ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

.
 


ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ THΣ ΑΓΓΛΙΑΣ ΚΑΙ OI ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Σ' ΕΝΑ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΟΥ ΛΟΝΔΙΝΟΥ

της Paula Breedon και της Trin Jefferson


ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Στο πρώτο τεύχος του Γλωσσικού Υπολογιστή δημοσιεύτηκε κείμενο του Αγαθοκλή Χαραλαμπόπουλου, με τίτλο «Το γλωσσικό πρόγραμμα της Βρετανίας». Πρόκειται για μια παρουσίαση του αγγλικού σχολικού γλωσσικού προγράμματος σπουδών (το οποίο κανείς μπορεί να βρει στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.nc.uk.net/English) και του ιστορικού υιοθέτησής του. Εάν οι αναγνώστες/-τριες θελήσουν να ενημερωθούν σχετικά, θα μπορέσουν να κατανοήσουν καλύτερα το κείμενο που ακολουθεί, γραμμένο από δύο αγγλίδες φιλολόγους που εργάζονται πολλά χρόνια σε κεντρικό σχολείο του Λονδίνου. Στο κείμενό τους αυτό που έγραψαν ειδικά για το περιοδικό μας οι συγγραφείς περιγράφουν συστηματικά τις εμπειρίες και τις απόψεις τους, έχοντας βιώσει τις αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσεις που εισήγαγαν οι βρετανικές κυβερνήσεις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Οι απόψεις και εμπειρίες που καταθέτουν δεν είναι αποκλειστικά δικές τους αλλά και πολλών άλλων συναδέλφων τους με τους/τις οποίους/-ες έχουν συνεργαστεί για την υλοποίηση των νέων μέτρων που στοχεύουν στην αναβάθμιση της γλωσσικής παιδείας στη χώρα τους.

      Βεβαίως, το αγγλικό εκπαιδευτικό σύστημα διαφέρει σημαντικά από το δικό μας, παρόλο που πολλές από τις αλλαγές που ήδη πραγματοποιήθηκαν στην Αγγλία και άλλες που επιχειρούνται συντάσσονται με τους γενικούς σκοπούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη σχολική εκπαίδευση στις χώρες μέλη της Κοινότητας. Μία από τις σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις αφορά στο σχεδιασμό και την εφαρμογή του Εθνικού Προγράμματος Σπουδών.

Σημειώνεται πως παλαιότερα η σχολική εκπαίδευση στην Αγγλία δεν στηριζόταν σε ένα ενιαίο πρόγραμμα σπουδών με προσδιορισμένη ύλη και στόχους. Με βάση τις γενικές εξετάσεις για τους/τις μαθητές/-τριες του λυκείου, τις κοινωνικές απαιτήσεις και τις ανάγκες των μαθητών/-τριών τους, όπως τις αντιλαμβάνονταν οι εκπαιδευτικοί κάθε σχολείου, διαμόρφωναν την ύλη των σχολικών μαθημάτων τα οποία και αυτά δεν ήταν καθορισμένα από την πολιτεία για όλα τα σχολεία της επικράτειας.

Το σύστημα αυτό μοιάζει μάλλον χαοτικό σε μας που έχουμε ένα απόλυτα συγκεντρωτικό εκπαιδευτικό σύστημα, με αυστηρά καθορισμένη ύλη για το κάθε μάθημα μέσα από αναλυτικά προγράμματα ή οδηγίες, με το ένα εγχειρίδιο και με την έλλειψη δυνατοτήτων επιλογής από πλευράς του/της εκπαιδευτικού, ο/η οποίος/-α έχει ως κύριο καθήκον να καλύψει την ύλη. Μας φαίνεται μάλλον αδιανόητο να έχει το κάθε σχολείο και οι εκπαιδευτικοί του την αποκλειστική ευθύνη για το περιεχόμενο σπουδών και το είδος της παιδείας που προσφέρεται στους/τις μαθητές/-τριες της Α′/θμιας και Β′/θμιας εκπαίδευσης. Και όμως, το σύστημα αυτό λειτούργησε για πολλά χρόνια στην Αγγλία. Μάλιστα, όπως θα διαβάσουν οι αναγνώστες/-τριες στο κείμενο που ακολουθεί, η ανατροπή του προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στους/στις μαχόμενους/-ες εκπαιδευτικούς.

      Η βάση για τη θεσμοθέτηση του ενιαίου πλαισίου για την παιδεία ήταν μια πολιτική απόφαση για να καλυφθεί η προβλεπόμενη ανάγκη για κοινές συνιστώσες στη σχολική εκπαίδευση και ειδικότερα για τη συγκρότηση σκοπών και στόχων σχετικά με την απόδοση όλων των μαθητών/-τριών σε όλα τα σχολεία της χώρας –στόχων που να είναι αντικειμενικά αξιολογήσιμοι.

      Την ευθύνη για τη διαμόρφωση των κοινών συνιστωσών του σχολικού προγράμματος σπουδών, για τη διατύπωση των προς επίτευξη σκοπών και επιμέρους στόχων έχει πλέον το κράτος στην Αγγλία, όπως και σε αρκετές άλλες χώρες, ευρωπαϊκές και μη. Η πολιτεία προσδιορίζει το τι πρέπει να μπορούν να κάνουν οι μαθητές/-τριες σε κάθε στάδιο της κατάρτισής τους σε κάθε μάθημα που προσφέρεται στο πλαίσιο του σχολικού προγράμματος, ενώ επίσης καθορίζει λεπτομερώς τα κριτήρια αξιολόγησης των μαθησιακών αποτελεσμάτων και γενικά της επίδοσης των μαθητών/-τριών.

Με άλλα λόγια, η νέα αυτή τάξη πραγμάτων της εκπαίδευσης στην Αγγλία συνεπάγεται την καθιέρωση του θεσμού της ελεγχόμενης γνώσης ο οποίος όμως αφήνει κάποιο χώρο για την αυτοτέλεια του σχολείου και για παιδαγωγικές πρωτοβουλίες από τους/τις εκπαιδευτικούς.

Το κάθε σχολείο σε κάθε δημοτικό διαμέρισμα μιας πόλης αποτελεί μονάδα με σχετική διοικητική και οικονομική αυτονομία. Το κράτος του εκχωρεί το δικαίωμα και την ευθύνη να διαχειριστεί το συνολικό ποσό των χρημάτων που παίρνει ανά τακτό χρονικό διάστημα, κατόπιν αξιολόγησης των επιτευγμάτων του. Έχει συνεπώς την ευθύνη για το πώς θα διαχειριστεί τον προϋπολογισμό του, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του σε ανθρώπινο δυναμικό και υλικοτεχνική υποδομή. Επειδή δεν λειτουργεί το σύστημα του ενός σχολικού εγχειριδίου ανά μάθημα, το οποίο να διανέμεται στα παιδιά δωρεάν, το σχολείο έχει την υποχρέωση όχι μόνο να εμπλουτίζει τη βιβλιοθήκη του, αλλά επίσης συνεχώς να αναπτύσσει τις δυνατότητές του για την παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού που να ανταποκρίνεται στις συγκεκριμένες ανάγκες των μαθητών/-τριών του.

Τις ανάγκες του μαθητικού του πληθυσμού είναι υποχρεωμένο το κάθε σχολείο να τις αναλύει και να εντοπίζει τα προβλήματα και τις ικανότητες των παιδιών ανά μάθημα και τάξη. Γνωρίζοντας το επίπεδο των μαθητών/-τριών τους, οι εκπαιδευτικοί είναι υποχρεωμένοι να τους/τις προετοιμάσουν για τις εξετάσεις στις οποίες υποβάλλονται στο τέλος της 6ης τάξης του δημοτικού, της 9ης (δηλαδή της τρίτης τάξης του γυμνασίου) και της 11ης τάξης, δηλαδή της αντίστοιχης δευτέρας τάξης του λυκείου για μας, όταν τα παιδιά λαμβάνουν μέρος στις γενικές εξετάσεις διεκδικώντας το GCSE (το Γενικό Πιστοποιητικό Β′/θμιας Εκπαίδευσης). Εάν επιθυμούν, μπορούν να προχωρήσουν σε 12ο χρόνο σπουδών για κάποια ειδικότητα ή και σε 13ο χρόνο προκειμένου να προετοιμαστούν για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, η είσοδος στην οποία απαιτεί το Α-Level (δηλαδή, πιστοποιητικό προχωρημένου επιπέδου σπουδών).

Όλες οι εξετάσεις αυτές συνεπάγονται στάνταρντ μέτρα αξιολόγησης των επιδόσεων των μαθητών/-τριών και τα τεστ, τα οποία έχουν καθορισμένη δομή και μορφή, σχεδιάζονται από ειδικά σώματα εξεταστών. Οι εκπαιδευτικοί αποφασίζουν πώς θα προετοιμάσουν τα παιδιά τους να επιτύχουν στις εξετάσεις. Αποφασίζουν ακόμη για τη συγκεκριμένη ύλη που θα διδάξουν, για το πώς θα τη διδάξουν και γενικότερα πώς θα ανταποκριθούν στους στόχους που θέτει το πρόγραμμα σπουδών του κάθε μαθήματος, το οποίο δεν συνιστά αναλυτικό πρόγραμμα διδακτέας ύλης. Πρόκειται για έναν κατάλογο των «Βασικών Σταδίων» [Key Stages] και «Επιπέδων» [Levels] γνώσης που πρέπει να αποκτήσουν οι εκπαιδευόμενοι/-ες ανάλογα με την ηλικία τους και την τάξη που παρακολουθούν, καθώς επίσης των συγκεκριμένων ικανοτήτων και δεξιοτήτων που πρέπει να αναπτύξουν κατά στάδιο και επίπεδο γνώσης. Εάν μια τάξη ή τμήμα μιας τάξης ή ένας αριθμός μαθητών/-τριών σε μια τάξη ή τμήμα της έχει ή δεν έχει αποκτήσει το επιθυμητό επίπεδο γνώσης, είναι ευθύνη των εκπαιδευτικών και εν γένει του σχολείου να προσαρμόσει την ύλη και τη διδακτική πράξη ανάλογα. Αυτό σημαίνει μεταξύ άλλων πως πρέπει να αποφασίσουν, κατά περίπτωση, εάν θα διαμορφώσουν τμήματα ανάλογα με τις ικανότητες των εκπαιδευομένων ή τμήματα μικτών ικανοτήτων. Στη δεύτερη περίπτωση η ανάγκη να εφαρμόσουν τις αρχές της εξατομικευμένης μάθησης γίνεται πιο επιτακτική.

Τις αποφάσεις τους αυτές και άλλες που αφορούν στην ύλη, στο σχεδιασμό αναλυτικού προγράμματος κατά μάθημα κ.λπ. οι εκπαιδευτικοί δεν τις παίρνουν σε ατομική βάση. Οι αποφάσεις τους είναι συλλογικές και λαμβάνονται μετά από διεξοδικές συζητήσεις σε οργανωμένες συναντήσεις κατά τις οποίες πρέπει να αναπτύξουν επιχειρήματα για να τεκμηριώσουν τη θέση που κάθε φορά υποστηρίζουν.

Συλλογικά σχεδιάζονται τα αναλυτικά προγράμματα, το εκπαιδευτικό υλικό καθώς και τα τεστ αξιολόγησης από τους/τις καθηγητές/-τριες ειδικότητας που ανήκουν σε τμήματα. Δηλαδή, το κάθε σχολείο είναι διαρθρωμένο σε τμήματα γνωστικών αντικειμένων με τρόπο ώστε να έχει, για παράδειγμα, Τμήμα Φυσικής, Τμήμα Μαθηματικών, Τμήμα Αγγλικής (δηλαδή, Τμήμα Γλώσσας και Φιλολογίας), Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Τμήμα Ιστορίας, κτλ. Στο κείμενο που ακολουθεί οι αναγνώστες/-τριες μπορούν να διαβάσουν τον τρόπο που εφαρμόζει το Εθνικό Πρόγραμμα Σπουδών για το μάθημα της Γλώσσας το Τμήμα Αγγλικής στο σχολείο που εργάζονται οι αγγλίδες φιλόλογοι που το συνέγραψαν. Θα πρέπει ίσως να αναφερθεί εδώ ότι το αγγλικό πρόγραμμα σπουδών, αντίθετα από το δικό μας ή άλλων ευρωπαϊκών χωρών, προσφέρει ένα μόνο μάθημα σχετικό με το γνωστικό αντικείμενο της αγγλικής γλώσσας και όχι λ.χ. ένα ξεχωριστό μάθημα γλωσσικής αγωγής, ένα έκθεσης και ένα λογοτεχνίας. Με το μάθημα αυτό, οι μαθητές/-τριες καλούνται να αναπτύξουν συγκεκριμένες δεξιότητες κατανόησης και παραγωγής γραπτού και προφορικού λόγου. Τα κείμενα με τα οποία ασχολούνται είναι λογοτεχνικά και μη. Τα λογοτεχνικά κείμενα που διδάσκονται ανήκουν κυρίως στο χώρο της αγγλικής λογοτεχνίας αλλά προβλέπεται επίσης η διδασκαλία κειμένων ευρωπαϊκής λογοτεχνίας σε αγγλική μετάφραση. Η επιλογή τους δεν είναι απόλυτα προκαθορισμένη καθώς το Τμήμα επιλέγει από κατάλογο που περιλαμβάνει σειρά θεατρικών έργων και κειμένων πεζογραφίας και ποίησης.

Αυτές και άλλες πολλές πληροφορίες περιλαμβάνονται στο κείμενο που ακολουθεί, το οποίο συνιστά μια λεπτομερή περιγραφή της γενικότερης εκπαιδευτικής πραγματικότητας στην Αγγλία, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί μετά την υιοθέτηση του Εθνικού Προγράμματος Σπουδών και της ειδικότερης πραγματικότητας στο σχολείο που διδάσκουν οι συγγραφείς. Δηλαδή, περιγράφουν τον τρόπο εφαρμογής του προγράμματος στο σχολείο τους και μάλιστα παρουσιάζουν δείγματα υλικού που έχουν σχεδιάσει οι εκπαιδευτικοί του Τμήματος Αγγλικής στο οποίο ανήκουν. Στην έντυπη μορφή του περιοδικού περιλαμβάνεται ένας μικρός αριθμός δειγμάτων από το σύνολο του υλικού που οι συγγραφείς μας έστειλαν. Στην ηλεκτρονική μορφή όμως περιλαμβάνεται όλο το υλικό σε ελληνική μετάφραση.

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ | ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

αρχή σελίδας