ΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΣΤΗΛΕΣ¨Γλωσσική ποικιλία και γλώσσα του σχολείου

.

Η πρόσκληση της Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης (, , ) κινεί το ενδιαφέρον όχι μόνο γιατί εγγράφεται σε ένα δισέλιδο έγχρωμο προσπέκτους σε χαρτί ιλλουστρέ –που παραπέμπει συχνότερα σε εκδηλώσεις με εμπορική σκοπιμότητα (πβ. , , ) δυναμικών ιδιωτικών φορέων και όχι σε εκδηλώσεις για κοινωνική ευαισθητοποίηση οργανωμένες από δημόσια αρχή– αλλά και γιατί η πολυφωνικότητά της υπερβαίνει τη νόρμα που αναμένεται για παρόμοιες προσκλήσεις.

Στις τέσσερις όψεις της, εκτός από την εκφορά του λόγου του διοργανωτή της εκδήλωσης, εύκολα διακρίνονται δέκα ακόμη άλλες εκφορές: ο λόγος μιας ρατσιστικής ομάδας που συμπυκνώνεται στο σλόγκαν REFUGEE GO HOME (), οι αντίλογοι των αντιρατσιστών «Αν μπορούσε θα πήγαινε» (), της Ευρωπαϊκής Ένωσης (), του Καζαντζάκη () και των τεσσάρων ομιλητών/-τριών στις διαφορετικές εκφορές στη διατύπωση των θεμάτων των εισηγήσεών τους () και τέλος ο λόγος και οι λογότυποι των δυο εταιριών-χορηγών της εκδήλωσης καθώς και του γραφείου δημοσίων σχέσεων που είχε την επιμέλειά της ().

Το συνολικό αυτό γραπτό γίνεται αντιληπτό ως χωριστές νησίδες εκφοράς λόγου και λειτουργεί με ένα συγκεκριμένο τρόπο για την αναπαράσταση και την επικοινωνία, με τη γλωσσική και με την εικαστική του διάσταση, χάρη σε ένα σχεδιασμό που λαμβάνει υπόψη πολλές δέσμες τρόπων σημείωσης, όπως: την τοπογραφία των θέσεων των διατυπώσεων στις σελίδες του δυτικότροπου τετρασέλιδου προσπέκτους, την τοπογραφία των γραμμένων επιφανειών του δρόμου, τη σημείωση με την εγγύτητα και τις κατευθύνσεις σε μια πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνία, τη σημείωση με την οπτική διάκριση πλαισίου και εικονιζόμενης διάδρασης, τη σημείωση με τις αντιθέσεις, το φωτισμό, την εστίαση, τη γωνία θέασης, τη φωτογραφική απεικόνιση, τη σημείωση με τους οπτικούς τρόπους παράθεσης ευθέως λόγου τρίτων, κλπ.

Για παράδειγμα, στην πρώτη σελίδα () η διατύπωση ΓΕΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ αναγνωρίζεται ως παρουσίαση του φορέα διοργάνωσης με βάση κυρίως την τοπογραφία του προσπέκτους (πβ. , ). Η ίδια διατύπωση στην τέταρτη σελίδα, στην προτελευταία θέση (πβ. , ), θα εμφάνιζε την αστυνομία ως χορηγό και όχι ως καλούντα ακόμη και χωρίς την αποσαφήνιση «με την ευγενική χορηγία των».

Η διατύπωση REFUGEE GO HOME () αναγνωρίζεται ως γκράφιτι από την ασυμμετρία των χειρόγραφων γραμμάτων και την απεικόνιση ενός τοίχου ως επιφάνειας εγγραφής της. Αν και καταλαμβάνει μεγαλύτερη επιφάνεια από κάθε άλλο γραπτό, κάτω από την παρουσίαση του καλούντος, καθιστά σαφές με πολλούς τρόπους ότι το μήνυμά της δεν μπορεί να αποδοθεί στον καλούντα και ότι δεν απευθύνεται στον/στην αναγνώστη/-τρια αλλά προσφέρεται ως δείγμα λόγου τρίτων που αναπαριστά το φαινόμενο του ρατσισμού, για να δικαιολογήσει την ανάγκη της διοργάνωσης. Και μόνη, βέβαια, η επιλογή της οπτικής αναπαράστασης της διατύπωσης ως γκράφιτι, επιτρέπει στον/στην αναγνώστη/-τρια, με βάση τις εγκυκλοπαιδικές γνώσεις του/της (π.χ. ότι θεσμοθετημένοι φορείς δεν χρησιμοποιούν αυτού του είδους πρακτικές) να διαστείλει το λόγο αυτό από το λόγο της αστυνομίας. Καθώς όμως από κάθε αναπαράσταση γκράφιτι δεν θα μπορούσε να συναχθεί η σαφής διαφοροποίηση της αστυνομίας από το μήνυμά του (π.χ.  άλλο θα συναγαγόταν από μια εικόνα, όπου ένας γελαστός αστυνομικός θα έδειχνε ένα γκράφιτι «προστατέψτε το δάσος»), η παρανόηση αποφεύγεται με μια πολλαπλή σημείωση που το διαχωρίζει από τις άλλες εκφορές. Διαφέρει πχ. στη γλώσσα, στο χρώμα, στους χαρακτήρες, στις αντιθέσεις με το φόντο και το φωτισμό, στη γραμμή στήριξής του –που δεν είναι παράλληλη με τις πλευρές της σελίδας και τις άλλες διατυπώσεις που απευθύνονται άμεσα στο θεατή. Έτσι εμφανίζεται ως μαρτυρία μιας διάδρασης τρίτων σε μια σκηνή αποκομμένη από τη διάδραση καλούντος αναγνώστη/-τριας.

Με ανάλογους τρόπους αναγνωρίζεται ως σκηνικό () η ιμπρεσιονιστική φωτογραφία που καλύπτει όλη τη σελίδα. Γκριζόμαυρη, χωρίς λεπτομέρειες και σαφή περιγράμματα, διακόπτεται οπτικά από  όλες τις εκφορές και υποβάλλει την αίσθηση του εξωτερικού χώρου σε πόλη με πολύ λίγα στοιχεία: μια σκούρα βάση με δυο τρίγωνες δέσμες φωτός για την προοπτική αναδεικνύει το βήμα μιας φιγούρας/σκιάς γυναίκας, χωρίς πρόσωπο, που μοιάζει να διαχέεται στο περιβάλλον, αλλού υποφωτισμένη και αλλού υπερφωτισμένη. Η εστίαση μόνο στο ένα παπούτσι της, που απομακρύνεται, προεκτείνει οπτικά το GΟ που επίσης τονίζεται από ένα φωτεινότερο φόντο. Ένας τοίχος ή κάγκελα (φυλακής;) αναδεικνύει το γκράφιτι και συγχρόνως εμποδίζει το δρόμο της εικονογραφώντας τη διατύπωση «Αν μπορούσε θα πήγαινε». Η λήψη υποδηλώνει την εγγύτητα μιας κοντινής δημόσιας ζώνης (το γκράφιτι εμφανίζεται γύρω στα εφτά μέτρα από τον/την αποδέκτη/-τρια και η ανθρώπινη φιγούρα έχει ύψος περίπου όσο το μισό της σελίδας) δηλώνοντας ότι το πρόβλημα είναι κοντά μας, ενώ συγχρόνως μια αίσθηση δέους και ανησυχίας για το ρατσισμό δημιουργείται με τη γωνία φωτογράφησης από κάτω προς τα πάνω (το γκράφιτι κυριαρχεί στο/στη θεατή και όχι ο/η θεατής σε αυτό) και την επιλογή των συγκεκριμένων χρωμάτων. Η μη φυσική ένταξη του γκράφιτι στο γκριζόμαυρο αυτό σκηνικό, σαν να έχει (ξανα-)γραφεί πάνω από τη φωτογραφία, με μουντό κόκκινο χρώμα, υπογραμμίζει τον πρωταγωνιστικό ρόλο του σε σχέση με τα άλλα στοιχεία της και καθιστά εμφανή τη διπλή του λειτουργία ως μετόχου της εικονιζόμενης διάδρασης και μέρους του σκηνικού της πραγματικής διάδρασης καλούντος / αναγνώστη/-τριας.

Οι τρεις επιφάνειες με τις εκφορές-αναπαραστάσεις της αστυνομίας () εμφανίζονται να απευθύνονται στον/στην αναγνώστη/-τρια, τοποθετημένες  εκτός σκηνής, σε ένα πρώτο επίπεδο που παρεμβάλλεται, σαν διαφανής οθόνη, μεταξύ σκηνικού και αναγνώστη/-τριας, δημιουργώντας του/της την εντύπωση ότι η αστυνομία του/της επιτρέπει μια αντικειμενική θέαση της σκηνής, όπως μέσα από ένα παράθυρο ή τζάμι βιτρίνας και παρεμβάλλεται μεταξύ ρατσισμού και αναγνώστη/-τριας.  

Αντίθετα, με την ελαφρά κλίση των γραμμάτων του το γκράφιτι () εικονίζεται να απευθύνεται απειλητικά –λόγω της σχέσης του μεγέθους του–, στη γυναικεία φιγούρα, η οποία όμως εμφανίζεται στο περιθώριο, χωρίς δυνατότητα λόγου, με τα νώτα προς αυτό, να αποφεύγει την επικοινωνία μαζί του. Αντί αυτής εμφανίζεται να απαντά στο γκράφιτι ένας/μια υποθετικός/-ή, αθέατος/η θεατής-αναγνώστης/-τρια του τοίχου, αναπαριστώμενος/-η επίσης με το λόγο του/της. Η αίσθηση αυτή της άμεσης διάδρασης, θεατή/γκράφιτι δημιουργείται οπτικά με την εμφάνιση της απάντησης-αντίλογου «Αν μπορούσε θα πήγαινε» σε ένα στενόμακρο πλαίσιο, που παραπέμπει σε τεχνικές απεικόνισης σφραγίδας ή προφορικού λόγου σε κόμικς, τοποθετημένο διαγώνια στη σελίδα, με κατεύθυνση το γκράφιτι, όπως πχ. θα ήταν μια ανθρώπινη φιγούρα που μιλάει στραμμένη προς τον τοίχο.

Η σκηνογραφία αυτή (), εκτός από τις θέσεις στην εικονιζόμενη διάδραση των αναπαριστωμένων με το λόγο υποκειμένων των εκφορών, καθορίζει επίσης και τη διάδραση της σελίδας με τον/την πραγματικό/-ή θεατή της σκηνής και του/της υποβάλλει μια αντιρατσιστική θέση. Έτσι ο/η αποδέκτης της πρόσκλησης τοποθετείται σε θέση διάδρασης όχι με το γκράφιτι, αλλά με την αναπαράσταση της αστυνομίας, με τη διατύπωση «ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΠΕΜΠΤΗ 29 ΜΑΪΟΥ '97 ΩΡΑ 19.30 ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΛΕΤΩΝ Α.Π.Θ.», που συνδέεται με το βλέμμα του/της με ανοιχτότερο τρίγωνο της φωτοσκίασης στη βάση. Μέσα από αυτή, ο καλών απευθύνεται άμεσα στον/στην αποδέκτη, όπως απευθύνεται κανείς μέσα από μια μετωπική φωτογραφία του, που κοιτάζει κατάματα τον/την αποδέκτη. Η διατύπωση αυτή, λοιπόν, που σε μια θεώρηση της γλωσσικής της διάστασης μόνο θα χαρακτηριζόταν ίσως προσφορά πληροφορίας, με την οπτική της διάσταση γίνεται αίτημα προς τον/την αποδέκτη να κάνει κάτι. Συγχρόνως, μια διαγώνια γραμμή, που σχηματίζεται από το πλαίσιο του αντιρατσιστικού λόγου και την αρχή των τριών κάτω στίχων και ενισχύεται με το αριστερό φωτεινό τρίγωνο, κατευθύνει την προσοχή του/της στην εκφορά του αντιρατσιστή. Η τοποθέτηση στη σκηνή των δυο αντιρατσιστικών εκφορών, από τη μεριά του πραγματικού θεατή στο τρίγωνο αυτό, του υποβάλλει την ταύτιση με το λόγο αυτόν, ενώ συγχρόνως η παρουσίαση του ρατσιστικού λόγου σε ένα άλλο επίπεδο, στο βάθος, τον απομακρύνει από τον/την αναγνώστη/-τρια και τον καθιστά ξένο προς εκείνον/ -η. Παράλληλα η αίσθηση ότι η καταπολέμηση του ρατσισμού είναι και υπόθεση προσωπική του καθενός, δίνεται με την επιλογή για την απάντηση πεζών γραμμάτων, σε αντίθεση με τα κεφαλαία που επιλέγονται για θεσμούς και δημόσιες θέσεις.

Η «ανάγνωση» αυτή της σελίδας ενισχύεται και με τη χρήση των χρωμάτων. Για το σκηνικό χρησιμοποιούνται διακυμάνσεις των ίδιων μουντών χρωμάτων από μια πολύ περιορισμένη χρωματική παλέτα, για να αποδοθούν το βάθος και οι εναλλαγές φωτός που οδηγούν το βλέμμα. Αντίθετα, για να διαφέρουν από το σκηνικό, στα μπλοκ των γραμμάτων που αναπαριστούν το λόγο της αστυνομίας και των αντιρατσιστών, τα χρώματά είναι ζωηρά (άσπρο, μπλε, κίτρινο)  και «επίπεδα», χωρίς καθόλου διακυμάνσεις. Το γκράφιτι που συνδέει τα δύο έχει φωτεινότητα και διακύμανση στο χρώμα μεταξύ των δύο. Επιπλέον, η χρήση ιδίου χρώματος για τις εκφορές του λόγου της αστυνομίας και των αντιρατσιστών οδηγεί στην ταύτιση ή σύνδεση των λόγων αυτών και τους διαφοροποιεί από το γκράφιτι και χρωματικά. Με όμοιο τρόπο, με βάση την αντίθεση αδιακύμαντου χρωματισμού και χρωματισμού με διακυμάνσεις, διαφοροποιείται οπτικά και η λειτουργία της τελευταίας σελίδας του προσπέκτους ().

Αν, τελικά, στην πρόσκληση αυτή δίναμε έναν υψηλό βαθμό καταλληλότητας, αυτό θα γινόταν γιατί οι υπεύθυνοι για το σχεδιασμό της, επιθυμώντας να προωθήσουν την εκδήλωση πήραν υπόψη ότι απευθύνονται σε ένα πολύ ετερογενές κοινό αναγνωστών/-τριών, το οποίο δεν θεώρησαν, αναγκαστικά, ούτε θετικά διακείμενο προς τον καλούντα, ούτε υποχρεωμένο από κάποιες κοινωνικές συμβάσεις να παραστεί στην εκδήλωση (χαμηλός βαθμός εξουσίας στη διάδραση), και με βάση αυτό ανέπτυξαν μια πολυτροπική ρητορική (, , ). Έτσι, επέλεξαν πολλαπλή σημείωση του ιδίου μηνύματος, ώστε, ενδεχομένως, με την αύξηση της περισσότητας –στα λεκτικά και μη λεκτικά στοιχεία– να είναι ασφαλέστερη η μετάδοσή του (πβ. πχ. Smith 1986, Εκο 1993), πιο διαφανή διατύπωση του λόγου και της εικόνας ώστε για την κατανόησή της να απαιτείται λιγότερη προσπάθεια στην πρόσληψη και περισσότερες τεχνικές πειθούς (θέσεις, αντι-θέσεις, ενίσχυση απόψεων με επίκληση θέσεων προσωπικοτήτων υψηλού κύρους). Επέλεξαν ακόμη πολλούς διαφορετικούς τρόπους για να κερδίσουν την προσοχή, την ευμένεια και τη συνεργασία των διαφορετικών αναγνωστών/-τριών ενώ παράλληλα προέβαλαν διαφορετικές ιδιότητές τους με στόχο να προσεταιριστούν τις αντίστοιχες πλευρές διαφορετικών αναγνωστών/-τριών (πβ. κοινωνικοί και γλωσσικοί ρόλοι Charaudeau 1995). Έκαναν επίκληση, λοιπόν, συγχρόνως σε ιδιότητες όπως: του/της σύγχρονου/-ης καταναλωτή/-τριας επιλέγοντας τη μορφή του έγχρωμου τετρασέλιδου προσπέκτους, του/της αναγνώστη/-τριας των τοίχων επιλέγοντας το γκράφιτι και τον τρόπο αναπαράστασής του, του/της καλλιεργημένου/-ης αναγνώστη/-τριας επιλέγοντας ένα απόσπασμα από ένα πολύ γνωστό συγγραφέα, του/της έλληνα/-ίδας και ευρωπαίου/ας πολίτη επιλέγοντας ένα έγκυρο όνομα συνδεδεμένο με την παράδοση της χώρας σε συνδυασμό με μια πανευρωπαϊκή εκστρατεία, του/της πολίτη που αναζητά έγκυρη και πολύπλευρη πληροφόρηση (επιλέγοντας να παραθέσουν ορισμένες ιδιότητες των εισηγητών μετά τα ονόματά τους, όπως καθηγητής συνταγματικού δικαίου, εγκληματολόγος, δημοσιογράφος τέως βουλευτής του συνασπισμού, αστυνομικός διευθυντής της διεύθυνσης αστυνομίας Θεσσαλονίκης) κλπ. Ακόμη και ο τρόπος προβολής των χορηγών (πβ. και ), που είναι άγνωστο αν έγινε συνειδητά ή ήταν αποτέλεσμα διαπραγμάτευσης, θα μπορούσε να λειτουργήσει καθησυχαστικά για μια μερίδα κοινού, πχ. που έχει επιφυλάξεις για την ενασχόληση με αυτού του είδους τα κοινωνικά θέματα («Καλέ γιαγιά, τι λες ότι αριστερίζει κι η αστυνομία! Δε βλέπεις ποιος βάζει το χρήμα;»).

Μια διεξοδικότερη ανάλυση, ασφαλώς, θα όφειλε να συμπεριλάβει πολλές ακόμη παρατηρήσεις για τις ποικίλες, λεκτικές ή μη λεκτικές επιλογές στο σχεδιασμό του γραπτού (όπως πχ. παρατηρήσεις για τον τρόπο ένταξης του παραθέματος του Καζαντζάκη, για το κοντινότερο πλάνο του φόντου στο εσωτερικό δισέλιδο, για τους τρόπους προβολής του προγράμματος και στοιχείων του προγράμματος κλπ.). Ωστόσο, πρόθεσή μας εδώ δεν ήταν η εξαντλητική ανάλυση ενός παραδείγματος –πρακτικά άλλωστε σχεδόν ανέφικτη, λόγω της πληθώρας των οπτικών που μπορεί να υιοθετηθούν– αλλά η εισαγωγή σε μια νέα προβληματική ανάλυσης που θα διευκολύνει την εξέταση ανάλογων παραδειγμάτων και την υιοθέτηση νέων ειδικών στόχων και πρακτικών για την τάξη.

Η έμφαση στην αποσαφήνιση ορισμένων οπτικών επιλογών δημιουργίας σημασίας είχε σκοπό να δείξει ότι ο σχεδιασμός της άσκησης του/της μαθητή/  -τριας στην παραγωγή και κατανόηση γραπτού, θα πρέπει να παίρνει υπόψη –μεταξύ άλλων– και ένα ρεπερτόριο δεξιοτήτων αναγνώρισης και χειρισμού του οπτικού (πρβλ. Kress, Van Leeuven 1996, Kress 1997, Tocatlidou 1993), πολύ πιο σύνθετο από την «ορθή» διάταξη ενός χειρόγραφου του/της μαθητή/      -τριας σε μια σελίδα, όπως αντιμετωπίζεται σήμερα (με έμφαση πχ. μόνο στα ευανάγνωστα γράμματα, στην αλλαγή παραγράφων, στη στίξη ή στις θέσεις ημερομηνίας και ονομάτων συντάκτη/-τριας και αποδέκτη/-τριας).

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ | ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

αρχή σελίδας