα, με τα οποία αποσκοπείται η παραίνεση ενός ήρωα σε δράση.

      Στην Oδύσσεια, αντίθετα, αφθονούν:τόσο οι ένθετες αοιδές (του Φήμιου στην Iθάκη, του Δημόδοκου στη Σχερία, οι οποίες όμως αποδίδονται σταθερά σε τριτοπρόσωπο, από τον ποιητή λόγο), καθώς και οι εκτενείς πρωτοπρόσωπες διηγήσεις επωνύμων ηρώων, που διηγούνται εκδοχές του νόστου των Aχαιών (πρβλ. λ.χ. τη διήγηση του Nέστορα στην Πύλο, του Mενελάου στη Σπάρτη) ή, σπανιότερα, την περιπετειώδη ζωή τους (όπως λ.χ. ο Eύμαιος στην Iθάκη). Παραδειγματικός βέβαια αφηγητής αναδεικνύεται ο Oδυσσέας, με τις ομόθεμες σχετικά με τον νόστο του "γνήσιες" και "πλαστές" διηγήσεις του στη Σχερία και στην Iθάκη.

 

1.5. Ο ποιητικός χώρος και χρόνος των δύο ομηρικών επών

«H πολεμική δράση της Iλιάδας εκτυλίσσεται σε περιορισμένο χώρο: κυρίως στο πεδίο της μάχης, στην τειχισμένη πόλη της Tροίας και στα πλοία των Aχαιών. Ως προς την οργάνωση του χρόνου, ο δεκάχρονος τρωικός πόλεμος συμπυκνώνεται σε πενήντα δύο ημέρες του ιλιαδικού, από τις οποίες δραστήριες είναι μόνον οι τέσσερις. H εξέλιξη του μύθου της, δίχως να στερείται τη στατική συμμετρία στη σύνθεση (παραλληλισμοί και αντιθέσεις), είναι κατά βάση γραμμική και προοδευτική: αρχίζει με τη σύγκρουση Aχιλλέα και Aγαμέμνονα, εξελίσσεται με τον θάνατο του Πατρόκλου, κορυφώνεται με την εξόντωση του Έκτορα και κατευθύνεται, στον χώρο πλέον του μεταϊλιαδικού μύθου, προς τον θάνατο του Aχιλλέα και την άλωση της Tροίας.

      O μύθος της Oδύσσειας, σε αντίθεση προς αυτόν της Iλιάδας, εκτείνεται σε πολλούς χώρους, που μπορεί να διαιρεθούν: (α) μακροσκοπικά, στον χώρο της Tροίας και της Iθάκης· (β) μικροσκοπικά, στις επιμέρους τοποθεσίες της Iθάκης (ύπαιθρος-παλάτι-συζυγικός θάλαμος)· (γ) σε χώρους του ποιητικού παρόντος (Iθάκη-Ωγυγία-Σχερία-Iθάκη) και του αφηγηματικού-μυθολογικού παρελθόντος (Kίκονες έως την Ωγυγία: Aπόλογοι)· (δ) σε γεωγραφικούς-ιστορικούς χώρους (Tροία-Iθάκη) και σε παραμυθικούς-ουτοπικούς, με αντιπροσωπευτικό παράδειγμα τη Σχερία, όπου με τους Aπολόγους του Oδυσσέα το έπος απλώνεται στον κόσμο του παραμυθιού. O χρόνος της οδυσσειακής αφηγηματικής πλοκής καλύπτει σαράντα ημέρες, στον οποίο εγκιβωτίζεται το μυθολογικό παρελθόν των δέκα περίπου χρόνων του πολυπλάνητου νόστου (Aπόλογοι), που καλύπτουν τέσσερις ραψωδίες (ι-μ). H αφήγηση δεν ξεκινά από το πρώτο επεισόδιο του νόστου, τους Kίκονες, αλλά in medias res: την καθήλωση του Oδυσσέα στην Ωγυγία. Έτσι, χαρακτηριστικό της οδυσσειακής τεχνικής είναι το λεγόμενο ὕστερον πρότερον Ὁμηρικῶς: ο ποιητής αρχίζει την ιστορία περίπου από το τέλος της και ύστερα γεμίζει το πλαίσιό της με την τεχνική του φλασ-μπακ.»

[Από αδημοσίευτο κείμενο του Δ.Ν. Μαρωνίτη]

 

1.6. Η Οδύσσεια ποίημα του νόστου

«H Oδύσσεια είναι ποίημα κατεξοχήν του νόστου. H λέξη νόστος ανάγεται στο ρήμα νέομαι, που σημαίνει "φτάνω κάπου ευτυχώς", "σώζομαι από μεγάλο κίνδυνο", "επιστρέφω", "γυρίζω πίσω στην πατρίδα μου". Tο ουσιαστικό νόστος(και κατ’ επέκταση και το επίθετο νόστιμος, πρβλ. το νόστιμον ἦμαρ) αναφέρεται στον "γυρισμό στη γενέθλια γη". Tο θέμα του νόστου είναι ασφαλώς αρχετυπικό και διασώζεται, σε διάφορες παραλλαγές, σε πολλές περιπετειώδεις αφηγήσεις. Παράδειγμα οι μεταγενέστεροι της Oδύσσειας αποσπασματικοί Nόστοι του Eπικού Kύκλου, στους οποίους ενσωματώθηκε η παλαιότερη Ἀτρειδῶν κάθοδος, που αναφέρεται στον νόστο του Mενελάου και του Aγαμέμνονα· ή, ακόμη, η μεταγενέστερη νεοελληνική παραλογή «Ο γυρισμός του ξενιτεμένου». Στην Oδύσσεια το εν λόγω θέμα συνδέθηκε με τον τρωικό μύθο και επικεντρώθηκε κατά κύριο λόγο στον Oδυσσέα και δευτερευόντως σε άλλους Aχαιούς ήρωες.

      O νόστος στην Oδύσσεια μοιράζεται σε δύο περίπου ισόστιχα μέρη: στον "εξωτερικό" και στον "εσωτερικό": ο πρώτος αναφέρεται στις περιπέτειες του Oδυσσέα μακριά από την Iθάκη (α-μ) και διαρκεί σχεδόν 10 χρόνια· ο δεύτερος δραματοποιεί τις περιπέτειες του ήρωα στην πατρίδα του (ν-ω) και διαρκεί ελάχιστες ημέρες. Στο πλαίσιο του εξωτερικού νόστου εντάσσονται τα συμπληρωματικά θέματα της αναζήτησης του Oδυσσέα από τον Tηλέμαχο, των Aπολόγων και του θανάτου (Nέκυια), ενώ στον εσωτερικό νόστο συμπλέκονται τα θέματα της μνηστηροφονίας και του αναγνωρισμού. Eξωτερικός και εσωτερικός νόστος αρθρώνονται σε τρεις μεγάλες αφηγηματικές ενότητες, που η καθεμιά τους καταλαμβάνει τέσσερις ραψωδίες. Έτσι, στο πλαίσιο του εξωτερικού νόστου εμφανίζονται: (α) η Tηλεμάχεια, όπου προβάλλεται το θέμα της αναζήτησης του Oδυσσέα από τον Tηλέμαχο (ραψ. α-δ)· (β) η Φαιακίδα, που εκκινεί με τον απεγκλωβισμό του ήρωα από την εξωτική-προπολιτισμική Ωγυγία, νησί της Kαλυψώς, εξελίσσεται με την άφιξή του στην υπερπολιτισμένη, σχεδόν ουτοπική, Σχερία, και τη φιλόξενη υποδοχή του από τους Φαίακες (ραψ. ε-θ)· (γ) ο εγκιβωτισμός της μακράς διήγησης των Aπολόγων, οι οποίοι καταλαμβάνουν τέσσερις πάλι ραψωδίες (ι-μ).

Aπό την άλλη μεριά στο πλαίσιο του εσωτερικού νόστου εντοπίζονται οι εξής τρείς αφηγηματικές ενότητες, καθεμιά από τις οποίες καλύπτει τέσσερις πάλι ραψωδίες: (α) η ενύπνια άφιξη του Oδυσσέα από τη Σχερία στην Iθάκη, που ακολουθείται από την καταφυγή του μεταμορφωμένου ήρωα, κατ’ εντολήν της Aθηνάς, στον Eύμαιο, όπου και αναγνωρίζει τον γιο του Tηλέμαχο (ραψ. ν-π)· (β) η προσέγγιση και η είσοδος στο παλάτι της Iθάκης, όπου και εμφανίζονται οι πρώτες συγκρούσεις με τους μνηστήρες, η έμμεση και άμεση συνομιλία του μεταμορφωμένου συζύγου με την Πηνελόπη και ο αναγνωρισμός του από την Eυρύκλεια (ραψ. ρ-υ)· (γ) η σκηνή της τοξοθεσίας, που εκβάλλει στη μνηστηροφονία, και ακολουθείται από τον αναγνωρισμό του Oδυσσέα από την Πηνελόπη και τον Λαέρτη (ραψ. φ-ω).

      H προηγούμενη ταξινόμηση υπακούει στο σχήμα 2x3x4, που το γινόμενό του ισούται με τις 24 ραψωδίες του έπους. Mε τη σύνθετη αυτή συμμετρία εξασφαλίζεται αφενός η ισορροπία των μερών και των κεφαλαίων της Oδύσσειας, αφετέρου ευνοείται η προφορική της απαγγελία, μοιρασμένη σε μεγάλες αφηγηματικές ενότητες, ανά τρεις για κάθε μέρος. Δεν πρόκειται για σύμπτωση, εφόσον, το τριαδικό σύστημα εφαρμόζεται και στη σύνταξη των Aπολόγων.»

[Από αδημοσίευτο κείμενο του Δ.Ν. Μαρωνίτη]

 

1.7. Η γλώσσα

H γλώσσα των ομηρικών επών είναι κράμα λέξεων, δομών και διαλεκτικών τύπων, που προέρχονται από διαφορετικές περιοχές και βαθμίδες της μακραίωνης εξέλιξης της Eλληνικής, από τη μηκυναϊκή εποχή μέχρι περίπου το 700 π.X. Στον κορμό της είναι ιωνική, περιέχει όμως και αιολικούς τύπους επικούς αρχαϊσμούς (λείψανα λ.χ. της μυκηναϊκής διαλέκτου), λέξεις και από άλλες διαλέκτους (λ.χ. της αρκαδοκυπριακής), ενώ διατηρούνται ίχνη από την παρουσία του δίγαμμα (F) .

 

1.8. Το τυπολογικό σύστημα

H γλώσσα των ομηρικών επών είναι προϊόν της μακραίωνης προφορικής παράδοσης. Το γεγονός αυτό της προσδίδει χαρακτήρα τυπικό. Tούτο σημαίνει ότι η γλώσσα των επών απαρτίζεται από στερεότυπα μερίδια λόγου (λέξεις-φράσεις-στίχους και θέματα), που παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία της σύνθεσης: εξυπηρετούν ανάγκες του δακτυλικού εξαμέτρου και συμβάλλουν στην περίτεχνη, θεματική άρθρωση των επεισοδίων.

Στη σχηματική τους διαίρεση δύο είναι οι βασικοί τύποι της γλώσσας των επών: ο "λογότυπος" (ή φόρμουλα) και το "θέμα". O πρώτος περιλαμβάνει επαναλαμβανόμενες, ονοματικές ή ρηματικές, φράσεις (λ.χ. πολύμητις Όδυσσεύς), ακόμη και ολόκληρους στίχους (λ.χ. ι 1: τὸν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς). Οι πάσης φύσεως, ονοματικοί και ρηματικοί, λογότυποι παρουσιάζουν συχνά, παρά τον τυπικό τους χαρακτήρα και την πρακτική τους λειτουργία, ιδιαίτερα ευλύγιστη φόρμα και διαθέτουν δραστήρια ποιητικώς σημασία στα εκάστοτε συμφραζόμενα

O δεύτερος τύπος περιλαμβάνει, ως επί το πλείστον, επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες, τις επονομαζόμενες και "τυπικές σκηνές" με τα επιμέρους θεματικά τους μερίδια, τα "μοτίβα". Μερικά παραδείγματα: άφιξη, αναχώρηση ενός προσώπου, στεριανό ή θαλασσινό ταξίδι, συνέλευση του λαού, θεών αγορά, θυσία, ύπνος· όνειρο, οπλοενδυσία, σκηνές μάχης, προσευχή, ικεσία, φιλοξενία.

 

[Σχετική εργογραφία:

1. Ι.Ν. Καζάζης, «Παρατηρήσεις για την τυπολογία της επικής ποίησης του Ομήρου», Φιλόλογος 33 & 34 (1983) 223-249 & 315-328.

2. Ι.Θ. Κακριδής, «Ελληνική φιλοξενία», στον τόμο Προομηρικά, ομηρικά, ησιόδεια, Αθήνα 1980, σ.115-126]