CONVERTERE
περιστρέφω / αναστρέφω / μετατρέπω, αλλάζω τη φύση κάποιου πράγματος, μεταμορφώνω / μεταφράζω

Το ρήμα πρωτοαπαντά στη μεταφραστική ορολογία, όσο γνωρίζουμε, από την εποχή της νεότητας του Κικέρωνα: στην αγνώστου συντάκτη Rhetorica ad Herennium και σε ένα απόσπασμα από τα νεανικά ποιήματα του ίδιου του Κικέρωνα. Στην πρώτη περίπτωση δεν σημαίνει τίποτα περισσότερο από την πρακτικού χαρακτήρα εργασία απόδοσης όρων (χωρίο 1), αλλά στη δεύτερη βρίσκεται ήδη στη σφαίρα της λογοτεχνικής μετάφρασης, μάλλον ως αντίστοιχο του vertere (χωρίο 2). Πιθανότατα, λοιπόν, είναι ο Κικέρων αυτός που καθιστά το ρήμα δηλωτικό μιας πιο απαιτητικής μεταφραστικής εργασίας, αλλά και το χρησιμοποιεί με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: αλλού δηλώνει το ενδιαφέρον για την αισθητική ποιότητα της μετάφρασης και τις τεχνικές λεπτομέρειες (χωρίο 4)· αλλού χαρακτηρίζει τη μετάφραση που ακολουθεί όσο το δυνατό πιο πιστά το πρωτότυπο, όπως δηλ. το exprimere (χωρίο 3, 5). Σε μεταγενέστερους το ρήμα δηλώνει γενικά τη διαδικασία και το αποτέλεσμα της μετάφρασης (χωρία 6, 7), διατηρώντας ως κύρια διάστασή του αυτή της απόδοσης λογοτεχνικών χωρίων ή έργων.

1. Rhetorica ad Herrenium 4.7.10

2. Κικέρων, Carminum fragmenta, limon αποσπ.2

3. Κικέρων De legibus. 17

4. Κικέρων, De optimo genere oratorum 13-14

5. Κικέρων, De finibus 1.6

6. Σενέκας (ρήτορας), Suasoriae 7.12

7. Σουητώνιος, Ιούλιος Καίσαρ 30