Άρθρα Η γλώσσα και η αναμόρφωση της ανθρώπινης εμπειρίας

Σ ε λ ί δ α  7 / 8
.


ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Με το παρόν κείμενο αυτό που υποστηρίζω είναι ότι, αν συγκρίνουμε τις δύο ιστορίες, δηλαδή την ιστορία της εξέλιξης του γλωσσικού συστήματος και την ιστορία της ανάπτυξης της εκμάθησης της γλώσσας από τα παιδιά, διαπιστώνουμε ότι σχετίζονται. Συγκεκριμένα, η ανάπτυξη της δύναμης του παιδιού να κατανοεί ακολουθεί την εξελικτική πορεία της γραμματικής με τρόπο ανάλογο με την ανάπτυξη του οργανισμού. Μια θεμελιώδης διαφορά είναι ότι η γραμματική διατηρεί τα χαρακτηριστικά όλων των προηγούμενων ιστορικών της στιγμών. Τα παιδιά δεν εγκαταλείπουν τη δεδομένη γραμματική τη στιγμή που προχωρούν στην εκπαιδευτική γνώση. Ούτε ο προτασικός τρόπος εξαφανίζεται από το σύστημα όταν κυριαρχήσει ο ονοματικός. Συνεπώς, όταν η εμπειρία αναμορφώνεται, η σημασία αυτής της αναμόρφωσης έγκειται στη σύγκρουση ανάμεσα στις νέες μορφές και τις συμβατές μορφές στις οποίες είχε αρχικά κατασκευαστεί.

Στις μέρες μας όπου υφιστάμεθα (έτσι μας έχουν πει) ακόμη μία αναστάτωση, τη μετάβαση σε μια «κοινωνία πληροφορική σε παγκόσμια κλίμακα» (παρόλο που δεν είμαι σίγουρος πόσο «παγκόσμια» είναι στην πραγματικότητα, ή πόσο αληθινά «πληροφορική»), θα συνεχίσει να εξελίσσεται η γραμματική μας προς μία περαιτέρω αναμόρφωση της εμπειρίας; Κατά τη διάρκεια της «σύγχρονης» περιόδου, η οποία εγκαινιάζεται με την εφεύρεση της τυπογραφίας, υπήρχε ένα σχετικά ευρύ χάσμα ανάμεσα στον γραπτό και τον προφορικό λόγο. Τα χαρακτηριστικά τα οποία σας ανέφερα, τα οποία πιθανόν κι εσείς οι ίδιοι σκεφτόσασταν ότι είναι χαρακτηριστικά μιας γλώσσας, είναι στην πραγματικότητα χαρακτηριστικά μόνο του γραπτού της λόγου, του είδους εκείνου της γλώσσας που χρησιμοποιείται σε περιβάλλοντα σχετικά με το γραπτό λόγο (όπως είναι το κείμενό μου αυτό). Με άλλα λόγια, είναι χαρακτηριστικά της «επίσημης γλώσσας» και δεν παρουσιάζονται σε διαλέκτους οι οποίες δεν διαθέτουν γραπτή μορφή, ενώ βρίσκονται στον γραπτό λόγο της επίσημης μορφής πολλών γλωσσών, όπως η γαλλική, γερμανική, ιταλική, ρωσική και κινέζικη γλώσσα, και φυσικά η ελληνική.

Η διαφορά αυτή, όμως, μεταξύ γραπτού και προφορικού λόγου αρχίζει στις μέρες μας με την πληροφορική τεχνολογία να κλονίζεται. Στην επόμενη φάση μπορεί κάλλιστα η γραμματική να προχωρήσει σε μια νέα σύνθεση του προτασικού και του ονοματικού τρόπου. Η γλώσσα αυτού του είδους ενδέχεται να βρει πρόσφορο έδαφος στο χώρο της «ευφυούς υπολογιστικής [intelligent computing]», όπως οραματίζεται ο σημαντικότερος γιαπωνέζος ερευνητής σε αυτό τον επιστημονικό χώρο, ο Michio Sugeno. Σύμφωνα με την άποψη του Sugeno, οι υπολογιστές πρέπει να μάθουν να λειτουργούν περισσότερο ως ανθρώπινα όντα, χρησιμοποιώντας ανεπίσημο καθημερινό λόγο και όχι επίσημες γλώσσες και ειδικά κειμενικά είδη. Η παραπάνω άποψη είναι σίγουρα περισσότερο ελπιδοφόρα από την αντίθετη προσέγγιση, που εξακολουθεί να είναι αρκετά ισχυρή, σύμφωνα με την οποία ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ένας μηχανισμός επεξεργασίας πληροφοριών και ο τρόπος βελτίωσης της απόδοσής του είναι να τον κάνουμε να λειτουργεί περισσότερο με τον τρόπο που λειτουργεί ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής.

Στο βαθμό που όλοι εσείς οι εκπαιδευτικοί ενδιαφέρεστε για τον τρόπο με τον οποίο οργανώνεται η ανθρώπινη γνώση, είναι σημαντικό να ενημερώνεστε για τις τάσεις του μέλλοντος, οι οποίες πρέπει να ενσωματωθούν στον τρόπο οργάνωσης κυρίως των σχολείων και της εκπαίδευσης. Για το λόγο αυτό αναφέρθηκα στο πού ενδέχεται να εντοπιστεί η μελέτη της γλώσσας στη συνολική δομή της γνώσης κατά την περίοδο στην οποία τώρα εισερχόμαστε. Όπως είπα και στην αρχή του άρθρου μου, μια γραμματική —το σύστημα των λέξεων και των δομών στο κέντρο κάθε φυσικής γλώσσας— είναι η ίδια μια θεωρία, παρόλο που συνήθως δεν συνειδητοποιούμε ότι την κατέχουμε: μια θεωρία για τους εαυτούς μας και για τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους και με το περιβάλλον μας. Η μελέτη της γλώσσας, της γλώσσας γενικά και των ιδιαίτερων γλωσσών που αξιολογούνται ως σημαντικές στο πλαίσιο του πολιτισμού μας, κατέχει κεντρική θέση στο θεσμικό πλαίσιο της γνώσης. Αυτό ίσχυε πάντοτε σε κάθε ιστορική στιγμή. Αλλά πιστεύω ότι αυτό ισχύει περισσότερο και γίνεται πιο άμεση ανάγκη τώρα που το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειάς μας καταναλώνεται στην ανταλλαγή πληροφοριών. Η πληροφορία μπορεί να πάρει πολλές μορφές και δεν εκφράζεται μόνο μέσω της γλώσσας, παρόλο που πρωτοτυπικά αυτό συμβαίνει· γιατί, αν το δούμε πιο κριτικά, σε οποιαδήποτε μορφή κι αν λαμβάνεται, εξαρτάται πάντοτε από το γεγονός ότι αυτοί που επεξεργάζονται και λαμβάνουν την πληροφορία έχουν ήδη γραμματική. Οποιαδήποτε μορφή κι αν πάρει η «κοινωνία της πληροφορίας» στις επόμενες δύο ή τρεις γενιές για ένα πράγμα είμαι σίγουρος: ότι οι νέες μορφές της ανθρώπινης εμπειρίας, όσο κι αν διαφέρουν από αυτές που αναγνωρίζουμε σήμερα (που είναι ήδη πολύ διαφορετικές από αυτές με τις οποίες μεγάλωσα εγώ), θα κατασκευάζονται, θα ανταλλάσσονται, θα αμφισβητούνται και θα μεταδίδονται μέσω γλωσσικών μορφών.

επόμενη σελίδα

αρχή σελίδας