ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ INTERNET
 
 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ-ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΓΩΓΗ

του Δημήτρη Κουτσογιάννη


ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Οι πρώτες απόπειρες για αξιοποίηση των υπολογιστών στη γλωσσική διδασκαλία χρονολογούνται από τις δεκαετίες του 1960 και 1970. Κατά την περίοδο αυτή, αναζητήθηκε στον υπολογιστή ο ιδανικός δάσκαλος, που θα έκφραζε τις επικρατούσες τότε αντιλήψεις του συμπεριφορισμού και της προγραμματισμένης διδασκαλίας. Παρά τις θεαματικές εξελίξεις στο χώρο της γλωσσοδιδακτικής, η αντίληψη αυτή κατόρθωσε να αναπροσαρμόζεται μέχρι σήμερα, ενσωματώνοντας και παράλληλα αντλώντας επικαιρότητα από τις εκάστοτε νέες τεχνολογικές δυνατότητες, όπως π.χ. τα πολυμέσα. Έτσι εξακολουθεί να είναι και σήμερα αρκετά διαδεδομένη, τόσο στο χώρο της κατασκευής λογισμικού όσο και στα σχολεία.

Ο ιδιαίτερος επιστημονικός χώρος, που στο μεταξύ άρχισε να ασχολείται με το θέμα της παιδαγωγικής αξιοποίησης των υπολογιστών στο μάθημα της γλωσσικής αγωγής, έκανε —μετά τη μετατόπιση του επιστημονικού ενδιαφέροντος προς την κοινωνική διάσταση της γλώσσας— μια επαναστατική στροφή, εγκαταλείποντας τα κλειστά συστήματα διδασκαλίας και την αντίληψη του υπολογιστή ως διδάσκοντος, και στράφηκε στον υπολογιστή ως μέσο εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, κατά τη δεκαετία του 1980 αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα η έρευνα και ο προβληματισμός για την παιδαγωγική αξιοποίηση των προγραμμάτων επεξεργασίας κειμένου, των τοπικών δικτύων επικοινωνίας και του υπερκειμένου [hypertext]. Κατά τη δεκαετία του 1990, και μετά από την ευρύτατη διάδοση των υπηρεσιών του διαδικτύου [internet], το ενδιαφέρον μεταφέρθηκε σχεδόν αποκλειστικά στις νέες και εντυπωσιακές δυνατότητες που διανοίγονται μέσω της επικοινωνιακής τεχνολογίας στο μάθημα της γλωσσικής αγωγής. Το διαδίκτυο φαίνεται σήμερα να κερδίζει το αποκλειστικό ενδιαφέρον είτε μέσω της εκμετάλλευσης των υπηρεσιών του, όπως τα γνωστά και ευρέως δεδομένα εργαλεία του εξασφαλίζουν, είτε μέσω της αξιοποίησης των δυνατοτήτων του στη δημιουργία λογισμικού, προσαρμοσμένου στα παιδαγωγικά ζητούμενα του γλωσσικού μαθήματος. Τα κυριότερα πλεονεκτήματα του διαδικτύου για τη γλωσσική διδασκαλία θα μπορούσαν να συνοψιστούν σε δύο κυρίως τομείς:

  • στις μεγάλες δυνατότητες που παρέχει για δημιουργία πραγματικών περιστάσεων επικοινωνίας·
  • στην ευκολία με την οποία μπορεί να εντοπιστεί και να ευρεθεί ποικίλο και αυθεντικό γλωσσικό υλικό.

Τα τελευταία χρόνια αναγνωρίζεται ευρύτατα ότι η διάδοση των νέων τεχνολογιών στην κοινωνία και η ιδιαιτερότητά τους έχουν επηρεάσει το περιεχόμενο του γραμματισμού και κατά προέκταση τα προγράμματα σπουδών του μαθήματος της γλωσσικής αγωγής. Τα νέα δεδομένα είναι πολλά: νέοι τύποι κειμένων που απαιτούν διαφορετικές στρατηγικές για την κατανόηση και παραγωγή τους, νέοι τρόποι αναζήτησης και χειρισμού των πληροφοριών, άλλες δυνατότητες και νέα εργαλεία για τη σύνθεση ενός γραπτού κειμένου, ενίσχυση του ρόλου της οπτικής επικοινωνίας. Στο πλαίσιο αυτό τονίζεται ιδιαίτερα η προσαρμογή που πρέπει να επιδείξει το εκπαιδευτικό μας σύστημα —και στη συγκεκριμένη περίπτωση το γλωσσικό μάθημα— στα νέα δεδομένα της αποκαλούμενης εποχής των πληροφοριών, λόγω του μεγάλου όγκου των πληροφοριών που διακινούνται και οι οποίες είναι δυνατό να αποκτηθούν από τον καθένα.

Όλα αυτά δεν είναι θέματα τεχνικά, που θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν στο μάθημα της πληροφορικής, είναι θέματα που άπτονται του περιεχομένου της γλωσσικής διδασκαλίας. Ζητούμενο, λοιπόν, σήμερα είναι ένα πρόγραμμα σπουδών για τη διδασκαλία του μαθήματος της ελληνικής γλώσσας το οποίο:

  • θα αξιοποιεί πλήρως τις παιδαγωγικές δυνατότητες των νέων τεχνολογιών, προκειμένου να ανανεωθούν τα προγράμματα διδασκαλίας, σύμφωνα με τα επιστημονικά ζητούμενα της γλωσσοδιδακτικής·
  • θα ενσωματώνει κατά τρόπο γόνιμο και δημιουργικό τις νέες μορφές γραμματισμού, τις οποίες η ευρύτητα της αποδοχής των τεχνολογιών της πληροφορικής και επικοινωνιακής τεχνολογίας έχει επιβάλει·
  • θα αξιοποιεί τις νέες τεχνολογίες για κριτική κατανόηση και αντιμετώπιση του κόσμου των πληροφοριών.

Η παιδαγωγική αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών στο μάθημα της γλώσσας δημιούργησε πολλές προσδοκίες και μεγάλο ενθουσιασμό, ιδιαίτερα κατά τα πρώτα χρόνια. Στο πλαίσιο του ενθουσιασμού αυτού θεωρήθηκε πως η   εισαγωγή και μόνο των υπολογιστών στα σχολεία, με μια παράλληλη επιφανειακή προετοιμασία των εκπαιδευτικών, μπορούσε να αποτελέσει ελιξίριο της γερασμένης διδακτικής πρακτικής. Έτσι υποτιμήθηκαν:

  • Οι ιδιαιτερότητες του θεσμού της εκπαίδευσης και η δυσκολία εύκολης προσαρμογής του σε νέα δεδομένα. Δόθηκε μεγάλη βαρύτητα σε θέματα δημιουργίας υλικοτεχνικής υποδομής (αγορά υπολογιστών, ανάπτυξη λογισμικού) και αγνοήθηκε η εθνική και τοπική ιδιαιτερότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι, παρά τις προσπάθειες και παρά τα τεράστια κονδύλια που επενδύονται, οι επιτυχημένες προσπάθειες, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι περιορισμένες.
  • Το γεγονός ότι η τεχνολογία είναι ένα προϊόν μιας συγκεκριμένης κοινωνίας με συγκεκριμένα συμφέροντα και προτεραιότητες. Έτσι είδαμε συχνά οι προτεραιότητες της βιομηχανίας υλικού και λογισμικού να γίνονται και προτεραιότητες της εκπαίδευσης, η δε γλωσσική διδασκαλία να προσδιορίζεται από εξωθεσμικά κέντρα και συχνότατα να οδηγείται αντί για την πρόοδο στην οπισθοδρόμηση.

Οι παραπάνω διαπιστώσεις δεν αναιρούν τη σπουδαιότητα της αξιοποίησης των υπολογιστών στο μάθημα της ελληνικής γλώσσας, υπογραμμίζουν όμως πόσο δύσκολο είναι το εγχείρημα και πόσο απέχει από τη συνήθη ρητορεία που συνοδεύει το θέμα.

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ | ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

αρχή σελίδας