VERTERE:
 τρέπω, στρέφω / μεταβάλλω / μεταφέρω σε μια νέα γλώσσα, μεταφράζω

Από τους πιο πρώιμους όρους που αποδίδουν τη μεταφραστική διαδικασία, αλλά στην πιο χαλαρή μορφή της και όχι υπό την αυστηρή έννοια. Συγκεκριμένα δηλώνει τη διασκευή ελληνικών προτύπων και τη δημιουργία κατ' ουσίαν ενός σχεδόν πρωτότυπου έργου που να στέκεται ως λατινικό λογοτεχνικό δείγμα. Αφορά συνεπώς εξίσου όλα τα κειμενικά στοιχεία (μορφή και περιεχόμενο, υφολογικά στοιχεία και ιδέες) και συνδηλώνει τη δημιουργική ανάπλαση του προτύπου, όπως περίπου οι όροι imitari και aemulari, αλλά λιγότερο έντονα από αυτούς. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το vertere συνιστά το σημείο τομής ανάμεσα στη μετάφραση, υπό την έννοια της μεταφοράς σε νέο γλωσσικό κώδικα ενός συγκεκριμένου προτύπου, και τη μίμηση, υπό την έννοια της λογοτεχνικής επίδρασης, δηλ. της συνειδητής και αναγνωρισμένης οφειλής σε κάποιον λογοτεχνικό πρόγονο αλλά και της παράλληλης απόκλισης από αυτόν. Τελικά το vertere αποτελεί δείκτη του πόσο πολύ η μεταφραστική αντίληψη αποτέλεσε κρίσιμο παράγοντα για την εξέλιξη της λατινικής λογοτεχνίας (χωρία 1, 2, 3, 4).

Με το πέρασμα του χρόνου δηλώνει γενικά τη μεταφραστική άσκηση (χωρία 7, 8) ή σημαίνει απλώς "αποδίδω σε μια νέα γλώσσα" (χωρίο 5) και μπορεί να χρησιμοποιείται για επιμέρους στοιχεία του κειμένου (λέξεις, ιδέες, κλπ.) (χωρία 6, 9).

1. Πλαύτος, Asinaria 10-12

2. Βάρρων, Res rusticae 1.1.10

3. Λουκρήτιος, De rerum natura 5.335-7

4. Κικέρων, De finibus 1.7

5. Λίβιος, Ab urbe condita 25.39.12

6. Κοϊντιλιανός, Ιnstitutio Οratoria 6.2.8

7. Κοϊντιλιανός, Ιnstitutio Οratoria 10.5.2

8. Πλίνιος, Επιστολές 7.9.2

9. Αύλος, Γέλλιος, Νoctes Αtticae 9.9.1-2