MUTARE: 
μετακινώ / αλλάζω, μεταβάλλω / μεταμορφώνω, μετατρέπω / μεταφράζω

mutatio

Είναι μεταγενέστερος μεταφραστικός όρος, που φαίνεται να πρωτοαπαντά στον Σενέκα τον Ρήτορα (χωρίο 1). Δεδομένης της κυριολεκτικής σημασίας του ρήματος και της συχνής χρήσης του σε μεταμορφωσιακά συμφραζόμενα, η μεταφραστική του διάσταση πιθανώς αφορά τη μετατροπή σε ακριβές αντίστοιχο, νοηματικό και μορφολογικό, όχι μόνον σε καθαρά πρακτικό επίπεδο (χωρία 2, 4) αλλά και σε λογοτεχνικό (χωρίο 3). Το εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι ότι πλάι σε αυτό το όχι ιδιαίτερα σημαντικό μεταφραστικό ρήμα απαντά και ένα παράγωγο ουσιαστικό του με αντίστοιχη σημασία, το mutatio (χωρία 5, 6).

1. Σενέκας (ρήτορας) Controversiae 10.πρόλογος 11

2. Σενέκας (φιλόσοφος), Επιστολές στον Λουκίλιο 58.7

3. Σενέκας (φιλόσοφος), Επιστολές στον Λουκίλιο 107.10

4. Κοϊντιλιανός, Institutio Oratoria 3.4.14

5. Κοϊντιλιανός, Institutio Oratoria 2.14.4

6. Αύλος Γέλλιος, Νoctes Αtticae 11.16